3,277,068
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=e)ntu/pwma | |Beta Code=e)ntu/pwma | ||
|Definition=ατος, τό, [[that which is graved]], <b class="b3">χηλῆς ἐ</b>., of a pier, <span class="bibl">Agatharch.92</span>. | |Definition=ατος, τό, [[that which is graved]], <b class="b3">χηλῆς ἐ</b>., of a pier, <span class="bibl">Agatharch.92</span>. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[impronta]], [[imagen]] ὁ τῶν ἐν ταῖς σφραγῖσιν ἐντυπωμάτων τορευτικός Clem.Al.<i>Strom</i>.1.4.26.<br /><b class="num">2</b> [[traza]], [[estructura]] οὐ γὰρ ἔστιν οὐ λιμὴν εὔορμος ... οὐ κόλπος ἐπὶ σκέπης ... οὐ χηλῆς [[ἐντύπωμα]] no hay ni puerto cómodo para fondear ... ni golfo para protegerse ... ni traza de rompeolas</i> Agatharch.92. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐντύπωμα''': τό, σκάλισμα, [[ἐγχάραγμα]], τῶν ἐν ταῖς σφραγῖσιν ἐντυπωμάτων Κλήμ. Ἀλ. 33, πρβλ. ἐκτ-. ΙΙ. [[σχῆμα]] καμπύλον ἢ κοῖλον, ἐπὶ κυματοθραύστου (μόλου), οὐ χηλῆς [[ἐντύπωμα]] Ἀγαθαρχ. ἐν τῇ Φωτ. Βιβλιοθ. 457. 30. | |lstext='''ἐντύπωμα''': τό, σκάλισμα, [[ἐγχάραγμα]], τῶν ἐν ταῖς σφραγῖσιν ἐντυπωμάτων Κλήμ. Ἀλ. 33, πρβλ. ἐκτ-. ΙΙ. [[σχῆμα]] καμπύλον ἢ κοῖλον, ἐπὶ κυματοθραύστου (μόλου), οὐ χηλῆς [[ἐντύπωμα]] Ἀγαθαρχ. ἐν τῇ Φωτ. Βιβλιοθ. 457. 30. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το (Α [[ἐντύπωμα]])<br />το [[αποτέλεσμα]] του [[εντυπώνω]] ([[εντυπώ]]), το [[αποτύπωμα]], το [[ίχνος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ανατ.</b> [[κοιλότητα]] [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] ενός οργάνου [[μέσα]] στην οποία εισχωρεί [[τμήμα]] άλλου οργάνου<br /><b>αρχ.</b><br />το [[σχήμα]] που χαράχθηκε ή αποτυπώθηκε με [[πίεση]], [[εγχάραγμα]], [[σκάλισμα]]. | |mltxt=το (Α [[ἐντύπωμα]])<br />το [[αποτέλεσμα]] του [[εντυπώνω]] ([[εντυπώ]]), το [[αποτύπωμα]], το [[ίχνος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ανατ.</b> [[κοιλότητα]] [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] ενός οργάνου [[μέσα]] στην οποία εισχωρεί [[τμήμα]] άλλου οργάνου<br /><b>αρχ.</b><br />το [[σχήμα]] που χαράχθηκε ή αποτυπώθηκε με [[πίεση]], [[εγχάραγμα]], [[σκάλισμα]]. | ||
}} | }} |