Anonymous

πρεπόντως: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0697.png Seite 697]] adv. part. praes. von [[πρέπω]], auf geziemende od. schickliche Art; Pind. Ol. 3, 9; Aesch. Ag. 673; Eur. Rhes. 202; u. in Prosa: ὡς [[πρεπόντως]] τοῦ νεανίσκου εἰπόντος, Plat. Conv. 198 a, σαυτῷ καὶ τῇ πατρίδι [[πρεπόντως]], Legg. III, 699 a, u. sonst.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0697.png Seite 697]] adv. part. praes. von [[πρέπω]], auf geziemende od. schickliche Art; Pind. Ol. 3, 9; Aesch. Ag. 673; Eur. Rhes. 202; u. in Prosa: ὡς [[πρεπόντως]] τοῦ νεανίσκου εἰπόντος, Plat. Conv. 198 a, σαυτῷ καὶ τῇ πατρίδι [[πρεπόντως]], Legg. III, 699 a, u. sonst.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />décemment, convenablement.<br />'''Étymologie:''' [[πρέπων]] part. prés. de [[πρέπω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πρεπόντως''': ἐπίρρ. μετοχ. ἐνεστ. τοῦ [[πρέπω]], κατὰ πρέποντα τρόπον, [[προσηκόντως]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 687· ὡς πρέπει, [[χαριέντως]], ἐπιχαρίτως, Πινδ. Ο. 3. 16. 2) μετὰ δοτ., κατὰ τρόπον ἁρμόζοντα εἰς..., σαυτῇ καὶ τῇ πατρίδι πρ. Πλάτ. Νόμ. 699D, πρβλ. 835Β· μετὰ γεν., ὡς τὸ [[ἀξίως]], πρ. τῶν πραξόντων ὁ αὐτ. ἐν Μενεξ. 239C.
|lstext='''πρεπόντως''': ἐπίρρ. μετοχ. ἐνεστ. τοῦ [[πρέπω]], κατὰ πρέποντα τρόπον, [[προσηκόντως]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 687· ὡς πρέπει, [[χαριέντως]], ἐπιχαρίτως, Πινδ. Ο. 3. 16. 2) μετὰ δοτ., κατὰ τρόπον ἁρμόζοντα εἰς..., σαυτῇ καὶ τῇ πατρίδι πρ. Πλάτ. Νόμ. 699D, πρβλ. 835Β· μετὰ γεν., ὡς τὸ [[ἀξίως]], πρ. τῶν πραξόντων ὁ αὐτ. ἐν Μενεξ. 239C.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />décemment, convenablement.<br />'''Étymologie:''' [[πρέπων]] part. prés. de [[πρέπω]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater