3,277,286
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[ser oficial]] de un barco διοπεύων τὴν ναῦν D.35.20, 34, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. de una ciudad [[ἀκάτιον]]· ὁ διοπεύων τὴν πόλιν ἄρχων Hsch. | |dgtxt=[[ser oficial]] de un barco διοπεύων τὴν ναῦν D.35.20, 34, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. de una ciudad [[ἀκάτιον]]· ὁ διοπεύων τὴν πόλιν ἄρχων Hsch. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=être commandant de navire.<br />'''Étymologie:''' [[δίοπος]]¹, codd. [[διοπτεύω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διοπεύω''': ἐπιστατῶ κατὰ τὴν φόρτωσιν πλοίου, [[ἐπιβλέπω]] εἰς τὸ [[φορτίον]] καὶ τὴν φόρτωσιν (πρβλ. [[δίοπος]], ὁ, ΙΙ), δ. τὴν ναῦν (κατὰ διόρθ. τοῦ Δινδ. ἐκ τοῦ Ἁρποκρ. ἀντὶ τοῦ διοπτεύων), παρὰ Δημ. 929. 20., 934. 22. | |lstext='''διοπεύω''': ἐπιστατῶ κατὰ τὴν φόρτωσιν πλοίου, [[ἐπιβλέπω]] εἰς τὸ [[φορτίον]] καὶ τὴν φόρτωσιν (πρβλ. [[δίοπος]], ὁ, ΙΙ), δ. τὴν ναῦν (κατὰ διόρθ. τοῦ Δινδ. ἐκ τοῦ Ἁρποκρ. ἀντὶ τοῦ διοπτεύων), παρὰ Δημ. 929. 20., 934. 22. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |