Anonymous

σκαληνός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "ἀριθμὸς" to "ἀριθμὸς"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "ἀριθμὸς" to "ἀριθμὸς")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σκᾰληνός''': -ή, -όν, καὶ ἐν Ἀνθ. Π. παράρτ. 48. 3, ός, όν, [[ἀνώμαλος]], [[ἄνισος]], Δημόκρ. παρὰ Θεοφρ. περὶ Αἰσθ. 66· ἀταρπὸς σκ., [[ἀκανόνιστος]], [[ἀνώμαλος]], σκολιὰ [[ἀτραπός]], Ἀνθ. ἔνθ’ ἀνωτ.· σκ. [[φλέψ]], λοξὴ φλ., Ἱππ. 910Β· - [[ἀριθμὸς]] σκ., περιττὸς [[ἀριθμὸς]] (ἴδε [[ἰσοσκελής]]), Πλάτ. Εὐθύφρων 12D· τρίγωνον σκ., ἔχον τὰς [[τρεῖς]] πλευρὰς ἀνίσους, Τίμ. Λοκρ. 98Β· οὕτω, τὸ σκαληνὸν Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 23, 1· πρβλ. [[σκαληνής]], Ἡσύχ., Ἐπίρρ. -νῶς, Ἐπιφάν. (Πιθαν. συγγενὲς τῷ [[σκολιός]]).
|lstext='''σκᾰληνός''': -ή, -όν, καὶ ἐν Ἀνθ. Π. παράρτ. 48. 3, ός, όν, [[ἀνώμαλος]], [[ἄνισος]], Δημόκρ. παρὰ Θεοφρ. περὶ Αἰσθ. 66· ἀταρπὸς σκ., [[ἀκανόνιστος]], [[ἀνώμαλος]], σκολιὰ [[ἀτραπός]], Ἀνθ. ἔνθ’ ἀνωτ.· σκ. [[φλέψ]], λοξὴ φλ., Ἱππ. 910Β· - [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] σκ., περιττὸς [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] (ἴδε [[ἰσοσκελής]]), Πλάτ. Εὐθύφρων 12D· τρίγωνον σκ., ἔχον τὰς [[τρεῖς]] πλευρὰς ἀνίσους, Τίμ. Λοκρ. 98Β· οὕτω, τὸ σκαληνὸν Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 23, 1· πρβλ. [[σκαληνής]], Ἡσύχ., Ἐπίρρ. -νῶς, Ἐπιφάν. (Πιθαν. συγγενὲς τῷ [[σκολιός]]).
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σκαληνός:''' -ή, -όν, [[ανώμαλος]], [[άνισος]]· [[ἀριθμὸς]] [[σκαληνός]], [[περιττός]], «[[μονός]]» [[αριθμός]], σε Πλάτ.· [[τρίγωνον]] σκαληνόν, [[τρίγωνο]] που έχει και τις [[τρεις]] πλευρές του άνισες, σε Αριστ.· λέγεται για [[μονοπάτι]], [[ανώμαλος]], σε Ανθ.
|lsmtext='''σκαληνός:''' -ή, -όν, [[ανώμαλος]], [[άνισος]]· [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] [[σκαληνός]], [[περιττός]], «[[μονός]]» [[αριθμός]], σε Πλάτ.· [[τρίγωνον]] σκαληνόν, [[τρίγωνο]] που έχει και τις [[τρεις]] πλευρές του άνισες, σε Αριστ.· λέγεται για [[μονοπάτι]], [[ανώμαλος]], σε Ανθ.
}}
}}
{{elnl
{{elnl
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=σκᾰληνός, ή, όν<br />[[uneven]], [[unequal]], [[ἀριθμὸς]] σκ. an odd [[number]], Plat.; [[τρίγωνον]] σκ. a [[triangle]] with [[unequal]] sides, Arist.; of a [[path]], [[uneven]], Anth.
|mdlsjtxt=σκᾰληνός, ή, όν<br />[[uneven]], [[unequal]], [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] σκ. an odd [[number]], Plat.; [[τρίγωνον]] σκ. a [[triangle]] with [[unequal]] sides, Arist.; of a [[path]], [[uneven]], Anth.
}}
}}
{{FriskDe
{{FriskDe
|ftr='''σκαληνός''': {skalēnós}<br />'''Forms''': [[σκαλλίον]]<br />'''Grammar''': n.<br />'''Meaning''': N. eines kleinen Bechers (Philet. ap. Ath., H.).<br />'''Etymology''': ermutung von Bechtel Dial. 1, 125: zu anord. ''skalle'' m. [[Hirnschale]], [[Schädel]].<br />'''See also''': s. [[σκάλλω]].<br />'''Page''' 2,715
|ftr='''σκαληνός''': {skalēnós}<br />'''Forms''': [[σκαλλίον]]<br />'''Grammar''': n.<br />'''Meaning''': N. eines kleinen Bechers (Philet. ap. Ath., H.).<br />'''Etymology''': ermutung von Bechtel Dial. 1, 125: zu anord. ''skalle'' m. [[Hirnschale]], [[Schädel]].<br />'''See also''': s. [[σκάλλω]].<br />'''Page''' 2,715
}}
}}