Anonymous

γενεθλιαλογικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2"
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=geneqlialogiko/s
|Beta Code=geneqlialogiko/s
|Definition=ή, όν, [[of nativity-casting]] or [[for nativity-casting]], Ptol. ''Tetr.'' 54 ; ἡ [[γενεθλιαλογική]] (sub. τέχνη), = [[γενεθλιαλογία]] ([[casting of nativities]], [[astrology]]), Ph. 1.464.
|Definition=ή, όν, [[of nativity-casting]] or [[for nativity-casting]], Ptol. ''Tetr.'' 54 ; ἡ [[γενεθλιαλογική]] (sub. τέχνη), = [[γενεθλιαλογία]] ([[casting of nativities]], [[astrology]]), Ph. 1.464.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[concerniente a los horóscopos]] μέρος Ptol.<i>Tetr</i>.2.1.2, κέντρα Vett.Val.76.14, ζῴδιον Vett.Val.203.12, ῥήματα Procl.<i>in R</i>.129.12<br /><b class="num">•</b>subst. ἡ γ. (<i>sc</i>. τέχνη) [[arte de hacer horóscopos]], [[astrología]] Ph.1.464<br /><b class="num">•</b>ὁ γ. [[autor de horóscopos]] Gal.15.441.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''γενεθλιᾱλογικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ [[ἐπιτήδειος]] εἰς τὸ μαντεύεσθαι ἐκ τῶν ἀστερισμῶν, Ὠριγέν., κλπ.· ἡ -κὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]) = τῷ προηγ., Φίλων 1. 466.
|lstext='''γενεθλιᾱλογικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ [[ἐπιτήδειος]] εἰς τὸ μαντεύεσθαι ἐκ τῶν ἀστερισμῶν, Ὠριγέν., κλπ.· ἡ -κὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]) = τῷ προηγ., Φίλων 1. 466.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[concerniente a los horóscopos]] μέρος Ptol.<i>Tetr</i>.2.1.2, κέντρα Vett.Val.76.14, ζῴδιον Vett.Val.203.12, ῥήματα Procl.<i>in R</i>.129.12<br /><b class="num">•</b>subst. ἡ γ. (<i>sc</i>. τέχνη) [[arte de hacer horóscopos]], [[astrología]] Ph.1.464<br /><b class="num">•</b>ὁ γ. [[autor de horóscopos]] Gal.15.441.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γενεθλιαλογικός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[γενεθλιαλογία]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η γενεθλιαλογική</i><br />η [[γενεθλιαλογία]].
|mltxt=[[γενεθλιαλογικός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[γενεθλιαλογία]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η γενεθλιαλογική</i><br />η [[γενεθλιαλογία]].
}}
}}