Anonymous

δῆθεν: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0558.png Seite 558]] auch δῆθε, Eur. El. 268 (δήθήν, verstärktes δή); 1) <b class="b2">nämlich, freilich</b>, Suid. προσποίησιν ἀληθείας ἔχει, δύναμιν δὲ ψεύδους, d. h. die Sache ist nicht so wie sie scheint; z. B. οἵμιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθεν]], die ihn, wie er nämlich vorgab, hätten tödten wollen, Her. 2, 59; ὡς κατασκόπους [[δῆθεν]] ἐόντας 3, 136; οὐδὲ γὰρ ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ γνώμης παραινέσει [[δῆθεν]] τῷ κοινῷ ἐπρεσβεύσαντο Thuc. 1, 92; vgl. Aesch. Prom. 202; Soph. Tr. 382; Eur. Or. 1320; Plat. Polit. 297 c; gew. mit ironischem Ausdruck, vgl. Luc. Alex. 17, 39; [[δῆθεν]] μὲν – τὸ δ' ἀληθές stehen Heliod. 1, 14 gegenüber. – 2) = ἐντεῦθεν, Anacr. 1, 16; vgl. D. L. 4, 2, wohin vielleicht Her. 6, 138 zu rechnen, τί δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0558.png Seite 558]] auch δῆθε, Eur. El. 268 (δήθήν, verstärktes δή); 1) <b class="b2">nämlich, freilich</b>, Suid. προσποίησιν ἀληθείας ἔχει, δύναμιν δὲ ψεύδους, d. h. die Sache ist nicht so wie sie scheint; z. B. οἵμιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθεν]], die ihn, wie er nämlich vorgab, hätten tödten wollen, Her. 2, 59; ὡς κατασκόπους [[δῆθεν]] ἐόντας 3, 136; οὐδὲ γὰρ ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ γνώμης παραινέσει [[δῆθεν]] τῷ κοινῷ ἐπρεσβεύσαντο Thuc. 1, 92; vgl. Aesch. Prom. 202; Soph. Tr. 382; Eur. Or. 1320; Plat. Polit. 297 c; gew. mit ironischem Ausdruck, vgl. Luc. Alex. 17, 39; [[δῆθεν]] μὲν – τὸ δ' ἀληθές stehen Heliod. 1, 14 gegenüber. – 2) = ἐντεῦθεν, Anacr. 1, 16; vgl. D. L. 4, 2, wohin vielleicht Her. 6, 138 zu rechnen, τί δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι.
}}
{{bailly
|btext=<i>et</i> [[δῆθε]];<br /><i>adv.</i><br /><b>I.</b> <i>avec idée de temps</i>;<br /><b>1</b> maintenant;<br /><b>2</b> à partir de ce moment : [[τί]] δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι ; HDT une fois devenus adultes, que feront-ils à partir de ce moment ?;<br /><b>II.</b> c'est-à-dire, à savoir, <i>souv. en un sens iron.</i> : [[οἵ]] μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθε]] HDT ceux qui avaient voulu le faire périr, disait-il ; [[οὐκ]] ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ παραινέσει [[δῆθε]] THC non pour exercer une pression, mais, à les en croire, en vue de recommander.<br />'''Étymologie:''' δη, -θεν ; cf. [[δηθά]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δῆθεν''': (οὐχὶ δῆθε, [[ὅπερ]] παρ’ Εὐρ. Ἠλ. 268 διωρθώθη ὑπὸ τοῦ Elmst.)· ἐπίρρ., ἐπιτεταμένος [[τύπος]] τοῦ δή, πράγματι, ἀληθῶς, τί δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι; τί λοιπὸν θὰ πράξωσιν, [[ὅταν]] ἀληθῶς γείνωσιν ἄνδρες; Ἡρόδ. 6. 138· ἄρτι [[δῆθεν]] Πλάτ. Πολιτ. 297C· ― [[ὡσαύτως]] ἐπεξηγητικόν, ὡς τὸ Λατ. videlicet, [[ἤτοι]], [[δηλαδή]], ὡς [[Ζεύς|Ζεὺς]] ἀνάσσοι [[δῆθεν]] Αἰσχύλ. Πρ. 202 ὡς παῖδα δ. μὴ τέκνοις Εὐρ. Ἠλ. 268, πρβλ. Ἴων. 831· ― [[ἀλλά]]. 2) κατὰ τὸ πλεῖστον εἰρωνικῶς, ὡς τὸ [[δηλαδή]], Λατ. scilicet, «[[τάχα]]», πρὸς δήλωσιν ὅτι τὸ λεγόμενον δὲν [[εἶναι]] ἀληθές, οἵμιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθεν]]…, ὡς αὐτὸς προσεποιεῖτο, Ἡρόδ. 1. 59· [[δῆθεν]] οὐδὲν ἱστορῶν Σοφ. Τρ. 382· οὐκ ἐπὶ κωλύμῃ ἀλλὰ παραινέσει [[δῆθεν]] Θουκ. 1. 92, πρβλ. 12… 3. 111· ― [[συχνάκις]] μετὰ τὸ ὡς, κατὰ τὸ πλεῖστον παρεντιθεμένης λέξεως, φέροντος ὡς ἄγρην [[δῆθεν]] Ἡρόδ. 1. 73· ὡς κατασκόπους δ. ἐόντας ὁ αὐτ. 3. 136, πρβλ. 6. 39., 8. 5· παρὰ ποιηταῖς πρὸ τοῦ ὡς, [[κέντρον]] [[δῆθεν]] ὡς ἔχων χερὶ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 949· εἴσιμεν… [[δῆθεν]] ὡς θανούμενοι ὁ αὐτ. Ὀρ. 1119, πρβλ. Αἰσχύλ. Θήβ. 247 θεατὴν [[δῆθεν]] ὠς οὐκ ὄντ’ ἐμὸν Εὐρ. Ἴωνι 656 ΙΙ. ἀπὸ τοῦ χρόνου ἐκείνου, [[ἔκτοτε]], Ἀνακρεοντ. 1. 16, πρβλ. Ἡσύχ.
|lstext='''δῆθεν''': (οὐχὶ δῆθε, [[ὅπερ]] παρ’ Εὐρ. Ἠλ. 268 διωρθώθη ὑπὸ τοῦ Elmst.)· ἐπίρρ., ἐπιτεταμένος [[τύπος]] τοῦ δή, πράγματι, ἀληθῶς, τί δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι; τί λοιπὸν θὰ πράξωσιν, [[ὅταν]] ἀληθῶς γείνωσιν ἄνδρες; Ἡρόδ. 6. 138· ἄρτι [[δῆθεν]] Πλάτ. Πολιτ. 297C· ― [[ὡσαύτως]] ἐπεξηγητικόν, ὡς τὸ Λατ. videlicet, [[ἤτοι]], [[δηλαδή]], ὡς [[Ζεύς|Ζεὺς]] ἀνάσσοι [[δῆθεν]] Αἰσχύλ. Πρ. 202 ὡς παῖδα δ. μὴ τέκνοις Εὐρ. Ἠλ. 268, πρβλ. Ἴων. 831· ― [[ἀλλά]]. 2) κατὰ τὸ πλεῖστον εἰρωνικῶς, ὡς τὸ [[δηλαδή]], Λατ. scilicet, «[[τάχα]]», πρὸς δήλωσιν ὅτι τὸ λεγόμενον δὲν [[εἶναι]] ἀληθές, οἵμιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθεν]]…, ὡς αὐτὸς προσεποιεῖτο, Ἡρόδ. 1. 59· [[δῆθεν]] οὐδὲν ἱστορῶν Σοφ. Τρ. 382· οὐκ ἐπὶ κωλύμῃ ἀλλὰ παραινέσει [[δῆθεν]] Θουκ. 1. 92, πρβλ. 12… 3. 111· ― [[συχνάκις]] μετὰ τὸ ὡς, κατὰ τὸ πλεῖστον παρεντιθεμένης λέξεως, φέροντος ὡς ἄγρην [[δῆθεν]] Ἡρόδ. 1. 73· ὡς κατασκόπους δ. ἐόντας ὁ αὐτ. 3. 136, πρβλ. 6. 39., 8. 5· παρὰ ποιηταῖς πρὸ τοῦ ὡς, [[κέντρον]] [[δῆθεν]] ὡς ἔχων χερὶ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 949· εἴσιμεν… [[δῆθεν]] ὡς θανούμενοι ὁ αὐτ. Ὀρ. 1119, πρβλ. Αἰσχύλ. Θήβ. 247 θεατὴν [[δῆθεν]] ὠς οὐκ ὄντ’ ἐμὸν Εὐρ. Ἴωνι 656 ΙΙ. ἀπὸ τοῦ χρόνου ἐκείνου, [[ἔκτοτε]], Ἀνακρεοντ. 1. 16, πρβλ. Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=<i>et</i> [[δῆθε]];<br /><i>adv.</i><br /><b>I.</b> <i>avec idée de temps</i>;<br /><b>1</b> maintenant;<br /><b>2</b> à partir de ce moment : [[τί]] δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι ; HDT une fois devenus adultes, que feront-ils à partir de ce moment ?;<br /><b>II.</b> c'est-à-dire, à savoir, <i>souv. en un sens iron.</i> : [[οἵ]] μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθε]] HDT ceux qui avaient voulu le faire périr, disait-il ; [[οὐκ]] ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ παραινέσει [[δῆθε]] THC non pour exercer une pression, mais, à les en croire, en vue de recommander.<br />'''Étymologie:''' δη, -θεν ; cf. [[δηθά]].
}}
}}
{{grml
{{grml