Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

νέννος: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "m’" to "m'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0241.png Seite 241]] ὁ, auch [[νάννος]], Mutter- oder Vaterbruder, Oheim, Poll. 3, 16. 22, Eust. 662.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0241.png Seite 241]] ὁ, auch [[νάννος]], Mutter- oder Vaterbruder, Oheim, Poll. 3, 16. 22, Eust. 662.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />frère <i>ou</i> père de la mère.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>skr.</i> nana « mère, petite mère ».
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''νέννος''': ὁ, ὁ πατρὸς ἢ μητρὸς [[ἀδελφός]], [[θεῖος]], κατὰ τὸν Εὐστ. 971. 26· ἀλλὰ κατὰ τὸν Πολυδ. Γ΄, 16, 22, ὁ πατρὸς ἢ μητρὸς πατὴρ (παρὰ τοῖς ποιηταῖς), δηλ. ὁ [[πάππος]]: παρ’ Ἡσυχ. εὕρηται καὶ [[τύπος]]: [[νάννας]], «νάνναν· τὸν τῆς μητρὸς ἢ τοῦ πατρὸς ἀδελφόν· οἱ δὲ τὴν τούτων ἀδελφήν»· - θηλ. [[νάννη]]· «μητρὸς ἀδελφὴ» [[θεία]], παρὰ τῷ αὐτῷ· ἀλλὰ [[νίννη]] σημαίνει ἢ μάμμην ἢ πενθερὰν (Ἰταλ. nonna), Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθ.) 1994g (Nanâ = [[μήτηρ]], μνημονεύεται ἐκ τῆς Rig-Veda ὑπὸ τοῦ Aufrecht.)
|lstext='''νέννος''': ὁ, ὁ πατρὸς ἢ μητρὸς [[ἀδελφός]], [[θεῖος]], κατὰ τὸν Εὐστ. 971. 26· ἀλλὰ κατὰ τὸν Πολυδ. Γ΄, 16, 22, ὁ πατρὸς ἢ μητρὸς πατὴρ (παρὰ τοῖς ποιηταῖς), δηλ. ὁ [[πάππος]]: παρ’ Ἡσυχ. εὕρηται καὶ [[τύπος]]: [[νάννας]], «νάνναν· τὸν τῆς μητρὸς ἢ τοῦ πατρὸς ἀδελφόν· οἱ δὲ τὴν τούτων ἀδελφήν»· - θηλ. [[νάννη]]· «μητρὸς ἀδελφὴ» [[θεία]], παρὰ τῷ αὐτῷ· ἀλλὰ [[νίννη]] σημαίνει ἢ μάμμην ἢ πενθερὰν (Ἰταλ. nonna), Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθ.) 1994g (Nanâ = [[μήτηρ]], μνημονεύεται ἐκ τῆς Rig-Veda ὑπὸ τοῦ Aufrecht.)
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />frère <i>ou</i> père de la mère.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>skr.</i> nana « mère, petite mère ».
}}
}}
{{grml
{{grml