3,277,300
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0436.png Seite 436]] ἡ, 1) der Probierstein, lapis lydius, χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει Pind. P. 10, 67; χρυσὸς τριβόμενος βασάνῳ Theogn. 250; übertr., Sp. D., z. B. ἐν βασάνῳ σοφίης κρίνεσθαι Mnasale. 15 (VII, 54). – 2) Untersuchung, ἐς πᾶσαν β. ἀφικνεῖσθαι Her. 8, 110; ἐς βάσανον χερῶν εἶ Soph. O. C. 839; vgl. O. R. 492; ἐπ' [[ἄλλην]] β. ἀναφέρειν Plat. Gorg. 487 e; προσφέρειν τινί Phil. 23 a; β. λαμβάνειν τινός, Prüfung anstellen, Tim. 68 d; βάσανον δοῦναι, Probe, Beweis von etwas geben, Ar. Th. 801; Plat. Legg. VI, 751 c; τοῦ πιστοὶ εἶναι Xen. Cyr. 7, 5, 64; vgl. ἱκανὴν β. ἔχειν τινός Lys. 26, 17; Untersuchung durch die Folter, ἀκριβέστατος [[ἔλεγχος]] Is. 8, 12; εἰς βάσανον διδόναι Antiph. 1, 11; 5, 31; ἐκ βασάνων τἀληθῆ λέγειν Is. 8, 12, auf der Folter, durch die Folterwerkzeuge; so öfter bei den Rednern; das durch die Folter erzwungene Geständniß, Dem. 23, 24; vgl. Harpocr. Bei Sp. übh. Marter, Qual, z. B. N. T. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0436.png Seite 436]] ἡ, 1) der Probierstein, lapis lydius, χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει Pind. P. 10, 67; χρυσὸς τριβόμενος βασάνῳ Theogn. 250; übertr., Sp. D., z. B. ἐν βασάνῳ σοφίης κρίνεσθαι Mnasale. 15 (VII, 54). – 2) Untersuchung, ἐς πᾶσαν β. ἀφικνεῖσθαι Her. 8, 110; ἐς βάσανον χερῶν εἶ Soph. O. C. 839; vgl. O. R. 492; ἐπ' [[ἄλλην]] β. ἀναφέρειν Plat. Gorg. 487 e; προσφέρειν τινί Phil. 23 a; β. λαμβάνειν τινός, Prüfung anstellen, Tim. 68 d; βάσανον δοῦναι, Probe, Beweis von etwas geben, Ar. Th. 801; Plat. Legg. VI, 751 c; τοῦ πιστοὶ εἶναι Xen. Cyr. 7, 5, 64; vgl. ἱκανὴν β. ἔχειν τινός Lys. 26, 17; Untersuchung durch die Folter, ἀκριβέστατος [[ἔλεγχος]] Is. 8, 12; εἰς βάσανον διδόναι Antiph. 1, 11; 5, 31; ἐκ βασάνων τἀληθῆ λέγειν Is. 8, 12, auf der Folter, durch die Folterwerkzeuge; so öfter bei den Rednern; das durch die Folter erzwungene Geständniß, Dem. 23, 24; vgl. Harpocr. Bei Sp. übh. Marter, Qual, z. B. N. T. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ἡ) :<br /><b>I.</b> pierre de touche;<br /><b>II.</b> <i>fig.</i> <b>1</b> moyen d'éprouver, épreuve;<br /><b>2</b> épreuve par la torture, mise à la question.<br />'''Étymologie:''' DELG mot <i>égyptien</i> bahan, désignant une espèce de schiste utilisé comme pierre de touche. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βάσᾰνος''': [βᾰ], ἡ, ἡ [[Λυδία]] [[λίθος]],ἡ πρὸς δοκιμὴν τοῦ χρυσίου, Λατ. la pis Lvdius, μέλαινα τὴν χροιάν, ἐφ' ἧς ὁ καθαρὸς χρυσὸς τριβεὶς ἀφίνει ἰδιαίτερον [[ἴχνος]],ἐς βάσανον δ' ἐλθὼν παρατρίβομαι [[ὥστε]] μολύβδῳ χρυσὸς Θέογν. 417· χρυσὸν τριβόμενον βασάνῳ [[αὐτόθι]] 450, πρβλ. 1005· παρατρίβεσθαι πρὸς τὰς β. Ἀριστ.π.Χρωμ.3.7. ΙΙ.ἡ [[χρῆσις]] τῆς λίθου ταύτης πρὸς δοκιμήν, χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει Πίνδ. II.10.105· [[καθόλου]], δοκιμὴ καὶ [[ἔρευνα]] ὁρίζουσα ἂν τὸ [[πρᾶγμα]] [[εἶναι]] γνήσιον, σωστὸν ἢ πραγματικόν, οὐκ ἔστι μείζων;β. χρόνου Σιμων.101· ἐς πᾶσαν β. ἀπικνέεσθαι Ἡρόδ. 8.110· δοῦναί τι βασάνῳ Πίνδ. Ν.8.33· σοφὸς ὤφθη, βασάνῳ θ' ἁδύπολις Σοφ. Ο.Τ.510. πρβλ. 494· βάσανον λαμβάνειν [[περί]] τινος Πλάτ. Νόμ. 648Β· εἰς β. εἶ χερῶν, θὰ ἔλθῃς εἰς δοκιμὴν τῆς ἰσχύος σου .Σοφ. Ο.Κ. 835· [[πλοῦτος]] β. ἀνθρώπου τρόπων Ἀντιφ. ἐν Ἀδήλ. 60· [νόσου]ἔσχ' ἐπί σοὶ βάσανον, σὺ πρῶτος τὴν ἐδοκίμασας,δηλ. σὺ πρῶτος τὴν εἶχες, Ἐπιγράμ. Ἑλλην. 722· πρβλ. [[ἔλεγχος]] ΙΙ. ΙΙΙ. [[ἐξέτασις]] διὰ βασάνου, [[ἀνάκρισις]] δι' ἐφαρμογῆς βασάνου, ἐν χρήσει πρὸς ἀπόσπασιν μαρτυρίας ἀπὸ τῶν δούλων, Ἀντιφῶν 112.24.,133.29,κτλ.., ἴδε Ἀριστ. Ρητ. 1.15,26· εἰς βάσανον παραδιδόναι Ἰσαῖ. 70.34· ἐκ βασάνων εἰπεῖν [[αὐτόθι]] 8· κατὰ πληθ., [[ὁμολογία]] διὰ βασάνου, Δημ. 1254.9· -ἦτο ἀπηγορευμένον νὰ βασανίσῃ τις τὸν ἐλεύθερον ἐν Ἀθήναις,Ἀνδοκ. 6.44,Λυσ. 102.4.,132.16· ἴδε Λεξ. Ἀρχαιοτήτων ἐν λ. tormentum. 2) [[κόπος]] βασανιστικός, [[βάσανος]] τῆς νόσου,κτλ.., Σέξτ. Ἐμπ. Μ.6.24, Εὐαγγ. κ. Ματθ. δ', 24. (Ἐν τῇ Σανσκρ. [[ὡσαύτως]] ἀπαντᾷ μεμονωμένος τις [[τύπος]] p âshânas (lapis),καὶ ἐν τῇ Ἑβραïκῇ, Bâshan=Βασαλτικὴ [[χώρα]]· ἀλλ' "η ἀρχὴ τῶν λέξεων τούτων [[εἶναι]] [[ἄγνωστος]]). | |lstext='''βάσᾰνος''': [βᾰ], ἡ, ἡ [[Λυδία]] [[λίθος]],ἡ πρὸς δοκιμὴν τοῦ χρυσίου, Λατ. la pis Lvdius, μέλαινα τὴν χροιάν, ἐφ' ἧς ὁ καθαρὸς χρυσὸς τριβεὶς ἀφίνει ἰδιαίτερον [[ἴχνος]],ἐς βάσανον δ' ἐλθὼν παρατρίβομαι [[ὥστε]] μολύβδῳ χρυσὸς Θέογν. 417· χρυσὸν τριβόμενον βασάνῳ [[αὐτόθι]] 450, πρβλ. 1005· παρατρίβεσθαι πρὸς τὰς β. Ἀριστ.π.Χρωμ.3.7. ΙΙ.ἡ [[χρῆσις]] τῆς λίθου ταύτης πρὸς δοκιμήν, χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει Πίνδ. II.10.105· [[καθόλου]], δοκιμὴ καὶ [[ἔρευνα]] ὁρίζουσα ἂν τὸ [[πρᾶγμα]] [[εἶναι]] γνήσιον, σωστὸν ἢ πραγματικόν, οὐκ ἔστι μείζων;β. χρόνου Σιμων.101· ἐς πᾶσαν β. ἀπικνέεσθαι Ἡρόδ. 8.110· δοῦναί τι βασάνῳ Πίνδ. Ν.8.33· σοφὸς ὤφθη, βασάνῳ θ' ἁδύπολις Σοφ. Ο.Τ.510. πρβλ. 494· βάσανον λαμβάνειν [[περί]] τινος Πλάτ. Νόμ. 648Β· εἰς β. εἶ χερῶν, θὰ ἔλθῃς εἰς δοκιμὴν τῆς ἰσχύος σου .Σοφ. Ο.Κ. 835· [[πλοῦτος]] β. ἀνθρώπου τρόπων Ἀντιφ. ἐν Ἀδήλ. 60· [νόσου]ἔσχ' ἐπί σοὶ βάσανον, σὺ πρῶτος τὴν ἐδοκίμασας,δηλ. σὺ πρῶτος τὴν εἶχες, Ἐπιγράμ. Ἑλλην. 722· πρβλ. [[ἔλεγχος]] ΙΙ. ΙΙΙ. [[ἐξέτασις]] διὰ βασάνου, [[ἀνάκρισις]] δι' ἐφαρμογῆς βασάνου, ἐν χρήσει πρὸς ἀπόσπασιν μαρτυρίας ἀπὸ τῶν δούλων, Ἀντιφῶν 112.24.,133.29,κτλ.., ἴδε Ἀριστ. Ρητ. 1.15,26· εἰς βάσανον παραδιδόναι Ἰσαῖ. 70.34· ἐκ βασάνων εἰπεῖν [[αὐτόθι]] 8· κατὰ πληθ., [[ὁμολογία]] διὰ βασάνου, Δημ. 1254.9· -ἦτο ἀπηγορευμένον νὰ βασανίσῃ τις τὸν ἐλεύθερον ἐν Ἀθήναις,Ἀνδοκ. 6.44,Λυσ. 102.4.,132.16· ἴδε Λεξ. Ἀρχαιοτήτων ἐν λ. tormentum. 2) [[κόπος]] βασανιστικός, [[βάσανος]] τῆς νόσου,κτλ.., Σέξτ. Ἐμπ. Μ.6.24, Εὐαγγ. κ. Ματθ. δ', 24. (Ἐν τῇ Σανσκρ. [[ὡσαύτως]] ἀπαντᾷ μεμονωμένος τις [[τύπος]] p âshânas (lapis),καὶ ἐν τῇ Ἑβραïκῇ, Bâshan=Βασαλτικὴ [[χώρα]]· ἀλλ' "η ἀρχὴ τῶν λέξεων τούτων [[εἶναι]] [[ἄγνωστος]]). | ||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater |