Anonymous

τενθρηνιώδης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1091.png Seite 1091]] ες, voll von Löchern, wie ein [[τενθρήνιον]], auch [[σηραγγώδης]] erkl., Ael. H. A. 12, 20.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1091.png Seite 1091]] ες, voll von Löchern, wie ein [[τενθρήνιον]], auch [[σηραγγώδης]] erkl., Ael. H. A. 12, 20.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες:<br /><i>c.</i> [[τενθρηνώδης]].<br />'''Étymologie:''' [[τενθρήνη]], -ωδης.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τενθρηνιώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) ἔχων τὸ [[σχῆμα]] τενθρηνίου, [[ὅμοιος]] μὲ κηρήθραν, [[πολύτρητος]], Ἱππ. 916. 1 ([[ἔνθα]] ἴδε τεθρ-), Δημόκρ. παρ’ Αἰλ. π. Ζ. 12. 20 ([[ἔνθα]] [[θρηνώδης]]), Πλούτ. 2. 721Ε ([[ἔνθα]] τενθρηνῶδες).- Καθ’ Ἡσύχ.: «τενθρηνῶδες· πολύκενον ὡς [[κηρίον]] καὶ ἀραιόν».
|lstext='''τενθρηνιώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) ἔχων τὸ [[σχῆμα]] τενθρηνίου, [[ὅμοιος]] μὲ κηρήθραν, [[πολύτρητος]], Ἱππ. 916. 1 ([[ἔνθα]] ἴδε τεθρ-), Δημόκρ. παρ’ Αἰλ. π. Ζ. 12. 20 ([[ἔνθα]] [[θρηνώδης]]), Πλούτ. 2. 721Ε ([[ἔνθα]] τενθρηνῶδες).- Καθ’ Ἡσύχ.: «τενθρηνῶδες· πολύκενον ὡς [[κηρίον]] καὶ ἀραιόν».
}}
{{bailly
|btext=ης, ες:<br /><i>c.</i> [[τενθρηνώδης]].<br />'''Étymologie:''' [[τενθρήνη]], -ωδης.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και δ. γρφ. [[τενθρηνώδης]], -ῶδες, Α [[τενθρήνιον]]<br /><b>1.</b> αυτός που έχει το [[σχήμα]] σφηκοφωλιάς, ο [[γεμάτος]] τρύπες<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τενθρηνιῶδες<br />πολύκενον ώς [[κηρίον]] και άραιόν».
|mltxt=και δ. γρφ. [[τενθρηνώδης]], -ῶδες, Α [[τενθρήνιον]]<br /><b>1.</b> αυτός που έχει το [[σχήμα]] σφηκοφωλιάς, ο [[γεμάτος]] τρύπες<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τενθρηνιῶδες<br />πολύκενον ώς [[κηρίον]] και άραιόν».
}}
}}