3,256,975
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{bailly | |||
|btext=-οῦμαι;<br />mettre en fuite.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[τρέπω]]. | |||
}} | |||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατατροπόομαι''': ἀποθ., [[τρέπω]] εἰς φυγήν, ὡς τὸ [[κατατρέπω]], τινὰ Αἴσωπ. καὶ Βυζ.· καὶ ὁ Παθ. ἀόρ., κατατροπωθεὶς τῷ εὐτυχήματι Ἰωσήπ. Γένεσ. σ. 46D· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ ἐνεργ., ἀναιροῦσαι καὶ ἀνατροποῦσαι Αἴσωπ. 175. | |lstext='''κατατροπόομαι''': ἀποθ., [[τρέπω]] εἰς φυγήν, ὡς τὸ [[κατατρέπω]], τινὰ Αἴσωπ. καὶ Βυζ.· καὶ ὁ Παθ. ἀόρ., κατατροπωθεὶς τῷ εὐτυχήματι Ἰωσήπ. Γένεσ. σ. 46D· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ ἐνεργ., ἀναιροῦσαι καὶ ἀνατροποῦσαι Αἴσωπ. 175. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''κατατροπόομαι:''' [[обращать в бегство]] Aesop. | |elrutext='''κατατροπόομαι:''' [[обращать в бегство]] Aesop. | ||
}} | }} |