Anonymous

καταξέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1367.png Seite 1367]] (s. ξέω), zerkratzen, zerschaben, abschaben, [[ὅταν]] δὲ πρισθῇ καὶ καταξεσθῇ τὰ κέρατα, γίνεται διαφανῆ Plut. de prim. frigid. 17; übh. = [[καταξαίνω]], zerreißen, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1367.png Seite 1367]] (s. ξέω), zerkratzen, zerschaben, abschaben, [[ὅταν]] δὲ πρισθῇ καὶ καταξεσθῇ τὰ κέρατα, γίνεται διαφανῆ Plut. de prim. frigid. 17; übh. = [[καταξαίνω]], zerreißen, Sp.
}}
{{bailly
|btext=polir en grattant.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ξέω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καταξέω''': μέλλ. -ξέσω, ξέω πολύ, [[καλῶς]] στιλβώνω (ἐν τῇ τέχνῃ), [[ὅταν]] δὲ πρισθῇ καὶ καταξεσθῇ τὰ κέρατα, γίνεται διαφανῆ Πλούτ. 2. 953Β. 2) = [[καταξαίνω]] 2, ξεσχίζω, [[σπαράσσω]], σιδηροῖς ὄνυξι τὰς πλευρὰς κ. Ἐκκλ. ΙΙ. κοσμῶ, δι’ ἀναγλύφων, Ἀριστ. π. Θαυμασ. 104.
|lstext='''καταξέω''': μέλλ. -ξέσω, ξέω πολύ, [[καλῶς]] στιλβώνω (ἐν τῇ τέχνῃ), [[ὅταν]] δὲ πρισθῇ καὶ καταξεσθῇ τὰ κέρατα, γίνεται διαφανῆ Πλούτ. 2. 953Β. 2) = [[καταξαίνω]] 2, ξεσχίζω, [[σπαράσσω]], σιδηροῖς ὄνυξι τὰς πλευρὰς κ. Ἐκκλ. ΙΙ. κοσμῶ, δι’ ἀναγλύφων, Ἀριστ. π. Θαυμασ. 104.
}}
{{bailly
|btext=polir en grattant.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ξέω]].
}}
}}
{{grml
{{grml