Anonymous

τηνικάδε: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1108.png Seite 1108]] adv., = [[τηνίκα]] (wie [[τόσος]], [[τοσόσδε]], [[ἔνθα]], [[ἐνθάδε]] u. ä.); μὴ [[αὔριον]] [[τηνικάδε]] [[οὐκέτι]] ᾖ οἷός τε, morgen um diese Zeit, Plat. Phaed. 76 c; bes. = so früh am Tage, Prot. 310 b Crat. 43 a.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1108.png Seite 1108]] adv., = [[τηνίκα]] (wie [[τόσος]], [[τοσόσδε]], [[ἔνθα]], [[ἐνθάδε]] u. ä.); μὴ [[αὔριον]] [[τηνικάδε]] [[οὐκέτι]] ᾖ οἷός τε, morgen um diese Zeit, Plat. Phaed. 76 c; bes. = so früh am Tage, Prot. 310 b Crat. 43 a.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> à ce moment du jour, à cette heure-ci;<br /><b>2</b> <i>en gén.</i> à ce moment ; avec un gén. : [[τηνικάδε]] τῆς ὥρας ÉL à ce moment de la saison.<br />'''Étymologie:''' [[τηνίκα]], -δε, cf. [[ὅδε]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τηνῐκάδε''': Ἐπίρρ. = τῷ προηγ., ἀνταποδιδόμενον εἰς [[ἄλλο]] χρονικὸν [[μόριον]], ἐπεί..., [[τηνικάδε]]... Πολύβ. 16. 11, 6· ἐπειδή..., τὸ τ. [[αὐτόθι]] 30. 7· [[ὡσαύτως]] μετὰ τὸ ὁρῶν = [[ἐπεὶ]] ἑώρα, ὁ αὐτ. 10. 28, 5. 2) ἀπολ., κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας, κατὰ ταύτην τὴν ὥραν, τόσον ἐνωρίς, τί [[τηνικάδε]] ἀφῖξαι, ὦ Κρίτων; ἢ οὐ πρῲ ἔτι ἐστίν; Πλάτ. Κρίτων 43Α· τοῦ [[ἕνεκα]] [[τηνικάδε]] ἀφίκου; Πρωταγ. 310Β· [[αὔριον]] τ., [[αὔριον]] κατὰ τοιαύτην ὥραν, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 76Β μετὰ γεν., τ. τῆς ὥρας, τοῦ καιροῦ, κατὰ ταύτην τὴν ὥραν τοῦ ἔτους, Αἰλ. π. Ζ. 1. 36., 4. 27.
|lstext='''τηνῐκάδε''': Ἐπίρρ. = τῷ προηγ., ἀνταποδιδόμενον εἰς [[ἄλλο]] χρονικὸν [[μόριον]], ἐπεί..., [[τηνικάδε]]... Πολύβ. 16. 11, 6· ἐπειδή..., τὸ τ. [[αὐτόθι]] 30. 7· [[ὡσαύτως]] μετὰ τὸ ὁρῶν = [[ἐπεὶ]] ἑώρα, ὁ αὐτ. 10. 28, 5. 2) ἀπολ., κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας, κατὰ ταύτην τὴν ὥραν, τόσον ἐνωρίς, τί [[τηνικάδε]] ἀφῖξαι, ὦ Κρίτων; ἢ οὐ πρῲ ἔτι ἐστίν; Πλάτ. Κρίτων 43Α· τοῦ [[ἕνεκα]] [[τηνικάδε]] ἀφίκου; Πρωταγ. 310Β· [[αὔριον]] τ., [[αὔριον]] κατὰ τοιαύτην ὥραν, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 76Β μετὰ γεν., τ. τῆς ὥρας, τοῦ καιροῦ, κατὰ ταύτην τὴν ὥραν τοῦ ἔτους, Αἰλ. π. Ζ. 1. 36., 4. 27.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> à ce moment du jour, à cette heure-ci;<br /><b>2</b> <i>en gén.</i> à ce moment ; avec un gén. : [[τηνικάδε]] τῆς ὥρας ÉL à ce moment de la saison.<br />'''Étymologie:''' [[τηνίκα]], -δε, cf. [[ὅδε]].
}}
}}
{{grml
{{grml