3,258,306
edits
m (Text replacement - "l’" to "l'") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0478.png Seite 478]] nebenher, daneben, vorbeilaufend, Sp.; τὰ παράδρομα, Zwischenraum zum Vorbeigehen, Xen. Cyn. 6, 10; vgl. Poll. 5, 35. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0478.png Seite 478]] nebenher, daneben, vorbeilaufend, Sp.; τὰ παράδρομα, Zwischenraum zum Vorbeigehen, Xen. Cyn. 6, 10; vgl. Poll. 5, 35. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qui court auprès, qui va à côté;<br /><b>2</b> à côté de qui <i>ou</i> de quoi l'on court : τὰ παράδρομα XÉN intervalle par où le gibier pourrait s'échapper entre des filets tendus.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[δραμεῖν]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παράδρομος''': -ον, ὃν δύναταί τις νὰ διαδράμῃ, τὰ παράδρομα, διαστήματα, δι’ ὧν δύναταί τις νὰ διέλθῃ, ἀνοίγματα, ἱστάτω δὲ τὰ δίκτυα ἐν πᾶσι τόποις διαστήματα λιπὼν πρὸς τὰς διαδρομάς· ἃ καλεῖται παράδρομα Ξεν. Κυν. 6, 9. ΙΙ. ὁ κατὰ [[μῆκος]] τρέχων, Κλήμ. Ἀλ. 270. Μικρ. Γεωγρ. 2. 448 Gail. | |lstext='''παράδρομος''': -ον, ὃν δύναταί τις νὰ διαδράμῃ, τὰ παράδρομα, διαστήματα, δι’ ὧν δύναταί τις νὰ διέλθῃ, ἀνοίγματα, ἱστάτω δὲ τὰ δίκτυα ἐν πᾶσι τόποις διαστήματα λιπὼν πρὸς τὰς διαδρομάς· ἃ καλεῖται παράδρομα Ξεν. Κυν. 6, 9. ΙΙ. ὁ κατὰ [[μῆκος]] τρέχων, Κλήμ. Ἀλ. 270. Μικρ. Γεωγρ. 2. 448 Gail. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |