3,277,206
edits
m (Text replacement - "l’" to "l'") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0988.png Seite 988]] άδος, ἡ, das Zusammenschlagen, -stoßen, ποντίαν ξυμπληγάδα, Eur. Andr. 796, die συμπληγάδες νῆσοι od. πέτραι. S. nom. pr. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0988.png Seite 988]] άδος, ἡ, das Zusammenschlagen, -stoßen, ποντίαν ξυμπληγάδα, Eur. Andr. 796, die συμπληγάδες νῆσοι od. πέτραι. S. nom. pr. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=άδος (ἡ) :<br /><i>adj.</i> qui s'entrechoque;<br /><i>subst.</i> [[αἱ]] Συμπληγάδες (πέτραι) les Symplégades, <i>n. de deux roches à l'entrée du Bosphore, dans le Pont-Euxin, et qu’on croyait se rapprocher pour enserrer les navigateurs qui s'aventuraient entre elles</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[πλήσσω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συμπληγάς''': -άδος, ἡ, ἡ [[ὁμοῦ]] πληττομένη, συγκρουομένη, ξυμπληγάδες πέτραι, αἱ συγκρουόμεναι πέτραι, δηλ. αἱ [[Κυάνεαι]] νῆσοι, περὶ ὧν ἐπιστεύετο ὅτι συνέκλειον πάντα ἐπιχειροῦντα νὰ πλεύσῃ διὰ μέσου αὐτῶν (ἐκαλοῦντο καὶ συνδρομάδες), Εὐρ. Ι. Τ. 355, Στράβ. 21, 149· [[Κυάνεαι]] σ. π. Εὐριπ. Μήδ. 1263· καὶ Ξυμπληγάδες (ἐξυπακ. πέτραι) [[αὐτόθι]] 2, Ι. Τ. 260, 1389 ― ἐν τῷ ἑνικῷ, γῆν κυανέαν Ξυμπληγάδα (Ald. κυανεᾶν Ξυμπληγάδων) [[αὐτόθι]] 242· Ἄξενον... ἐκπερᾶσαι ποντίαν Ξυμπληγάδα, ἐπὶ τῆς ἐκ τοῦ Εὐξείνου ἐξόδου (ὁ Herm. ποντιᾶν Ξυμπληγάδων), ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 796. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., [[σύγκρουσις]], [[συμπλοκή]], [[μάχη]], Ἀριστ. περὶ Κόσμ. 2, 10· συμπληγάδας ἐθνῶν, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 23C. | |lstext='''συμπληγάς''': -άδος, ἡ, ἡ [[ὁμοῦ]] πληττομένη, συγκρουομένη, ξυμπληγάδες πέτραι, αἱ συγκρουόμεναι πέτραι, δηλ. αἱ [[Κυάνεαι]] νῆσοι, περὶ ὧν ἐπιστεύετο ὅτι συνέκλειον πάντα ἐπιχειροῦντα νὰ πλεύσῃ διὰ μέσου αὐτῶν (ἐκαλοῦντο καὶ συνδρομάδες), Εὐρ. Ι. Τ. 355, Στράβ. 21, 149· [[Κυάνεαι]] σ. π. Εὐριπ. Μήδ. 1263· καὶ Ξυμπληγάδες (ἐξυπακ. πέτραι) [[αὐτόθι]] 2, Ι. Τ. 260, 1389 ― ἐν τῷ ἑνικῷ, γῆν κυανέαν Ξυμπληγάδα (Ald. κυανεᾶν Ξυμπληγάδων) [[αὐτόθι]] 242· Ἄξενον... ἐκπερᾶσαι ποντίαν Ξυμπληγάδα, ἐπὶ τῆς ἐκ τοῦ Εὐξείνου ἐξόδου (ὁ Herm. ποντιᾶν Ξυμπληγάδων), ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 796. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., [[σύγκρουσις]], [[συμπλοκή]], [[μάχη]], Ἀριστ. περὶ Κόσμ. 2, 10· συμπληγάδας ἐθνῶν, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 23C. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |