Anonymous

διαθέω: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0578.png Seite 578]] (s. θέω, 1) hin u. her, umherlaufen; ἐν τῷ ἄστει Thuc. 8, 92; διά τινος, durch etwas hin, Plut. Caes. 26; ἀστέρες, Arist. Meteor. 1, 4, 5; ähnl. [[φόβος]] διαθέων ἐν τῇ στρατιᾷ Xen. Cyr. 6, 2, 13. – 2) durchlaufen, von der Rede, Xen. Oec. 20, 3. – 3) um die Wette laufen, Piat. Theaet. 148 c; [[πρός]] τινα, Plut. ad. et am. discr. 23; τὴν ἱερὰν λαμπάδα, im Fackellauf, Sol. 1.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0578.png Seite 578]] (s. θέω, 1) hin u. her, umherlaufen; ἐν τῷ ἄστει Thuc. 8, 92; διά τινος, durch etwas hin, Plut. Caes. 26; ἀστέρες, Arist. Meteor. 1, 4, 5; ähnl. [[φόβος]] διαθέων ἐν τῇ στρατιᾷ Xen. Cyr. 6, 2, 13. – 2) durchlaufen, von der Rede, Xen. Oec. 20, 3. – 3) um die Wette laufen, Piat. Theaet. 148 c; [[πρός]] τινα, Plut. ad. et am. discr. 23; τὴν ἱερὰν λαμπάδα, im Fackellauf, Sol. 1.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> διαθεύσομαι, <i>etc.</i><br /><b>1</b> ([[διά]] de côté et d'autre) courir de tous côtés ; se répandre, se propager <i>en parl. d'un bruit, d'une panique, etc.</i><br /><b>2</b> ([[διά]] contre) courir pour lutter : δ. τὴν λαμπάδα PLUT disputer le prix de la course aux flambeaux.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[θέω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διαθέω''': μέλλ. -θεύσομαι, [[διατρέχω]], [[περιτρέχω]], Θουκ. 8. 92, κτλ.· ἐπὶ φημῶν, ἐξαπλοῦμαι, διαδίδομαι, Ξεν. Οἰκ. 20, 3· [[οὕτως]] ἐπὶ πανικοῦ φόβου, ὁ αὐτ. Κύρ. 6. 2, 13· ἀστέρες διαθέοντες, οἱ διᾴττοντες, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 5, 5. ΙΙ. [[τρέχω]] ἀγωνιζόμενος, Πλάτ. Θεαιτ. 148C· τινί, [[ἐναντίον]] τινὸς…, ὁ αὐτ. Πρωτ. 335Ε· [[πρός]] τινα Πλούτ. 2. 58Ε· - μετ’ αἰτιατ. συστοίχ., δ. τὴν λαμπάδα, [[ἀγωνίζομαι]] τὸν μετὰ λαμπάδος δρόμον, δηλ. τὴν λαμπαδηδρομίαν, ὁ αὐτ. Σόλωνι 1.
|lstext='''διαθέω''': μέλλ. -θεύσομαι, [[διατρέχω]], [[περιτρέχω]], Θουκ. 8. 92, κτλ.· ἐπὶ φημῶν, ἐξαπλοῦμαι, διαδίδομαι, Ξεν. Οἰκ. 20, 3· [[οὕτως]] ἐπὶ πανικοῦ φόβου, ὁ αὐτ. Κύρ. 6. 2, 13· ἀστέρες διαθέοντες, οἱ διᾴττοντες, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 5, 5. ΙΙ. [[τρέχω]] ἀγωνιζόμενος, Πλάτ. Θεαιτ. 148C· τινί, [[ἐναντίον]] τινὸς…, ὁ αὐτ. Πρωτ. 335Ε· [[πρός]] τινα Πλούτ. 2. 58Ε· - μετ’ αἰτιατ. συστοίχ., δ. τὴν λαμπάδα, [[ἀγωνίζομαι]] τὸν μετὰ λαμπάδος δρόμον, δηλ. τὴν λαμπαδηδρομίαν, ὁ αὐτ. Σόλωνι 1.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> διαθεύσομαι, <i>etc.</i><br /><b>1</b> ([[διά]] de côté et d'autre) courir de tous côtés ; se répandre, se propager <i>en parl. d'un bruit, d'une panique, etc.</i><br /><b>2</b> ([[διά]] contre) courir pour lutter : δ. τὴν λαμπάδα PLUT disputer le prix de la course aux flambeaux.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[θέω]].
}}
}}
{{grml
{{grml