Anonymous

κυκλοτερής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1527.png Seite 1527]] ές, [[rundgedreht]], [[abgerundet]]; eigtl. von dem Drechsler gemacht, [[πέριξ]] τὴν γῆν ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ τόρνου Her. 4, 36; πλοῖα κυκλοτερέα ἀσπίδος τρόπον 1, 194; – übh. ru nd, [[ἄλσος]] [[πάντοσε]] κυκλοτερές Od. 17, 209; Hes. Th. 145 Sc. 208; κυκλοτερὲς μάγα [[τόξον]] ἔτεινεν, er spannte den Bogen rund, daß er sich wie zum Kreise krümmte, Il. 4, 124; ἡ τοῦ παντὸς [[περίοδος]] κυκλ. οὖσα Plat. Tim. 58 a; ἐπ' αὐχένι. κυκλοτερεῖ Conv. 189 e; τοῦ περὶ τὴν λίμνην κυκλοτεροῦς οἰκοδομήματος Xen. Hell. 4, 5, 6; Sp.; [[μόλιβος]], Bleikugel, Philp. 17 (VI, 62); – auch adv., Blut.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1527.png Seite 1527]] ές, [[rundgedreht]], [[abgerundet]]; eigtl. von dem Drechsler gemacht, [[πέριξ]] τὴν γῆν ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ τόρνου Her. 4, 36; πλοῖα κυκλοτερέα ἀσπίδος τρόπον 1, 194; – übh. ru nd, [[ἄλσος]] [[πάντοσε]] κυκλοτερές Od. 17, 209; Hes. Th. 145 Sc. 208; κυκλοτερὲς μάγα [[τόξον]] ἔτεινεν, er spannte den Bogen rund, daß er sich wie zum Kreise krümmte, Il. 4, 124; ἡ τοῦ παντὸς [[περίοδος]] κυκλ. οὖσα Plat. Tim. 58 a; ἐπ' αὐχένι. κυκλοτερεῖ Conv. 189 e; τοῦ περὶ τὴν λίμνην κυκλοτεροῦς οἰκοδομήματος Xen. Hell. 4, 5, 6; Sp.; [[μόλιβος]], Bleikugel, Philp. 17 (VI, 62); – auch adv., Blut.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> arrondi au tour;<br /><b>2</b> qui s'arrondit : κυκλοτερὲς [[μέγα]] [[τόξον]] ἔτεινεν IL il tendit son grand arc qui s'arrondit ; rond, circulaire <i>en gén.</i><br />'''Étymologie:''' [[κύκλος]], [[τείρω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κυκλοτερής''': -ές, ([[τείρω]]) κατεσκευασμένος [[στρογγύλος]], (τὴν γῆν ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ τόρνου Ἡρόδ. 4. 36)· ἀκολούθως [[καθόλου]], [[κυκλικός]], [[στρογγύλος]], κυκλοτερὲς μέγα ἔτεινε [[τόξον]], τὸ ἐτέντωσε τόσον [[ὥστε]] νὰ ἐσχημάτισε κύκλον, Ἰλ. Δ 124· [[ἄλσος]] [[πάντοσε]] κυκλοτερὲς Ὀδ. Ρ. 209, Ἡσ. Φ. 145, Ἀσπ. Ἡρ. 208· [[οὖρος]] κυκλοτερὲς πάντῃ Ἡρόδ. 4. 184· πλοῖα κυκλοτερέα ἀσπίδος τρόπον ὁ αὐτ. 1. 194· κ. κοιλίαι, ἐπὶ τῶν κοιλοτὴτων ἐν αἷς ἀρθροῦνται τὰ ὀστᾶ, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 827· αὐχὴν Πλάτ. Συμπ. 189Ε· [[οἰκοδόμημα]] Ξεν. Ἑλλ. 4. 5, 6· ὁ [[ὄγκος]] τὴς γῆς Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 13, 10, πρβλ. Μετεωρ. 2. 5, 14. Ἐπίρρ. -ρῶς, Πλούτ. 2. 892F. ῡ θέσει, ἀείποτε.
|lstext='''κυκλοτερής''': -ές, ([[τείρω]]) κατεσκευασμένος [[στρογγύλος]], (τὴν γῆν ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ τόρνου Ἡρόδ. 4. 36)· ἀκολούθως [[καθόλου]], [[κυκλικός]], [[στρογγύλος]], κυκλοτερὲς μέγα ἔτεινε [[τόξον]], τὸ ἐτέντωσε τόσον [[ὥστε]] νὰ ἐσχημάτισε κύκλον, Ἰλ. Δ 124· [[ἄλσος]] [[πάντοσε]] κυκλοτερὲς Ὀδ. Ρ. 209, Ἡσ. Φ. 145, Ἀσπ. Ἡρ. 208· [[οὖρος]] κυκλοτερὲς πάντῃ Ἡρόδ. 4. 184· πλοῖα κυκλοτερέα ἀσπίδος τρόπον ὁ αὐτ. 1. 194· κ. κοιλίαι, ἐπὶ τῶν κοιλοτὴτων ἐν αἷς ἀρθροῦνται τὰ ὀστᾶ, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 827· αὐχὴν Πλάτ. Συμπ. 189Ε· [[οἰκοδόμημα]] Ξεν. Ἑλλ. 4. 5, 6· ὁ [[ὄγκος]] τὴς γῆς Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 13, 10, πρβλ. Μετεωρ. 2. 5, 14. Ἐπίρρ. -ρῶς, Πλούτ. 2. 892F. ῡ θέσει, ἀείποτε.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> arrondi au tour;<br /><b>2</b> qui s'arrondit : κυκλοτερὲς [[μέγα]] [[τόξον]] ἔτεινεν IL il tendit son grand arc qui s'arrondit ; rond, circulaire <i>en gén.</i><br />'''Étymologie:''' [[κύκλος]], [[τείρω]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth