Anonymous

ἐμπληστέος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-α, -ον<br />[[que debe ser llenado de]] c. gen. (πόλις) ὄγκου ἐμπληστέα καὶ πλήθους Pl.<i>R</i>.373b.
|dgtxt=-α, -ον<br />[[que debe ser llenado de]] c. gen. (πόλις) ὄγκου ἐμπληστέα καὶ πλήθους Pl.<i>R</i>.373b.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[ἐμπίπλημι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμπληστέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[ἐμπίπλημι]], πρέπει νὰ ἐμπλησθῇ, νὰ γεμισθῇ τι μέ τι, ἀλλ’ ἤδη ὄγκου ἐμπληστέα (ἡ [[πόλις]]) καὶ πλήθους Πλάτ. Πολ. 373Β.
|lstext='''ἐμπληστέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[ἐμπίπλημι]], πρέπει νὰ ἐμπλησθῇ, νὰ γεμισθῇ τι μέ τι, ἀλλ’ ἤδη ὄγκου ἐμπληστέα (ἡ [[πόλις]]) καὶ πλήθους Πλάτ. Πολ. 373Β.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[ἐμπίπλημι]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm