Anonymous

τηλεθάω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1106.png Seite 1106]] verlängerte Form für [[θάλλω]] (aus [[τέθηλα]] für θηλετάω), nur episch und nur im partic. praes., τηλεθάων oder τηλεθόων, reichlich grünend, blühend; mit [[ἐριθηλής]] vrbdn, Il. 17, 55 ἐριθηλὲς [[ἔρνος]] ἐλαίης, καλὸν τηλεθάον; ἐλαῖαι τηλεθόωσαι Od. 7, 116. 11, 590; δένδρεα τηλεθόωντα Od. 7, 114. 13, 196; ὕλη τηλεθόωσα Iliad. 6, 148 Od. 5, 63; in der Iliad. auch χαίτην τηλεθόωσαν, volles Haar, 23, 142, u. παῖδας τηλεθάοντας (wo auch τηλεθόωντας stehen könnte), 22, 423; wovon strotzen, τινί, H. h. 6, 41.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1106.png Seite 1106]] verlängerte Form für [[θάλλω]] (aus [[τέθηλα]] für θηλετάω), nur episch und nur im partic. praes., τηλεθάων oder τηλεθόων, reichlich grünend, blühend; mit [[ἐριθηλής]] vrbdn, Il. 17, 55 ἐριθηλὲς [[ἔρνος]] ἐλαίης, καλὸν τηλεθάον; ἐλαῖαι τηλεθόωσαι Od. 7, 116. 11, 590; δένδρεα τηλεθόωντα Od. 7, 114. 13, 196; ὕλη τηλεθόωσα Iliad. 6, 148 Od. 5, 63; in der Iliad. auch χαίτην τηλεθόωσαν, volles Haar, 23, 142, u. παῖδας τηλεθάοντας (wo auch τηλεθόωντας stehen könnte), 22, 423; wovon strotzen, τινί, H. h. 6, 41.
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. part. prés.</i> τηλεθάων <i>et d'ord. épq.</i> [[τηλεθόων]], όωσα;<br />pousser avec force, être luxuriant, abondant, vigoureux.<br />'''Étymologie:''' p. *ταλθάω, de la R. Θαλ, pousser, croître.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τηλεθάω''': ἐκτεταμένος [[τύπος]] τοῦ [[θάλλω]] (πρβλ. τέθηλα, [[θηλέω]], [[θαλέθω]]), ἐν χρήσει μόνον κατ’ ἐνεστώτα καὶ (πλὴν ἐν Θεοκρ. Ἐπιγραμμ. 4. 6, καὶ μεταγεν. Ἐπικ.) μόνον κατὰ μετοχ. τηλεθάων ἢ -όων, [[θάλλω]], εἶμαι ἐν πλήρει ἀνθήσει, [[ἀκμάζω]], εἶμαι [[εὐθαλής]], ὕλη τηλεθόωσα Ἰλ. Ζ. 148· [[ἔρνος]] τηλεθάον Ρ. 55· ἐλαῖαι τηλεθόωσαι Ὀδ. Ε. 63· δένδρεα τηλεθόωντα Η. 114· μεταφ., παῖδες τηλεθάοντες (-όωντες;), θαλεροί, ἀκμαῖοι, Ἰλ. Χ. 423· [[χαίτη]] τηλεθόωσα, [[ἄφθονος]], ἀνθηρά, Ψ. 142· ἄστεα τηλεθάοντα, ἀκμάζοντα, Ἐμπεδ. 403· - μετὰ δοτ., κισσὸς ἄνθεσι τ., [[πλήρης]] ἀνθέων, Ὕμν. Ὁμ. 6. 41.
|lstext='''τηλεθάω''': ἐκτεταμένος [[τύπος]] τοῦ [[θάλλω]] (πρβλ. τέθηλα, [[θηλέω]], [[θαλέθω]]), ἐν χρήσει μόνον κατ’ ἐνεστώτα καὶ (πλὴν ἐν Θεοκρ. Ἐπιγραμμ. 4. 6, καὶ μεταγεν. Ἐπικ.) μόνον κατὰ μετοχ. τηλεθάων ἢ -όων, [[θάλλω]], εἶμαι ἐν πλήρει ἀνθήσει, [[ἀκμάζω]], εἶμαι [[εὐθαλής]], ὕλη τηλεθόωσα Ἰλ. Ζ. 148· [[ἔρνος]] τηλεθάον Ρ. 55· ἐλαῖαι τηλεθόωσαι Ὀδ. Ε. 63· δένδρεα τηλεθόωντα Η. 114· μεταφ., παῖδες τηλεθάοντες (-όωντες;), θαλεροί, ἀκμαῖοι, Ἰλ. Χ. 423· [[χαίτη]] τηλεθόωσα, [[ἄφθονος]], ἀνθηρά, Ψ. 142· ἄστεα τηλεθάοντα, ἀκμάζοντα, Ἐμπεδ. 403· - μετὰ δοτ., κισσὸς ἄνθεσι τ., [[πλήρης]] ἀνθέων, Ὕμν. Ὁμ. 6. 41.
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. part. prés.</i> τηλεθάων <i>et d'ord. épq.</i> [[τηλεθόων]], όωσα;<br />pousser avec force, être luxuriant, abondant, vigoureux.<br />'''Étymologie:''' p. *ταλθάω, de la R. Θαλ, pousser, croître.
}}
}}
{{grml
{{grml