Anonymous

ἐπισταδόν: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "l’" to "l'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0981.png Seite 981]] hinzutretend, hinangehend, νείκεον [[ἄλλοθεν]] ἄλλονἐπισταδόν Od. 12, 392; νώμησεν δ' ἄρα πᾶσιν [[ἐπισταδόν]] 13, 54. 18, 425; sp. D., ταὶ δὲ γυναῖκες ἀμφίπολοι γοάασκον ἐπ. Ap. Rh. 1, 293, ἐπ. οὐτάζοντες 2, 84, ποσσὶν ἐπ. ᾐωρεῖτο, daraufstehend, 4, 1687; die Erklärung [[ἐπισταμένως]], kundig, obgleich schon von den alten Erkl. Homers erwähnt ([[δόρπον]] ἐπ. ὡπλίζοντο Od. 16, 453, wo auch [[ἐφεξῆς]] erkl. wird), ist nicht einmal in den Stellen, wo vom Weineinschenken die Rede ist, zu billigen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0981.png Seite 981]] hinzutretend, hinangehend, νείκεον [[ἄλλοθεν]] ἄλλονἐπισταδόν Od. 12, 392; νώμησεν δ' ἄρα πᾶσιν [[ἐπισταδόν]] 13, 54. 18, 425; sp. D., ταὶ δὲ γυναῖκες ἀμφίπολοι γοάασκον ἐπ. Ap. Rh. 1, 293, ἐπ. οὐτάζοντες 2, 84, ποσσὶν ἐπ. ᾐωρεῖτο, daraufstehend, 4, 1687; die Erklärung [[ἐπισταμένως]], kundig, obgleich schon von den alten Erkl. Homers erwähnt ([[δόρπον]] ἐπ. ὡπλίζοντο Od. 16, 453, wo auch [[ἐφεξῆς]] erkl. wird), ist nicht einmal in den Stellen, wo vom Weineinschenken die Rede ist, zu billigen.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> en se tenant sur <i>ou</i> devant;<br /><b>2</b> en se tenant successivement devant chacun ; successivement, l'un après l'autre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐφίστημι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιστᾰδόν''': Ἐπίρρ. ([[ἐφίστημι]], ἐπιστῆναι) ἱστάμενος ἐφ’ ἕκαστον κατὰ σειρὰν (ἐφιστάμενος ἑκάστῳ Ε. Μ. 364. 33), ὅ ἐ. διαδοχικῶς τὸν ἕνα μετὰ τὸν ἄλλον, νείκεον [[ἄλλοθεν]] ἄλλον [[ἐπισταδόν]], «ἐφεστῶτες» (Σχόλ.), Ὀδ. Μ. 392· νώμησεν δ’ ἄρα πᾶσιν ἐπισταδὸν Ν. 54, Σ. 425· πρβλ. ἐπάρχομαι, καὶ ἴδε Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 293, πρβλ. Δ. 1687. ― Τὸ ἐν Ὀδ. Π. 453 [[χωρίον]] [[δόρπον]] ἐπισταδὸν ὡπλίζοντο, φαίνεται ὅτι ἔδωκεν αἰτίαν εἰς τὴν [[ἄλλην]] ἑρμηνείαν τῶν Σχολιαστῶν, «ἐπισταμένως, ἐμπείρως» (ὡς εἰ ἐκ τοῦ ῥήμ. [[ἐπίσταμαι]]), ἀλλ’ [[ἄνευ]] ἀνάγκης.
|lstext='''ἐπιστᾰδόν''': Ἐπίρρ. ([[ἐφίστημι]], ἐπιστῆναι) ἱστάμενος ἐφ’ ἕκαστον κατὰ σειρὰν (ἐφιστάμενος ἑκάστῳ Ε. Μ. 364. 33), ὅ ἐ. διαδοχικῶς τὸν ἕνα μετὰ τὸν ἄλλον, νείκεον [[ἄλλοθεν]] ἄλλον [[ἐπισταδόν]], «ἐφεστῶτες» (Σχόλ.), Ὀδ. Μ. 392· νώμησεν δ’ ἄρα πᾶσιν ἐπισταδὸν Ν. 54, Σ. 425· πρβλ. ἐπάρχομαι, καὶ ἴδε Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 293, πρβλ. Δ. 1687. ― Τὸ ἐν Ὀδ. Π. 453 [[χωρίον]] [[δόρπον]] ἐπισταδὸν ὡπλίζοντο, φαίνεται ὅτι ἔδωκεν αἰτίαν εἰς τὴν [[ἄλλην]] ἑρμηνείαν τῶν Σχολιαστῶν, «ἐπισταμένως, ἐμπείρως» (ὡς εἰ ἐκ τοῦ ῥήμ. [[ἐπίσταμαι]]), ἀλλ’ [[ἄνευ]] ἀνάγκης.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> en se tenant sur <i>ou</i> devant;<br /><b>2</b> en se tenant successivement devant chacun ; successivement, l'un après l'autre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐφίστημι]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth