Anonymous

ἐπιποτάομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0972.png Seite 972]] hierher zieht man στυγία γάρ τις ἐπ' ἀχλὺς πεπόταται, ist darüber ausgebreitet, Aesch. Pers. 656, vgl. Eum. 356. – Sp. = [[ἐπιπέτομαι]], darüber hinfliegen, wie Diosc.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0972.png Seite 972]] hierher zieht man στυγία γάρ τις ἐπ' ἀχλὺς πεπόταται, ist darüber ausgebreitet, Aesch. Pers. 656, vgl. Eum. 356. – Sp. = [[ἐπιπέτομαι]], darüber hinfliegen, wie Diosc.
}}
{{bailly
|btext=-ῶμαι;<br />voler sur, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ποτάομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιποτάομαι''': πρκμ. ἐπιπεπότημαι: Ἀποθ.: ― ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[ἐπιπέτομαι]], [[ἐφίπταμαι]], [[ἵπταμαι]] [[ὑπεράνω]] τινός, τοῖον ἐπὶ [[κνέφας]] ἀνδρί... πεπόταται Αἰσχύλ. Εὐμ. 379· στυγία τις ἐπ’ ἀχλὺς πεπόταται Πέρσ. 669· γῆν καὶ θάλασσαν ἐπιποτώμενοι Φίλων 2. 200. ΙΙ. [[ἐπιπλέω]], [[ἐπιπολάζω]], ἔτι δὲ κουφοτάτη ὡς δύνασθαι ἐπιποτᾶσθαι τῷ ἀέρι Διοσκ. 5. 85· τῷ ὑγρῷ Πορφύρ. π. Νυμφῶν Ἄντρου 10.
|lstext='''ἐπιποτάομαι''': πρκμ. ἐπιπεπότημαι: Ἀποθ.: ― ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[ἐπιπέτομαι]], [[ἐφίπταμαι]], [[ἵπταμαι]] [[ὑπεράνω]] τινός, τοῖον ἐπὶ [[κνέφας]] ἀνδρί... πεπόταται Αἰσχύλ. Εὐμ. 379· στυγία τις ἐπ’ ἀχλὺς πεπόταται Πέρσ. 669· γῆν καὶ θάλασσαν ἐπιποτώμενοι Φίλων 2. 200. ΙΙ. [[ἐπιπλέω]], [[ἐπιπολάζω]], ἔτι δὲ κουφοτάτη ὡς δύνασθαι ἐπιποτᾶσθαι τῷ ἀέρι Διοσκ. 5. 85· τῷ ὑγρῷ Πορφύρ. π. Νυμφῶν Ἄντρου 10.
}}
{{bailly
|btext=-ῶμαι;<br />voler sur, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ποτάομαι]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm