Anonymous

κίτρον: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1443.png Seite 1443]] τό, die Citrone, gewöhnlicher [[κιτρόμηλον]] od. [[μῆλον]] Μηδικόν genannt, Ath. III, 85 c; vgl. Lob. Phryn. 469.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1443.png Seite 1443]] τό, die Citrone, gewöhnlicher [[κιτρόμηλον]] od. [[μῆλον]] Μηδικόν genannt, Ath. III, 85 c; vgl. Lob. Phryn. 469.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />citron, <i>fruit</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt au <i>lat.</i> citrum.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κίτρον''': τό, ὁ [[καρπὸς]] τῆς κιτρέας, τὸ λεμόνι καὶ τὸ νῦν καλούμενον [[κίτρον]], Πάμφιλ. παρ’ Ἀθην. 85C· [[ὡσαύτως]], [[μῆλον]] Μηδικόν, καὶ κιτρόμηλον, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 469.
|lstext='''κίτρον''': τό, ὁ [[καρπὸς]] τῆς κιτρέας, τὸ λεμόνι καὶ τὸ νῦν καλούμενον [[κίτρον]], Πάμφιλ. παρ’ Ἀθην. 85C· [[ὡσαύτως]], [[μῆλον]] Μηδικόν, καὶ κιτρόμηλον, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 469.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />citron, <i>fruit</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt au <i>lat.</i> citrum.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Α [[κίτρον]])<br />ο [[καρπός]] του δέντρου [[κιτριά]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] που ανήκει στην [[τάξη]] [[ρουτώδη]] και στην [[οικογένεια]] [[ρουτίδες]] και το οποίο περιλαμβάνει 10 [[περίπου]] είδη, γνωστά ως [[εσπεριδοειδή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>citrum</i>, το οποίο αποτελεί πιθ. παράλληλο [[δάνειο]] της Λατινικής, μέσω της Ετρουσκικής, με το ελλ. [[κέδρος]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[κίτρεος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κιτράτον]] <b>μσν.-νεοελλ.</b> [[κιτρέα]] / -<i>ιά</i><br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κιτρικός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> [[κιτρόμηλον]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κιτρόφυλλον]], [[κιτρόφυτον]], [[κιτρόχρους]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κιτρέλαιο]], <i>κιτρολε</i>(<i>ι</i>)<i>μονάνθι</i>, <i>κιτρολε</i>(<i>ϊ</i>)[[μονιά]], <i>κιτρολέ</i>(<i>ι</i>)<i>μονο</i>, [[κιτρομηλιά]], [[κιτροπαραγωγός]]].
|mltxt=το (Α [[κίτρον]])<br />ο [[καρπός]] του δέντρου [[κιτριά]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] που ανήκει στην [[τάξη]] [[ρουτώδη]] και στην [[οικογένεια]] [[ρουτίδες]] και το οποίο περιλαμβάνει 10 [[περίπου]] είδη, γνωστά ως [[εσπεριδοειδή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>citrum</i>, το οποίο αποτελεί πιθ. παράλληλο [[δάνειο]] της Λατινικής, μέσω της Ετρουσκικής, με το ελλ. [[κέδρος]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[κίτρεος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κιτράτον]] <b>μσν.-νεοελλ.</b> [[κιτρέα]] / -<i>ιά</i><br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κιτρικός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> [[κιτρόμηλον]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κιτρόφυλλον]], [[κιτρόφυτον]], [[κιτρόχρους]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κιτρέλαιο]], <i>κιτρολε</i>(<i>ι</i>)<i>μονάνθι</i>, <i>κιτρολε</i>(<i>ϊ</i>)[[μονιά]], <i>κιτρολέ</i>(<i>ι</i>)<i>μονο</i>, [[κιτρομηλιά]], [[κιτροπαραγωγός]]].
}}
}}