3,252,018
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1394.png Seite 1394]] (s. [[εἶπον]]), gegen Einen sprechen, anklagen; μὴ πρὸς θεῶν ἡμῶν κατείπῃς Ar. Pax 376, öfter; μὴ [[μέντοι]] μου κατείπῃς πρὸς τοὺς ἄλλους Plat. Theaet. 149 a, wie Xen. Hem. 2, 6, 33 u. Luc. Calumn. 2. – Geradheraus sagen, angeben, an. zeigen, ansagen; πατέρα κατειπών Eur. Ion. 1345; Med. 589; c. partic., μή μου κατείπῃς σῷ κασιγνήτῳ πόσιν ἥκοντα Hel. 898; φέρε νυν κατείπω τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον Ar. Vesp. 54; Her. 1, 20; Plat. Theag. 123 b; herzählen, Isocr. 5, 17; φύλλα δένδρων Anacr. 13, 2. – Vgl. unten [[κατερῶ]]. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1394.png Seite 1394]] (s. [[εἶπον]]), gegen Einen sprechen, anklagen; μὴ πρὸς θεῶν ἡμῶν κατείπῃς Ar. Pax 376, öfter; μὴ [[μέντοι]] μου κατείπῃς πρὸς τοὺς ἄλλους Plat. Theaet. 149 a, wie Xen. Hem. 2, 6, 33 u. Luc. Calumn. 2. – Geradheraus sagen, angeben, an. zeigen, ansagen; πατέρα κατειπών Eur. Ion. 1345; Med. 589; c. partic., μή μου κατείπῃς σῷ κασιγνήτῳ πόσιν ἥκοντα Hel. 898; φέρε νυν κατείπω τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον Ar. Vesp. 54; Her. 1, 20; Plat. Theag. 123 b; herzählen, Isocr. 5, 17; φύλλα δένδρων Anacr. 13, 2. – Vgl. unten [[κατερῶ]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=v. [[κατεῖπα]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατεῖπον''': ἀπαρ. κατειπεῖν, ἐν χρήσει ὡς ἀόρ. τοῦ ἐνεστ. [[καταγορεύω]] (κατερῶ [[εἶναι]] ὁ μέλλ.)· καὶ ἐν τῷ τύπῳ κατεῖπα Ἡρόδ. 2. 89, Ἀριστοφ. Εἰρ. 20·- ὁμιλῶ [[ἐναντίον]] ἢ ἐπὶ βλάβῃ τινός, κατηγορῶ, [[κατακρίνω]], τινος Ἡρόδ. 2. 89, Εὐρ. Ἑλ. 898, Ἀριστοφ. Εἰρ. 377, Θεσμ. 340· κ. τινος [[πρός]] τινα Πλάτ. Θεαίτ. 149Α· καὶ [[οὕτως]] (ἐπὶ παιγνιώδους ἐννοίας), Ξεν. Ἀπομν. 2. 6, 33· Ἡσύχ. «κατειπών· διαβαλών». ΙΙ. μετ’ αἰτ., ὁμιλῶ καθαρῶς, [[λέγω]] σαφῶς, [[διακηρύττω]], διηγοῦμαι, Λατ. renunciare, εἴ σοι γάμον [[κατεῖπον]] Εὐρ. Μήδ. 589· τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον Ἀριστοφ. Σφ. 54· τἀν Σάμῳ [[αὐτόθι]] 283· κ. πατέρα, [[κάμνω]] αὐτὸν γνωστόν, Εὐρ. Ἴων 1385· κ. τοὺς ποιήσαντας, τὰ γεγενημένα, [[κατακρίνω]], [[ψέγω]], Ἀνδοκ. 20. 30, 33. 2)ἀπολ., [[λέγω]], διηγοῦμαι, κάτειπέ μοι, εἰπέ μοι καθαρά, δήλωσον, Ἀριστοφ. Νεφ. 156, 224, Πλ. 86·- ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, κ. [[ὅκως]]…, Ἡρόδ. 1. 20· [[πόθεν]]… Ἀριστοφ. Εἰρ. 20· ὅ τι σιωπᾷς, κ. μοι [[αὐτόθι]] 657· πρὸς σὲ κ., ἐφ’ οἷς ἐλύπησάν με Ἰσοκρ. 85D, κτλ. | |lstext='''κατεῖπον''': ἀπαρ. κατειπεῖν, ἐν χρήσει ὡς ἀόρ. τοῦ ἐνεστ. [[καταγορεύω]] (κατερῶ [[εἶναι]] ὁ μέλλ.)· καὶ ἐν τῷ τύπῳ κατεῖπα Ἡρόδ. 2. 89, Ἀριστοφ. Εἰρ. 20·- ὁμιλῶ [[ἐναντίον]] ἢ ἐπὶ βλάβῃ τινός, κατηγορῶ, [[κατακρίνω]], τινος Ἡρόδ. 2. 89, Εὐρ. Ἑλ. 898, Ἀριστοφ. Εἰρ. 377, Θεσμ. 340· κ. τινος [[πρός]] τινα Πλάτ. Θεαίτ. 149Α· καὶ [[οὕτως]] (ἐπὶ παιγνιώδους ἐννοίας), Ξεν. Ἀπομν. 2. 6, 33· Ἡσύχ. «κατειπών· διαβαλών». ΙΙ. μετ’ αἰτ., ὁμιλῶ καθαρῶς, [[λέγω]] σαφῶς, [[διακηρύττω]], διηγοῦμαι, Λατ. renunciare, εἴ σοι γάμον [[κατεῖπον]] Εὐρ. Μήδ. 589· τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον Ἀριστοφ. Σφ. 54· τἀν Σάμῳ [[αὐτόθι]] 283· κ. πατέρα, [[κάμνω]] αὐτὸν γνωστόν, Εὐρ. Ἴων 1385· κ. τοὺς ποιήσαντας, τὰ γεγενημένα, [[κατακρίνω]], [[ψέγω]], Ἀνδοκ. 20. 30, 33. 2)ἀπολ., [[λέγω]], διηγοῦμαι, κάτειπέ μοι, εἰπέ μοι καθαρά, δήλωσον, Ἀριστοφ. Νεφ. 156, 224, Πλ. 86·- ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, κ. [[ὅκως]]…, Ἡρόδ. 1. 20· [[πόθεν]]… Ἀριστοφ. Εἰρ. 20· ὅ τι σιωπᾷς, κ. μοι [[αὐτόθι]] 657· πρὸς σὲ κ., ἐφ’ οἷς ἐλύπησάν με Ἰσοκρ. 85D, κτλ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |