3,277,119
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0251.png Seite 251]] impf. ἠντιδίκει Lys. 6, 12; ἠντεδίκεις Dem. 39, 37. 40, 18; gegen Jemand processiren, meist absolut, ἑκάτεροι οἱ ἀντιδικοῦντες, beide Parteien vor Gericht, Plat. Legg. XII. 948 d; ἀντιδικῶν δίκην, seine Sache vertheidigend, Ar Nubb. 766; übh. dagegen sprechen, [[πρός]] τι Dem. 41, 10, fut., wie Isae. 11, 9; πῶς ἂν ταῖς διαβολαῖς ἀντιδικοίην Dem. 41, 13. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0251.png Seite 251]] impf. ἠντιδίκει Lys. 6, 12; ἠντεδίκεις Dem. 39, 37. 40, 18; gegen Jemand processiren, meist absolut, ἑκάτεροι οἱ ἀντιδικοῦντες, beide Parteien vor Gericht, Plat. Legg. XII. 948 d; ἀντιδικῶν δίκην, seine Sache vertheidigend, Ar Nubb. 766; übh. dagegen sprechen, [[πρός]] τι Dem. 41, 10, fut., wie Isae. 11, 9; πῶς ἂν ταῖς διαβολαῖς ἀντιδικοίην Dem. 41, 13. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><i>impf.</i> ἠντιδίκουν <i>ou</i> ἠντεδίκουν;<br /><b>1</b> poursuivre <i>ou</i> se défendre en justice;<br /><b>2</b> <i>en parl. du défendeur</i> contester, se défendre contre.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντίδικος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντιδῐκέω''': μέλλ. -ήσω: παρατ. ἠντιδίκουν Λυσ. 104. 12, ἀλλ’ ἠντεδίκουν (κατὰ τὸ ἄριστον χειρόγρ.) Δημ. 1006. 2, 1013. 23: ἀόρ. ἠντιδίκησα Δημ. παρὰ Πολυδ. Η΄, 23. Ἐγείρω ἢ ἔχω δίκην κατά τινος, [[προστρέχω]] εἰς τὸ [[δικαστήριον]] ὡς [[ἀντίδικος]], [[περί]] τινος Ξεν. Ἀπομν. 4. 4, 8· οἱ ἀντιδικοῦντες ἑκάτεροι, ἀμφότεροι οἱ ἀντίδικοι, Πλάτ. Νόμ. 948D· ἀπολ., ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου, ἀντιδικῶν δίκην, ὑπερασπίζων δίκην, Ἀριστοφ. Νεφ. 776· ἀντ. [[πρός]] τι ἢ [[πρός]] τινα, [[ἐγείρω]] δίκην [[ἐναντίον]] τινός, Δημ. 840, ἐν τέλ., 1030, ἐν τέλ., Ἰσαῖος 84. 21· μετ’ αἰτιατ. καὶ ἀπαρεμ., [[ἀντιδικάζομαι]] [[πρός]] τινα [[περί]] τινος, ὁ δὲ Ἄρχιππος ἠντιδίκει ἦ τὸν Ἑρμῆν ὑγιᾶ τε καὶ ὅλον [[εἶναι]] Λυσ. ἔνθ’ ἀνωτ.: ἐναντιοῦμαι, [[ἀποκρούω]], διαβολαῖς Δημ. 1032. 4. | |lstext='''ἀντιδῐκέω''': μέλλ. -ήσω: παρατ. ἠντιδίκουν Λυσ. 104. 12, ἀλλ’ ἠντεδίκουν (κατὰ τὸ ἄριστον χειρόγρ.) Δημ. 1006. 2, 1013. 23: ἀόρ. ἠντιδίκησα Δημ. παρὰ Πολυδ. Η΄, 23. Ἐγείρω ἢ ἔχω δίκην κατά τινος, [[προστρέχω]] εἰς τὸ [[δικαστήριον]] ὡς [[ἀντίδικος]], [[περί]] τινος Ξεν. Ἀπομν. 4. 4, 8· οἱ ἀντιδικοῦντες ἑκάτεροι, ἀμφότεροι οἱ ἀντίδικοι, Πλάτ. Νόμ. 948D· ἀπολ., ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου, ἀντιδικῶν δίκην, ὑπερασπίζων δίκην, Ἀριστοφ. Νεφ. 776· ἀντ. [[πρός]] τι ἢ [[πρός]] τινα, [[ἐγείρω]] δίκην [[ἐναντίον]] τινός, Δημ. 840, ἐν τέλ., 1030, ἐν τέλ., Ἰσαῖος 84. 21· μετ’ αἰτιατ. καὶ ἀπαρεμ., [[ἀντιδικάζομαι]] [[πρός]] τινα [[περί]] τινος, ὁ δὲ Ἄρχιππος ἠντιδίκει ἦ τὸν Ἑρμῆν ὑγιᾶ τε καὶ ὅλον [[εἶναι]] Λυσ. ἔνθ’ ἀνωτ.: ἐναντιοῦμαι, [[ἀποκρούω]], διαβολαῖς Δημ. 1032. 4. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |