Anonymous

ἐπιστασία: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3, $4 $5")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0982.png Seite 982]] ἡ, = [[ἐπίστασις]], 1) Aufmerksamkeit, Sp. ἐπιστασίαν ἔχειν, Aufm. verdienen, Ath. II, 66 d; vgl. Lob. zu Phryn. p. 528. – 2) das Amt eines [[ἐπιστάτης]], Herrschaft, Strab. VIII, 365; τινός, Aufsicht über Jem., Plut. Alex. 7, neben [[ἀρχή]] de virt. mor. 1, der auch Lucull. 2 δεκτικώτερον ἐπιστασίας dem δυσαρκτότερον entgegensetzt; τῶν Καρχηδονίων D. Sic. 20, 32; übh. Amt, App.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0982.png Seite 982]] ἡ, = [[ἐπίστασις]], 1) Aufmerksamkeit, Sp. ἐπιστασίαν ἔχειν, Aufm. verdienen, Ath. II, 66 d; vgl. Lob. zu Phryn. p. 528. – 2) das Amt eines [[ἐπιστάτης]], Herrschaft, Strab. VIII, 365; τινός, Aufsicht über Jem., Plut. Alex. 7, neben [[ἀρχή]] de virt. mor. 1, der auch Lucull. 2 δεκτικώτερον ἐπιστασίας dem δυσαρκτότερον entgegensetzt; τῶν Καρχηδονίων D. Sic. 20, 32; übh. Amt, App.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />fonction de surveillant ; surveillance, direction.<br />'''Étymologie:''' [[ἐφίστημι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιστᾰσία''': Ἰων. -ίη, ἡ, = [[ἐπίστασις]], ὡς [[ἐλασία]] ἢ ἕλασις, (πρβλ. Λοβ. Φρύν. 528), [[προσοχή]], [[ἐπιμέλεια]], [[φροντίς]], ἔχει δὲ ἐπιστασίαν, [[εἶναι]] [[ἀξία]] προσοχῆς, Ἀθήν. 66Β· ἐπ. τῆς νόσου Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1 6. ΙΙ. [[διοίκησις]], [[κυβέρνησις]], πρὸς τὴν ἐπ. αὐτῶν Στράβ. 366, πρβλ. Διόδ. 20. 32· ἀπολ., Πλουτ. Λούκουλλ. 2, Νικ. 28, κτλ. ― Πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 51, 52 καὶ 510.
|lstext='''ἐπιστᾰσία''': Ἰων. -ίη, ἡ, = [[ἐπίστασις]], ὡς [[ἐλασία]] ἢ ἕλασις, (πρβλ. Λοβ. Φρύν. 528), [[προσοχή]], [[ἐπιμέλεια]], [[φροντίς]], ἔχει δὲ ἐπιστασίαν, [[εἶναι]] [[ἀξία]] προσοχῆς, Ἀθήν. 66Β· ἐπ. τῆς νόσου Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1 6. ΙΙ. [[διοίκησις]], [[κυβέρνησις]], πρὸς τὴν ἐπ. αὐτῶν Στράβ. 366, πρβλ. Διόδ. 20. 32· ἀπολ., Πλουτ. Λούκουλλ. 2, Νικ. 28, κτλ. ― Πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 51, 52 καὶ 510.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />fonction de surveillant ; surveillance, direction.<br />'''Étymologie:''' [[ἐφίστημι]].
}}
}}
{{grml
{{grml