3,270,629
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0732.png Seite 732]] sich vorwärts od. vornüber bücken, beugen, neigen; [[ἄρτι]] [[προκύπτω]] ἔξω τείχους, Ar. Av. 496, hervorragen, -gucken; προκύψας εἰς τὸ ἐμφανέστερον, Luc. Conviv. 37; [[γλῶσσα]] προκύπτει, Alex. 12; komisch bei Plut. Symp. 2, 1 προκύπτειν τῆς πόλεως von einem Bucklichen, statt προεστάναι. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0732.png Seite 732]] sich vorwärts od. vornüber bücken, beugen, neigen; [[ἄρτι]] [[προκύπτω]] ἔξω τείχους, Ar. Av. 496, hervorragen, -gucken; προκύψας εἰς τὸ ἐμφανέστερον, Luc. Conviv. 37; [[γλῶσσα]] προκύπτει, Alex. 12; komisch bei Plut. Symp. 2, 1 προκύπτειν τῆς πόλεως von einem Bucklichen, statt προεστάναι. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> baisser la tête en avant (pour regarder) ; <i>en gén.</i> se pencher en avant de, gén.;<br /><b>2</b> être suspendu sur ; être prêt à sortir.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κύπτω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προκύπτω''': [ῡ] μέλλ. -ψω, [[κύπτω]] πρὸς τὰ ἔξω [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ [[βλέπω]], ἔξω τείχους Ἀριστοφ. Ὄρν. 496· ἐκ τοῦ δίφρου Δίων Κ. 64. 6· διά τινων ὀπῶν Σέξτ. Ἐμπ. 7. 350, πρβλ. 364· καὶ μετὰ γεν., τῆς καλύβης Ἀλκίφρων 3. 30· θυρίδων Βάβρ. 116. 3· ― ἐπὶ πραγμάτων, [[οἷον]] ἐπὶ μερῶν τοῦ σώματος, προκύπτει [[ἄκρος]] ποὺς Ἱππ. π. Ἄρθρ. 825· [[τιτθίον]] Ἀριστοφ. Βάτρ. 412· [[γλῶττα]] Λουκ. Ἀλέξ. 12· [[κυνίδιον]] ἐκ τοῦ ἱματίου πρ. ὁ αὐτ. π. τῶν ἐπὶ Μισθ. Συνόντ. 34· ― μεταφορ., τὸ νοητικὸν πρ. Λῦσις παρ’ Ἰαμβλ. ἐν Βίῳ Πυθαγ. 77· ἀπ’ [[ἄκρων]] τῶν χειλῶν προκύπτει τις [[λόγος]] Ἀρισταίν. 2. 10· πρβλ. [[παρακύπτω]]. ΙΙ. [[κύπτω]] ἐνώπιόν τινος, οὐ προεστάναι τῆς πόλεως, ἀλλὰ προκεκυφέναι Πλούτ. 2. 633D. | |lstext='''προκύπτω''': [ῡ] μέλλ. -ψω, [[κύπτω]] πρὸς τὰ ἔξω [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ [[βλέπω]], ἔξω τείχους Ἀριστοφ. Ὄρν. 496· ἐκ τοῦ δίφρου Δίων Κ. 64. 6· διά τινων ὀπῶν Σέξτ. Ἐμπ. 7. 350, πρβλ. 364· καὶ μετὰ γεν., τῆς καλύβης Ἀλκίφρων 3. 30· θυρίδων Βάβρ. 116. 3· ― ἐπὶ πραγμάτων, [[οἷον]] ἐπὶ μερῶν τοῦ σώματος, προκύπτει [[ἄκρος]] ποὺς Ἱππ. π. Ἄρθρ. 825· [[τιτθίον]] Ἀριστοφ. Βάτρ. 412· [[γλῶττα]] Λουκ. Ἀλέξ. 12· [[κυνίδιον]] ἐκ τοῦ ἱματίου πρ. ὁ αὐτ. π. τῶν ἐπὶ Μισθ. Συνόντ. 34· ― μεταφορ., τὸ νοητικὸν πρ. Λῦσις παρ’ Ἰαμβλ. ἐν Βίῳ Πυθαγ. 77· ἀπ’ [[ἄκρων]] τῶν χειλῶν προκύπτει τις [[λόγος]] Ἀρισταίν. 2. 10· πρβλ. [[παρακύπτω]]. ΙΙ. [[κύπτω]] ἐνώπιόν τινος, οὐ προεστάναι τῆς πόλεως, ἀλλὰ προκεκυφέναι Πλούτ. 2. 633D. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |