Anonymous

ὀμίχλη: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s'-]+)(<\/b>)" to "$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=o)mi/xlh
|Beta Code=o)mi/xlh
|Definition=<span class="bld">A</span> [[ὁμίχλη]] Eust.117.33 and v. infr.; a form [[ὀμίχλα]] is condemned by Hdn. Philet.p.445 P., ἡ, [[mist]], [[vapour]], [[vapor]], [[fog]] (not so thick as [[νέφος]] or [[νεφέλη]], Arist. Mete.346b33, cf. Mu.394a19), Hom. only in Il.; εὖτ' ὄρεος κορυφῇσι Νότος κατέχευεν ὀμίχλην 3.10; so [[Thetis]] rises from the sea, ἠΰτ' ὀμίχλη 1.359; ὀμίχλη καὶ δρόσος Ar.Nu.330; κονίης ὀμίχλην Il.13.336; ὀμίχλη ἐγένετο X.An.4.2.7, etc. : metaph., ὄσσοις ὁμίχλα προσῇξε πλήρης δακρύων = a mist full of tears came over my eyes A.Pr.145(lyr.).<br><span class="bld">2</span> [[cloud]]-[[like]] [[darkness]], [[gloom]], κατὰ νυκτὸς ὀ. AP5.228 (Maced.), cf. Orph.A.521, etc.<br><span class="bld">3</span> the [[steam]] of [[cookery]], Mnesim.4.64. (Cf. Lith. miglà '[[mist]]'.)
|Definition=<span class="bld">A</span> [[ὁμίχλη]] Eust.117.33 and v. infr.; a form [[ὀμίχλα]] is condemned by Hdn. Philet.p.445 P., ἡ, [[mist]], [[vapour]], [[vapor]], [[fog]] (not so thick as [[νέφος]] or [[νεφέλη]], Arist. Mete.346b33, cf. Mu.394a19), Hom. only in Il.; εὖτ' ὄρεος κορυφῇσι Νότος κατέχευεν ὀμίχλην 3.10; so [[Thetis]] rises from the sea, ἠΰτ' ὀμίχλη 1.359; ὀμίχλη καὶ δρόσος Ar.Nu.330; κονίης ὀμίχλην Il.13.336; ὀμίχλη ἐγένετο X.An.4.2.7, etc. : metaph., ὄσσοις ὁμίχλα προσῇξε πλήρης δακρύων = a mist full of tears came over my eyes A.Pr.145(lyr.).<br><span class="bld">2</span> [[cloud]]-[[like]] [[darkness]], [[gloom]], κατὰ νυκτὸς ὀ. AP5.228 (Maced.), cf. Orph.A.521, etc.<br><span class="bld">3</span> the [[steam]] of [[cookery]], Mnesim.4.64. (Cf. Lith. miglà '[[mist]]'.)
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>ion. et épq. c.</i> [[ὁμίχλη]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀμίχλη''': ἡ, Ἰων. [[ὀμίχλη]], Δωρ. ὀμίχλα, ἀλλ’ οὐχὶ παρ’ Ἀττ., ἴδε Ἡρῳδιαν. 445 Piers.· (ἴδε [[ὀμιχέω]])· - ὡς καὶ νῦν, ὁμίχλη, κοινῶς «καταχνιά», οὐχὶ τόσον πυκνὴ ὅσον τὸ [[νέφος]] ἢ [[νεφέλη]], Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 9, 4, πρβλ. π. Κοσμ. 4, 4, Ὅμ., ἀλλὰ μόνον ἐν τῇ Ἰλ.· εὖτ’ ὄρεος κορυφῇσι [[νότος]] κατέχευεν ὀμίχλην Γ. 10 [[οὕτως]] ἡ [[Θέτις]] ἀνέρχεται ἐκ τῆς θαλάσσης, ἠΰτ’ [[ὀμίχλη]] Α. 359, πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 330· κονίης ... ὀμίχλην [[αὐτόθι]] Ν. 336 [[ὀμίχλη]] ἐγένετο Ξεν. Ἀν. 4. 2, 7, κτλ.· - μεταφορ., ὄσσοις ὀμίχλα προσῇξε [[πλήρης]] δακρύων Αἰσχύλ. Πρ. 144 (λυρ.). 2) [[σκότος]], [[ζόφος]] [[ὅμοιος]] μὲ [[νέφος]], [[ἀχλύς]], κατὰ νυκτὸς ὀμ. Ἀνθ. Π. 5. 229, πρβλ. Ὀρφ. Ἀργ. 519, κτλ. 3) ἀχνὸς τοῦ μαγειρείου, τοιάδε δόμους [[ὀμίχλη]] κατέχει πάντων ἀγαθῶν [[ἀνάμεστος]] Μνησίμαχ. ἐν «Ἱπποτρόφῳ» 1. 64.
|lstext='''ὀμίχλη''': ἡ, Ἰων. [[ὀμίχλη]], Δωρ. ὀμίχλα, ἀλλ’ οὐχὶ παρ’ Ἀττ., ἴδε Ἡρῳδιαν. 445 Piers.· (ἴδε [[ὀμιχέω]])· - ὡς καὶ νῦν, ὁμίχλη, κοινῶς «καταχνιά», οὐχὶ τόσον πυκνὴ ὅσον τὸ [[νέφος]] ἢ [[νεφέλη]], Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 9, 4, πρβλ. π. Κοσμ. 4, 4, Ὅμ., ἀλλὰ μόνον ἐν τῇ Ἰλ.· εὖτ’ ὄρεος κορυφῇσι [[νότος]] κατέχευεν ὀμίχλην Γ. 10 [[οὕτως]] ἡ [[Θέτις]] ἀνέρχεται ἐκ τῆς θαλάσσης, ἠΰτ’ [[ὀμίχλη]] Α. 359, πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 330· κονίης ... ὀμίχλην [[αὐτόθι]] Ν. 336 [[ὀμίχλη]] ἐγένετο Ξεν. Ἀν. 4. 2, 7, κτλ.· - μεταφορ., ὄσσοις ὀμίχλα προσῇξε [[πλήρης]] δακρύων Αἰσχύλ. Πρ. 144 (λυρ.). 2) [[σκότος]], [[ζόφος]] [[ὅμοιος]] μὲ [[νέφος]], [[ἀχλύς]], κατὰ νυκτὸς ὀμ. Ἀνθ. Π. 5. 229, πρβλ. Ὀρφ. Ἀργ. 519, κτλ. 3) ἀχνὸς τοῦ μαγειρείου, τοιάδε δόμους [[ὀμίχλη]] κατέχει πάντων ἀγαθῶν [[ἀνάμεστος]] Μνησίμαχ. ἐν «Ἱπποτρόφῳ» 1. 64.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>ion. et épq. c.</i> [[ὁμίχλη]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth