Anonymous

ἑπτά: Difference between revisions

From LSJ
16 bytes added ,  18 September 2022
m
Text replacement - "ἀριθμὸς" to "ἀριθμὸς"
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
m (Text replacement - "ἀριθμὸς" to "ἀριθμὸς")
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[εφτά]] (AM [[ἑπτά]])<br />(απόλ. αριθμ.)<br /><b>1.</b> ο [[αριθμός]] που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο [[μεταξύ]] του έξι και του [[οκτώ]]<br /><b>2.</b> χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο [[πλήθος]], αμέτρητες φορές (α. «στό [[είπα]] [[εφτά]] φορές» β. «ὁ γὰρ [[ἑπτά]] [[ἀριθμός]] παρὰ τῇ γραφῇ ἀδιόριστου πλήθους ἐστί [[σημαντικός]]», Ιωάνν. Χρυσ.<br />γ. «...καὶ γὰρ τὸ ‘στεῑρα ἔτεκεν [[ἑπτά]]’, τὸ [[πολλά]] φησιν ἡ [[γραφή]]<br />[[ὥστε]] οὐκ ἀριθμῷ συνέκλεισε τὴν ἄφεσιν», Ιωάνν. Χρυσ.<br />δ. «ὁ γὰρ ἑπτὰ [[ἀριθμὸς]] τοῦ πλήθους [[δηλωτικός]]<br />ἐν ἑπτὰ γὰρ ἡμέραις [[ἅπας]] [[χρόνος]] ἀνακυκλεῑται», Θεοδώρ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «[[παραγγελία]] στο [[εφτά]]» — στο [[τραπέζι]] με τον αριθμό [[εφτά]], στο [[δωμάτιο]] ξενοδοχείου, στον θάλαμο νοσοκομείου με τον αριθμό [[εφτά]] κ.λπ.<br /><b>2.</b> «στις [[εφτά]]» — στην έβδομη ώρα, στις 7.00<br /><b>3.</b> «[[εφτά]] [[σπαθί]]», «[[εφτά]] [[μπαστούνι]]» κ.λπ.<br />το [[χαρτί]] της τράπουλας με [[εφτά]] όμοια σχήματα<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />χρησιμοποιείται για να δηλώσει [[πληρότητα]] ή [[ολοκλήρωση]] (α. «[[ἑπτά]] με φωνήεντα θεὸν μέγαν ἄφθιτον αἰνεῖ γράμματα», Ευσ.<br />β. «τῆς δὲ τοῦ [[ἑπτά]] [[τιμῆς]] πολλὰ μὲν τὰ μαρτύρια, ὡς ἑπτὰ μὲν ὀνομαζόμενα τίμια πνεύματα, τάς γάρ ἐνεργείας τοῦ πνεύματος, πνεύματα φίλον τῷ Ήσαΐᾳ καλεῖν», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «τά [[ἑπτά]] θεάματα» — τα [[επτά]] θαύματα του αρχαίου κόσμου<br /><b>2.</b> «oἱ [[ἑπτά]] σοφισταί», οἱ [[ἑπτά]]<br />οι [[επτά]] σοφοί της αρχαίας Ελλάδας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>hεπτά</i> <span style="color: red;"><</span> ΙE <i>septm</i> «[[επτά]]» ([[πρβλ]]. αρχ. ινδ. <i>sapta</i>, λατ. <i>septem</i>, αρμ. <i>ewťn</i>, αγγλ. <i>seven</i>, γερμ. <i>sieben</i>). To νεοελλ. [[εφτά]], από [[τροπή]] του συμφων. συμπλέγματος -<i>πτ</i>- σε -<i>φτ</i>- ([[πρβλ]]. [[πτωχός]]-[[φτωχός]]), χρησιμοποιείται [[συχνά]] ως α’ συνθετικό ([[εφτά]]-) με επιτατική [[σημασία]] ([[πρβλ]]. [[εφτάψυχος]]). Στον ίδιο ΙΕ τ. <i>septm</i> ανάγεται και το τακτικό αριθμητικό [[έβδομος]] (δωρ. <i>έβδεμος</i>) <span style="color: red;"><</span> <i>sebd</i>-<i>mos</i> ([[πρβλ]]. αρχ. σλαβ. <i>sedmŭ</i>), με [[ανάπτυξη]] του -<i>ο</i>-, <span style="color: red;"><</span> <i>septm</i>-<i>os</i>, με [[τροπή]] τών άηχων -<i>πτ</i>- στα αντίστοιχα ηχηρά -<i>βδ</i>-. Κατ’ [[άλλη]] [[άποψη]], ο τ. [[έβδομος]] <span style="color: red;"><</span> <i>έβδαμος</i>, το -<i>ο</i>- αναλογικά [[προς]] το <i>οκτοFoς</i> (<b>βλ.</b> [[οκτώ]]), <span style="color: red;"><</span> <i>έπταμος</i> <span style="color: red;"><</span> <i>εβδμᾱ</i>-<i>κοντ</i>- που ανάγεται στον ΙΕ τ. <i>septm</i>-<i>kont</i>-. Στον Όμηρο απαντά τ. [[εβδόματος]], που [[είναι]] [[προϊόν]] αναλογίας [[προς]] το [[δέκατος]]. Το παράγωγο [[εβδομάς]] (νεοελλ. (<i>ε</i>)[[βδομάδα]]) του τ. [[έβδομος]] [[είναι]] αρχαιότερος τ. από τη λ. [[επτάς]], ενώ το σύνθετο [[εβδομήκοντα]] εμφανίζει ως α’ συνθετικό το θ. του τακτικού αριθμητικού <i>έβδομ</i>-<i>ος</i> ([[πρβλ]]. <i>ογδο</i>-<i>ήκοντα</i>) και ως β’ συνθετικό το -<i>ηκοντα</i> ([[πρβλ]]. <i>ενεν</i>-<i>ήκοντα</i>). Ο δωρ. τ. <i>εβδεμήκοντα</i> προήλθε από [[αφομοίωση]] και αναλογικά [[προς]] αυτόν ερμηνεύεται και ο τ. <i>έβδεμος</i>. Το νεοελλ. [[εβδομήντα]] <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[εβδομήκοντα]] ([[πρβλ]]. [[εξήντα]] <span style="color: red;"><</span> [[εξήκοντα]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[επτάδα]], [[επτακόσιοι]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επταδεύω]], <i>επταίος</i>, [[επτακάτιοι]], <i>επτάκις</i>, [[επταπλούς]], [[έπταχα]], <i>επταχῄ</i>, [[επταχώς]]<br /><b>μσν.</b><br /><i>επτάι</i><br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επταδικός]], <i>επτάρι</i>, <i>εφτακόσια</i>, [[εφτάρα]], [[εφτάρι]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <i>επτάβουλος</i>, [[επταγράμματος]], [[επτάγωνος]], [[επταδάκτυλος]], [[επτάδραχμος]], [[επτάδυμος]], [[επταετής]], [[επταετία]], [[επταήμερος]], [[επτάκωλος]], [[επτάλοφος]], [[επταμελής]], [[επταμερής]], [[επτάμηνος]], [[επτάπηχυς]], [[επταπλάσιος]], [[επτάπλευρος]], [[επτάπυλος]], [[επτάπυργος]], [[επτάσημος]], [[επτάτευχος]], [[επτάτονος]], [[επτάφυλλος]], [[επτάφωνος]], [[επτάφωτος]], [[επτάχορδος]], [[επτάχρονος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επτάγλωσσος]], [[επτάδουλος]], [[επτάειδος]], [[επτάζωνος]], <i>επτάθεος</i>, [[επτακαίδεκα]], [[επτάκαυλος]], [[επτακέφαλος]], [[επτάκλινος]], [[επτακότυλος]], [[επτάκτις]], [[επτάκτυπος]], [[επτάλοβος]], [[επτάλογχος]], [[επτάλυχνος]], [[επτάμετρος]], [[επταμήκης]], [[επταμήτωρ]], [[επτάμιτος]], [[επταμοιρία]], [[επταμόριος]], [[επτάμορφος]], [[επτάμυχος]], <i>επτάνομος</i>, [[επταπάλαιστος]], [[επταπέλεθρος]], [[επτάπηγος]], [[επταπλανής]], [[επταπόδης]], [[επτάπολις]], [[επτάπορος]], [[επτάπους]], [[επτάπυρος]], [[επτάρρους]], [[επτάστερος]], [[επτάστολος]], [[επτάστομος]], <i>επτάστροφος</i>, [[επτατάλαντος]], [[επτατειχής]], [[επτάτοκος]], <i>επταφανής</i>, [[επταφάρμακον]], [[επταφεγγής]], [[επτάφθογγος]], <i>επτάχαλκον</i>, [[επτάχους]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[επτάδελφος]], [[επτάκλων]], [[επτάκυκλος]], [[επτάριθμος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[επτάβιβλος]], [[επτάδρομος]], <i>επταέξ</i>, [[επτακόρυμβος]], [[επτάπαις]], [[επτάπληγος]], [[επτασήμαντος]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[επτάσκαλο]], [[επταστάδιος]], [[επτάστυλος]], [[επτάτομος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επτάδωρος]], [[επτάεδρος]], [[επτάζυμος]], [[επταθύλακος]], [[επταμηνία]], [[επταώροφος]], [[επτάστιχος]], [[επτάτοξος]], <i>εφτάγ</i>(<i>ε</i>)<i>ιανος</i>, [[εφτάγερος]], [[εφτάδιπλος]], [[εφτάδυμος]], [[εφταήμερο]], <i>εφταΐδιος</i>, [[εφτακάθαρος]], [[εφτακακομοίρης]], [[εφτάκαλος]], [[εφτάκοιλος]], [[εφτάλοφος]], [[εφτάμερος]], [[εφταμηνίτης]], [[εφτάνευρο]], [[εφταπάρθενος]], [[εφτάπατος]], [[εφτάπορτος]], [[εφτάστερος]], [[εφτάστομος]], [[εφτασφράγιστος]], [[εφτατόμαρος]], [[εφτάφωτος]], [[εφτάχορδος]], [[εφτάχρωμος]], [[εφτάψηλος]], [[εφτάψυχος]]].
|mltxt=και [[εφτά]] (AM [[ἑπτά]])<br />(απόλ. αριθμ.)<br /><b>1.</b> ο [[αριθμός]] που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο [[μεταξύ]] του έξι και του [[οκτώ]]<br /><b>2.</b> χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο [[πλήθος]], αμέτρητες φορές (α. «στό [[είπα]] [[εφτά]] φορές» β. «ὁ γὰρ [[ἑπτά]] [[ἀριθμός]] παρὰ τῇ γραφῇ ἀδιόριστου πλήθους ἐστί [[σημαντικός]]», Ιωάνν. Χρυσ.<br />γ. «...καὶ γὰρ τὸ ‘στεῑρα ἔτεκεν [[ἑπτά]]’, τὸ [[πολλά]] φησιν ἡ [[γραφή]]<br />[[ὥστε]] οὐκ ἀριθμῷ συνέκλεισε τὴν ἄφεσιν», Ιωάνν. Χρυσ.<br />δ. «ὁ γὰρ ἑπτὰ [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] τοῦ πλήθους [[δηλωτικός]]<br />ἐν ἑπτὰ γὰρ ἡμέραις [[ἅπας]] [[χρόνος]] ἀνακυκλεῑται», Θεοδώρ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «[[παραγγελία]] στο [[εφτά]]» — στο [[τραπέζι]] με τον αριθμό [[εφτά]], στο [[δωμάτιο]] ξενοδοχείου, στον θάλαμο νοσοκομείου με τον αριθμό [[εφτά]] κ.λπ.<br /><b>2.</b> «στις [[εφτά]]» — στην έβδομη ώρα, στις 7.00<br /><b>3.</b> «[[εφτά]] [[σπαθί]]», «[[εφτά]] [[μπαστούνι]]» κ.λπ.<br />το [[χαρτί]] της τράπουλας με [[εφτά]] όμοια σχήματα<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />χρησιμοποιείται για να δηλώσει [[πληρότητα]] ή [[ολοκλήρωση]] (α. «[[ἑπτά]] με φωνήεντα θεὸν μέγαν ἄφθιτον αἰνεῖ γράμματα», Ευσ.<br />β. «τῆς δὲ τοῦ [[ἑπτά]] [[τιμῆς]] πολλὰ μὲν τὰ μαρτύρια, ὡς ἑπτὰ μὲν ὀνομαζόμενα τίμια πνεύματα, τάς γάρ ἐνεργείας τοῦ πνεύματος, πνεύματα φίλον τῷ Ήσαΐᾳ καλεῖν», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «τά [[ἑπτά]] θεάματα» — τα [[επτά]] θαύματα του αρχαίου κόσμου<br /><b>2.</b> «oἱ [[ἑπτά]] σοφισταί», οἱ [[ἑπτά]]<br />οι [[επτά]] σοφοί της αρχαίας Ελλάδας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>hεπτά</i> <span style="color: red;"><</span> ΙE <i>septm</i> «[[επτά]]» ([[πρβλ]]. αρχ. ινδ. <i>sapta</i>, λατ. <i>septem</i>, αρμ. <i>ewťn</i>, αγγλ. <i>seven</i>, γερμ. <i>sieben</i>). To νεοελλ. [[εφτά]], από [[τροπή]] του συμφων. συμπλέγματος -<i>πτ</i>- σε -<i>φτ</i>- ([[πρβλ]]. [[πτωχός]]-[[φτωχός]]), χρησιμοποιείται [[συχνά]] ως α’ συνθετικό ([[εφτά]]-) με επιτατική [[σημασία]] ([[πρβλ]]. [[εφτάψυχος]]). Στον ίδιο ΙΕ τ. <i>septm</i> ανάγεται και το τακτικό αριθμητικό [[έβδομος]] (δωρ. <i>έβδεμος</i>) <span style="color: red;"><</span> <i>sebd</i>-<i>mos</i> ([[πρβλ]]. αρχ. σλαβ. <i>sedmŭ</i>), με [[ανάπτυξη]] του -<i>ο</i>-, <span style="color: red;"><</span> <i>septm</i>-<i>os</i>, με [[τροπή]] τών άηχων -<i>πτ</i>- στα αντίστοιχα ηχηρά -<i>βδ</i>-. Κατ’ [[άλλη]] [[άποψη]], ο τ. [[έβδομος]] <span style="color: red;"><</span> <i>έβδαμος</i>, το -<i>ο</i>- αναλογικά [[προς]] το <i>οκτοFoς</i> (<b>βλ.</b> [[οκτώ]]), <span style="color: red;"><</span> <i>έπταμος</i> <span style="color: red;"><</span> <i>εβδμᾱ</i>-<i>κοντ</i>- που ανάγεται στον ΙΕ τ. <i>septm</i>-<i>kont</i>-. Στον Όμηρο απαντά τ. [[εβδόματος]], που [[είναι]] [[προϊόν]] αναλογίας [[προς]] το [[δέκατος]]. Το παράγωγο [[εβδομάς]] (νεοελλ. (<i>ε</i>)[[βδομάδα]]) του τ. [[έβδομος]] [[είναι]] αρχαιότερος τ. από τη λ. [[επτάς]], ενώ το σύνθετο [[εβδομήκοντα]] εμφανίζει ως α’ συνθετικό το θ. του τακτικού αριθμητικού <i>έβδομ</i>-<i>ος</i> ([[πρβλ]]. <i>ογδο</i>-<i>ήκοντα</i>) και ως β’ συνθετικό το -<i>ηκοντα</i> ([[πρβλ]]. <i>ενεν</i>-<i>ήκοντα</i>). Ο δωρ. τ. <i>εβδεμήκοντα</i> προήλθε από [[αφομοίωση]] και αναλογικά [[προς]] αυτόν ερμηνεύεται και ο τ. <i>έβδεμος</i>. Το νεοελλ. [[εβδομήντα]] <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[εβδομήκοντα]] ([[πρβλ]]. [[εξήντα]] <span style="color: red;"><</span> [[εξήκοντα]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[επτάδα]], [[επτακόσιοι]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επταδεύω]], <i>επταίος</i>, [[επτακάτιοι]], <i>επτάκις</i>, [[επταπλούς]], [[έπταχα]], <i>επταχῄ</i>, [[επταχώς]]<br /><b>μσν.</b><br /><i>επτάι</i><br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επταδικός]], <i>επτάρι</i>, <i>εφτακόσια</i>, [[εφτάρα]], [[εφτάρι]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <i>επτάβουλος</i>, [[επταγράμματος]], [[επτάγωνος]], [[επταδάκτυλος]], [[επτάδραχμος]], [[επτάδυμος]], [[επταετής]], [[επταετία]], [[επταήμερος]], [[επτάκωλος]], [[επτάλοφος]], [[επταμελής]], [[επταμερής]], [[επτάμηνος]], [[επτάπηχυς]], [[επταπλάσιος]], [[επτάπλευρος]], [[επτάπυλος]], [[επτάπυργος]], [[επτάσημος]], [[επτάτευχος]], [[επτάτονος]], [[επτάφυλλος]], [[επτάφωνος]], [[επτάφωτος]], [[επτάχορδος]], [[επτάχρονος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επτάγλωσσος]], [[επτάδουλος]], [[επτάειδος]], [[επτάζωνος]], <i>επτάθεος</i>, [[επτακαίδεκα]], [[επτάκαυλος]], [[επτακέφαλος]], [[επτάκλινος]], [[επτακότυλος]], [[επτάκτις]], [[επτάκτυπος]], [[επτάλοβος]], [[επτάλογχος]], [[επτάλυχνος]], [[επτάμετρος]], [[επταμήκης]], [[επταμήτωρ]], [[επτάμιτος]], [[επταμοιρία]], [[επταμόριος]], [[επτάμορφος]], [[επτάμυχος]], <i>επτάνομος</i>, [[επταπάλαιστος]], [[επταπέλεθρος]], [[επτάπηγος]], [[επταπλανής]], [[επταπόδης]], [[επτάπολις]], [[επτάπορος]], [[επτάπους]], [[επτάπυρος]], [[επτάρρους]], [[επτάστερος]], [[επτάστολος]], [[επτάστομος]], <i>επτάστροφος</i>, [[επτατάλαντος]], [[επτατειχής]], [[επτάτοκος]], <i>επταφανής</i>, [[επταφάρμακον]], [[επταφεγγής]], [[επτάφθογγος]], <i>επτάχαλκον</i>, [[επτάχους]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[επτάδελφος]], [[επτάκλων]], [[επτάκυκλος]], [[επτάριθμος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[επτάβιβλος]], [[επτάδρομος]], <i>επταέξ</i>, [[επτακόρυμβος]], [[επτάπαις]], [[επτάπληγος]], [[επτασήμαντος]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[επτάσκαλο]], [[επταστάδιος]], [[επτάστυλος]], [[επτάτομος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επτάδωρος]], [[επτάεδρος]], [[επτάζυμος]], [[επταθύλακος]], [[επταμηνία]], [[επταώροφος]], [[επτάστιχος]], [[επτάτοξος]], <i>εφτάγ</i>(<i>ε</i>)<i>ιανος</i>, [[εφτάγερος]], [[εφτάδιπλος]], [[εφτάδυμος]], [[εφταήμερο]], <i>εφταΐδιος</i>, [[εφτακάθαρος]], [[εφτακακομοίρης]], [[εφτάκαλος]], [[εφτάκοιλος]], [[εφτάλοφος]], [[εφτάμερος]], [[εφταμηνίτης]], [[εφτάνευρο]], [[εφταπάρθενος]], [[εφτάπατος]], [[εφτάπορτος]], [[εφτάστερος]], [[εφτάστομος]], [[εφτασφράγιστος]], [[εφτατόμαρος]], [[εφτάφωτος]], [[εφτάχορδος]], [[εφτάχρωμος]], [[εφτάψηλος]], [[εφτάψυχος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm