Anonymous

λεπρώδης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - " :" to ":")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0030.png Seite 30]] ες, einem Aussätzigen ähnlich, schäbig aussehend, Sp.; vgl. Ael. H. A. 2, 41.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0030.png Seite 30]] ες, einem Aussätzigen ähnlich, schäbig aussehend, Sp.; vgl. Ael. H. A. 2, 41.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες:<br />rugueux.<br />'''Étymologie:''' [[λέπρα]], -ωδης.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λεπρώδης''': -ες, [[τραχύς]], [[ἀνώμαλος]] τὴν ἐπιφάνειαν, Αἰλ. π. Ζ. 2, 41. ΙΙ. [[ὅμοιος]] τῇ λέπρᾳ, ἐπὶ νόσου, Διοσκ. περὶ Εὐπορ. 1. 50, 126· ἐπὶ ἀνθρώπου, πάσχων ἐκ λέπρας, [[λεπρός]], Γαλην. 12. 315.
|lstext='''λεπρώδης''': -ες, [[τραχύς]], [[ἀνώμαλος]] τὴν ἐπιφάνειαν, Αἰλ. π. Ζ. 2, 41. ΙΙ. [[ὅμοιος]] τῇ λέπρᾳ, ἐπὶ νόσου, Διοσκ. περὶ Εὐπορ. 1. 50, 126· ἐπὶ ἀνθρώπου, πάσχων ἐκ λέπρας, [[λεπρός]], Γαλην. 12. 315.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες:<br />rugueux.<br />'''Étymologie:''' [[λέπρα]], -ωδης.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λεπρώδης]], -ῶδες (Α) [[λέπρα]]<br /><b>1.</b> [[τραχύς]], αυτός που έχει ανώμαλη [[επιφάνεια]]<br /><b>2.</b> (για νόσο) αυτή που παρουσιάζει χαρακτηριστικά της λέπρας<br /><b>3.</b> αυτός που πάσχει από [[λέπρα]].
|mltxt=[[λεπρώδης]], -ῶδες (Α) [[λέπρα]]<br /><b>1.</b> [[τραχύς]], αυτός που έχει ανώμαλη [[επιφάνεια]]<br /><b>2.</b> (για νόσο) αυτή που παρουσιάζει χαρακτηριστικά της λέπρας<br /><b>3.</b> αυτός που πάσχει από [[λέπρα]].
}}
}}