Anonymous

περιηγητής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0576.png Seite 576]] ὁ, der Herumführende, bes. der Fremde herumführt, ihnen die Merkwürdigkeiten des Ortes zeigt, Plut. de Pyth. or. 2 u. öfter. Daher der Erzähler, bes. der die Merkwürdigkeiten der Völker und Länder beschreibt, wie [[Διονύσιος]] ὁ [[περιηγητής]], Sp., Luc. V. H. 2, 31 Calumn. 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0576.png Seite 576]] ὁ, der Herumführende, bes. der Fremde herumführt, ihnen die Merkwürdigkeiten des Ortes zeigt, Plut. de Pyth. or. 2 u. öfter. Daher der Erzähler, bes. der die Merkwürdigkeiten der Völker und Länder beschreibt, wie [[Διονύσιος]] ὁ [[περιηγητής]], Sp., Luc. V. H. 2, 31 Calumn. 5.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />qui conduit autour :<br /><b>1</b> guide;<br /><b>2</b> qui décrit en détail ; qui explique, gén..<br />'''Étymologie:''' [[περιηγέομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''περιηγητής''': -οῦ, ὁ, ὁ ὁδηγῶν τοὺς ξένους καὶ δεικνύων εἰς αὐτοὺς τὰ ἄξια θέας, [[ξεναγός]], Συλλ. Ἐπιγρ. 1228, Πλούτ. 2. 675D· ἐν Δελφοῖς = [[ἐξηγητής]], ὁ αὐτ. 395Α, 396C, κτλ.· ὁ π. τῆς εἰκόνος, ὁ ἑρμηνεύων αὐτήν, Λουκ. περὶ Διαβολ. 5· ὁ διὰ βίου π., ὁ [[ὁδηγός]] τινος δι’ ὅλης τῆς ζωῆς, Συλλ. Ἐπιγρ. 765. 2. ΙΙ. ὁ περιγράφων γεωγραφικῶς τὰ [[καθέκαστα]], [[οἷον]] [[Διονύσιος]] ὁ [[περιηγητής]], πρβλ. Λουκ. περὶ Ἀληθ. Ἱστ. 2. 31, Ἀθήν. 210Α, κτλ.· ἴδε [[περιήγησις]] ΙΙ.
|lstext='''περιηγητής''': -οῦ, ὁ, ὁ ὁδηγῶν τοὺς ξένους καὶ δεικνύων εἰς αὐτοὺς τὰ ἄξια θέας, [[ξεναγός]], Συλλ. Ἐπιγρ. 1228, Πλούτ. 2. 675D· ἐν Δελφοῖς = [[ἐξηγητής]], ὁ αὐτ. 395Α, 396C, κτλ.· ὁ π. τῆς εἰκόνος, ὁ ἑρμηνεύων αὐτήν, Λουκ. περὶ Διαβολ. 5· ὁ διὰ βίου π., ὁ [[ὁδηγός]] τινος δι’ ὅλης τῆς ζωῆς, Συλλ. Ἐπιγρ. 765. 2. ΙΙ. ὁ περιγράφων γεωγραφικῶς τὰ [[καθέκαστα]], [[οἷον]] [[Διονύσιος]] ὁ [[περιηγητής]], πρβλ. Λουκ. περὶ Ἀληθ. Ἱστ. 2. 31, Ἀθήν. 210Α, κτλ.· ἴδε [[περιήγησις]] ΙΙ.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />qui conduit autour :<br /><b>1</b> guide;<br /><b>2</b> qui décrit en détail ; qui explique, gén..<br />'''Étymologie:''' [[περιηγέομαι]].
}}
}}
{{grml
{{grml