3,258,334
edits
m (Text replacement - " :" to ":") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=*lakedai/mwn | |Beta Code=*lakedai/mwn | ||
|Definition=ονος, ἡ, voc. -ον [[varia lectio|v.l.]] in Pi.P.10.1:—[[Lacedaemon]], the capital of [[Laconia]], Od.13.414, etc.; also, [[Laconia]] itself, Il.2.581, Hdt.1.67, etc.: also as adjective, Διὸς Λακεδαίμονος Id.6.56; Λ. γῆς E.Hel.474:—but regul. Adj. [[Λακεδαιμόνιος]], α, ον, of persons, Hdt.7.228, etc., [[Λακωνικός]] being commonly used of things; but Λακεδαιμόνιοι ἀστέρες Call.Lav.Pall.24. | |Definition=ονος, ἡ, voc. -ον [[varia lectio|v.l.]] in Pi.P.10.1:—[[Lacedaemon]], the capital of [[Laconia]], Od.13.414, etc.; also, [[Laconia]] itself, Il.2.581, Hdt.1.67, etc.: also as adjective, Διὸς Λακεδαίμονος Id.6.56; Λ. γῆς E.Hel.474:—but regul. Adj. [[Λακεδαιμόνιος]], α, ον, of persons, Hdt.7.228, etc., [[Λακωνικός]] being commonly used of things; but Λακεδαιμόνιοι ἀστέρες Call.Lav.Pall.24. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ονος (ἡ) :<br /><b>1</b> Lacédémone, <i>capitale de la Laconie</i>;<br /><b>2</b> contrée du Péloponnèse, autre nom de la Laconie. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Λᾰκεδαίμων''': -ονος, ἡ, κλητ. ον, Πινδ. Π. 10. 1· ― ἡ πρωτεύουσα τῆς Λακωνίας· [[ὡσαύτως]] αὐτὴ ἡ Λακωνία, Ὅμ., Ἡρόδ., κτλ., πρβλ. Müller Dor. 1. 4, 93· - [[ὡσαύτως]] ὡς ἐπίθ., Διὸς Λακεδαίμονος Ἡρόδ. 6. 56· Λακ. γῆς Εὐρ. Ἠλ. 474· ἀλλ. ὁμαλ. ἐπίθ. Λακεδαιμόνιος, α, ον, ἐπὶ προσώπων, Ἡρόδ., κτλ.· [[Λακωνικός]], κεῖται κοινῶς ἐπὶ πραγμάτων· ἀλλὰ Λακεδαιμόνιοι ἀστέρες Καλλ. Λουτρ. Παλλάδ. 24. (Ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Κουρτ. εἰς τὸ *λάξ, λακός, [[ὅπερ]] ὁ Ἡσύχ. ἀναφέρει ὡς = [[φάραγξ]]· εἰ [[οὕτως]] ἔχει, [[τότε]] αὐτὴ ἡ [[λέξις]] περιέχει τὴν ἔννοιαν τοῦ ἐπιθέτου, [[κητώεις]], ὃ ἴδε.) | |lstext='''Λᾰκεδαίμων''': -ονος, ἡ, κλητ. ον, Πινδ. Π. 10. 1· ― ἡ πρωτεύουσα τῆς Λακωνίας· [[ὡσαύτως]] αὐτὴ ἡ Λακωνία, Ὅμ., Ἡρόδ., κτλ., πρβλ. Müller Dor. 1. 4, 93· - [[ὡσαύτως]] ὡς ἐπίθ., Διὸς Λακεδαίμονος Ἡρόδ. 6. 56· Λακ. γῆς Εὐρ. Ἠλ. 474· ἀλλ. ὁμαλ. ἐπίθ. Λακεδαιμόνιος, α, ον, ἐπὶ προσώπων, Ἡρόδ., κτλ.· [[Λακωνικός]], κεῖται κοινῶς ἐπὶ πραγμάτων· ἀλλὰ Λακεδαιμόνιοι ἀστέρες Καλλ. Λουτρ. Παλλάδ. 24. (Ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Κουρτ. εἰς τὸ *λάξ, λακός, [[ὅπερ]] ὁ Ἡσύχ. ἀναφέρει ὡς = [[φάραγξ]]· εἰ [[οὕτως]] ἔχει, [[τότε]] αὐτὴ ἡ [[λέξις]] περιέχει τὴν ἔννοιαν τοῦ ἐπιθέτου, [[κητώεις]], ὃ ἴδε.) | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |