Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀρτίστομος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0362.png Seite 362]] 1) deutlich, fertig redend, Plut. Coriol. 38. – 2) mit guter Mündung, [[κόλπος]] Strab. 5, 4, 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0362.png Seite 362]] 1) deutlich, fertig redend, Plut. Coriol. 38. – 2) mit guter Mündung, [[κόλπος]] Strab. 5, 4, 5.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui prononce bien, qui articule nettement.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρτι]], [[στόμα]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρτίστομος''': -ον, ὁμιλῶν εἰς καλὸν [[ἰδίωμα]] ἢ μετὰ σαφηνείας [[ἤτοι]] ὀρθῶς, ἀκριβῶς, Πλουτ. Κορ. 38· «σαφὴς καὶ ὁ ἡδὺ φθεγγόμενος· οὕτω [[Διονύσιος]]» Σουΐδ. - Ἐπίρρ. -μως Πολυδ. Ϛ΄, 150. ΙΙ. ὁ ἔχων καλὸν [[στόμιον]], εἴσοδον, [[κόλπος]] ἀγχιβαθὴς καὶ [[ἀρτίστομος]] Στράβ. 244· [[ἔνθα]] ὁ Κοραῆς διορθοῖ [[ἀμφίστομος]]. ΙΙΙ. ἐν Ἱππ. περὶ τῶν ἐν Κεφαλ. Τρωμ. 903, ἐπὶ βελῶν λεγόμενον φαίνεται νὰ σημαίνῃ [[βέλος]] [[ἄνευ]] ὀξείας αἰχμῆς, ἀλλὰ [[τοὐναντίον]] ἀμβλείας, τῶν βελέων ῥήγνυσι [[μάλιστα]] τὸ [[ὀστέον]]... τὰ στρογγύλα τε καὶ τὰ περιφερέα καὶ ἀρτίστομα (κατὰ τὸν Γαληνὸν ἀρτίστομα [[πανταχόθεν]] ὁμαλά), Γλωσσ. Γαλην. 442.
|lstext='''ἀρτίστομος''': -ον, ὁμιλῶν εἰς καλὸν [[ἰδίωμα]] ἢ μετὰ σαφηνείας [[ἤτοι]] ὀρθῶς, ἀκριβῶς, Πλουτ. Κορ. 38· «σαφὴς καὶ ὁ ἡδὺ φθεγγόμενος· οὕτω [[Διονύσιος]]» Σουΐδ. - Ἐπίρρ. -μως Πολυδ. Ϛ΄, 150. ΙΙ. ὁ ἔχων καλὸν [[στόμιον]], εἴσοδον, [[κόλπος]] ἀγχιβαθὴς καὶ [[ἀρτίστομος]] Στράβ. 244· [[ἔνθα]] ὁ Κοραῆς διορθοῖ [[ἀμφίστομος]]. ΙΙΙ. ἐν Ἱππ. περὶ τῶν ἐν Κεφαλ. Τρωμ. 903, ἐπὶ βελῶν λεγόμενον φαίνεται νὰ σημαίνῃ [[βέλος]] [[ἄνευ]] ὀξείας αἰχμῆς, ἀλλὰ [[τοὐναντίον]] ἀμβλείας, τῶν βελέων ῥήγνυσι [[μάλιστα]] τὸ [[ὀστέον]]... τὰ στρογγύλα τε καὶ τὰ περιφερέα καὶ ἀρτίστομα (κατὰ τὸν Γαληνὸν ἀρτίστομα [[πανταχόθεν]] ὁμαλά), Γλωσσ. Γαλην. 442.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui prononce bien, qui articule nettement.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρτι]], [[στόμα]].
}}
}}
{{grml
{{grml