3,274,216
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=u(yhlo/s | |Beta Code=u(yhlo/s | ||
|Definition=ή, όν (also [[ὑψηλός]], [[ὑψηλόν]] Demetr.Troezen.''1'' Diels): Comp. and Sup. [[ὑψηλότερος]], [[ὑψηλότατος]], and irreg.<br><span class="bld">A</span> [[ὑψηλέστατος]] Paus.5.13.9: ([[ὕψι]], [[ὕψος]]): —[[high]], [[lofty]], [[θάλαμος]] Od.1.426; πύργος Il.3.384, etc.; of a [[highland]] [[country]], χώρη ὀρεινὴ . . καὶ ὑψηλή Hdt. 1.110; ὑψλὰ χωρία Th.3.97; and [[ὑψηλά]] alone, Pl.Lg.732c; ἐφ' ὑψηλοῦ [[εἶναι]], [[καθῆσθαι]], X.HG4.5.4, Luc. Rh.Pr.6; ἐν ὑψηλῷ τινι καταστάς Plu.Eum. 17; ἀπὸ ὑψηλοῦ κρεμασθείς Pl.Tht.175d; ἀφ' ὑψηλοτέρου καθορῶντες X.HG6.2.29; ἐποικοδομήσαντες ὑψηλότερον [τὸ τεῖχος] Th.7.4. Adv., ὑψηλῶς καθήμενος Pherecr. 64.<br><span class="bld">II</span> metaph., [[high]], [[lofty]], [[stately]], [[proud]], [[ὄλβος]], [[ἀρεταί]], [[κλέος]], Pi.O.2.22, 5.1, P.3.111; τέχνη θεσπεσία τις καὶ ὑ. Pl.Euthd.289e; ὑ. καὶ χαύνη ἐλπίς Id.Ep.341e; ὑψηλὰ [[κομπεῖν]] = [[talk]] [[high]] and [[boastfully]], S.Aj.1230.<br><span class="bld">2</span> of persons, opp. [[δυσδαίμων]], E.Hel.418; ἀφ' ὑψηλῶν βραχὺν ᾤκισε Id.Heracl.613 (lyr.); ἐπὶ τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ὑ. εἶναι Id.Hipp.730; ἐπὶ τούτοις ὑ. ἐξαρεῖν αὑτόν Pl.R.494d, cf. And.3.7, Aeschin.2.174; [δαίμονα] ὑ. [[αἴρειν]] E.Supp.555; τὸ νέον ἅπαν ὑ. καὶ θρασύ Metrod.Fr.57; αὑτὸν παρέχειν ὑψηλότερον λημμάτων Luc.Nigr. 25; ὑ. τῷ ἤθει Plu.Dio4.<br><span class="bld">3</span> [[upraised]], i.e. [[mighty]], ἐν βραχίονι ὑψηλῷ [[LXX]] Ex.6.1, al.<br><span class="bld">4</span> of poets, [[sublime]], Longin.40.2; [[τὰ ὑψηλότερα]] = the [[loftier]], [[sublimer]] thoughts or language, Id.43.3; ὑ. [[λέξις]], [[λόγος]], D.H.Lys. 13, Plu.Per.5. Adv. [[ὑψηλῶς]] Gal.10.12. | |Definition=ή, όν (also [[ὑψηλός]], [[ὑψηλόν]] Demetr.Troezen.''1'' Diels): Comp. and Sup. [[ὑψηλότερος]], [[ὑψηλότατος]], and irreg.<br><span class="bld">A</span> [[ὑψηλέστατος]] Paus.5.13.9: ([[ὕψι]], [[ὕψος]]): —[[high]], [[lofty]], [[θάλαμος]] Od.1.426; πύργος Il.3.384, etc.; of a [[highland]] [[country]], χώρη ὀρεινὴ . . καὶ ὑψηλή Hdt. 1.110; ὑψλὰ χωρία Th.3.97; and [[ὑψηλά]] alone, Pl.Lg.732c; ἐφ' ὑψηλοῦ [[εἶναι]], [[καθῆσθαι]], X.HG4.5.4, Luc. Rh.Pr.6; ἐν ὑψηλῷ τινι καταστάς Plu.Eum. 17; ἀπὸ ὑψηλοῦ κρεμασθείς Pl.Tht.175d; ἀφ' ὑψηλοτέρου καθορῶντες X.HG6.2.29; ἐποικοδομήσαντες ὑψηλότερον [τὸ τεῖχος] Th.7.4. Adv., ὑψηλῶς καθήμενος Pherecr. 64.<br><span class="bld">II</span> metaph., [[high]], [[lofty]], [[stately]], [[proud]], [[ὄλβος]], [[ἀρεταί]], [[κλέος]], Pi.O.2.22, 5.1, P.3.111; τέχνη θεσπεσία τις καὶ ὑ. Pl.Euthd.289e; ὑ. καὶ χαύνη ἐλπίς Id.Ep.341e; ὑψηλὰ [[κομπεῖν]] = [[talk]] [[high]] and [[boastfully]], S.Aj.1230.<br><span class="bld">2</span> of persons, opp. [[δυσδαίμων]], E.Hel.418; ἀφ' ὑψηλῶν βραχὺν ᾤκισε Id.Heracl.613 (lyr.); ἐπὶ τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ὑ. εἶναι Id.Hipp.730; ἐπὶ τούτοις ὑ. ἐξαρεῖν αὑτόν Pl.R.494d, cf. And.3.7, Aeschin.2.174; [δαίμονα] ὑ. [[αἴρειν]] E.Supp.555; τὸ νέον ἅπαν ὑ. καὶ θρασύ Metrod.Fr.57; αὑτὸν παρέχειν ὑψηλότερον λημμάτων Luc.Nigr. 25; ὑ. τῷ ἤθει Plu.Dio4.<br><span class="bld">3</span> [[upraised]], i.e. [[mighty]], ἐν βραχίονι ὑψηλῷ [[LXX]] Ex.6.1, al.<br><span class="bld">4</span> of poets, [[sublime]], Longin.40.2; [[τὰ ὑψηλότερα]] = the [[loftier]], [[sublimer]] thoughts or language, Id.43.3; ὑ. [[λέξις]], [[λόγος]], D.H.Lys. 13, Plu.Per.5. Adv. [[ὑψηλῶς]] Gal.10.12. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />haut, élevé : [[ἐν]] ὑψηλῷ [[εἶναι]] PLUT être sur une hauteur ; <i>fig.</i> :<br /><b>1</b> <i>en parl. du caractère, des pensées, du style</i>;<br /><b>2</b> <i>en mauv. part</i> hautain, fier, orgueilleux;<br /><i>Cp.</i> ὑψηλότερος.<br />'''Étymologie:''' [[ὕψος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑψηλός''': ή, όν· συγκρ. καὶ ὑπερθ. -ότερος, -ότατος, καὶ ἀνωμάλως, -έστατος διάφ. γραφ. ἐν Παυσ. 5. 13, 9· (ὕψι, [[ὕψος]])· ― ὡς καὶ νῦν, [[ὑψηλός]], Λατιν. altus, sublimis, Ὅμηρ., Ἡρόδ., Τραγ., κλπ.· [[θάλαμος]] Ὀδ. Α. 426· [[πύργος]] Ἰλ. Γ. 384, κλπ.· ἐπὶ χώρας, [[χώρα]] ὀρεινή… καὶ ὑψηλὴ Ἡρόδ. 1. 110· ὑψηλὰ χωρία Θουκ. 3. 97· καὶ μόνον ὑψηλά, Πλάτ. Νόμ. 732C· ἐφ’ ὑψηλοῦ [[εἶναι]] Ξεν., Λουκ., κλπ.· ἐν ὑψηλῷ [[εἶναι]] Πλουτ. Εὐμεν. 17· ἀφ’ ὑψηλοῦ κρεμασθῆναι Πλάτ. Θεαίτ. 175D· ἀφ’ ὑψηλοτέρου καθορᾶν Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 29· ὑψηλότερον οἰκοδομεῖν [τὸ [[τεῖχος]]] Θουκ. 7. 4. ― Ἐπίρρ., καθήμενον ὑψηλῶς ὑπὸ σκιαδείῳ Φερεκράτης ἐν «Ἱπνῷ» 1. ΙΙ. μεταφορ., [[ὑψηλός]], [[μέγας]], [[λαμπρός]], [[ὄλβος]], ἀρεταί, [[κλέος]] Πινδ. Ο. 2. 38., 5. 1, Π. 3. 196, κλπ.· [[τέχνη]] θεσπεσία τις καὶ ὑψ. Πλάτ. Εὐθύδ. 289Ε· ὑψ. καὶ χαύνη ἐλπὶς ὁ αὐτ. ἐν Ἐπιστ. 341Ε· ὑψηλὰ κομπεῖν Σοφ. Αἴ. 1230. 2) ἐπὶ προσώπων, ἀντίθετ. τῷ [[δυσδαίμων]], Εὐρ. Ἑλ. 418· ἀφ’ ὑψηλῶν βραχὺν ᾤκισε ὁ αὐτ. ἐν Ἡρακλ. 613· ἐπὶ τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ὑψ. [[εἶναι]] ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 730· ἐπὶ τούτοις ὑψ. ἐξαίρειν αὑτὸν Πλάτ. Πολ. 494D· πρβλ. Ἀνδοκ. 24. 18, Αἰσχίν. 51. 24· οὕτω, [[πνεῦμα]] ὑψηλὸν αἴρειν Εὐρ. Ἱκ. 555· ἑαυτὸν ὑψηλότερον λημμάτων παρέχειν Λουκ. Νιγρ. 25· ὑψ. τῷ ἤθει Πλουτ. Δίων 4. 3) ἐπὶ ποιητῶν, ἔχων [[ὕψος]] λόγου ἢ ἐννοιῶν, Λογγῖν. 40. 2· τὰ ὑψηλότερα, αἱ ὑψηλότεραι ἔννοιαι ἢ φράσεις, ὁ αὐτ. 43. 3· ὑψ. [[λέξις]], [[λόγος]] Διον. Ἁλ. π. Λυσ. 13, Πλουτ. Περικλ. 5. | |lstext='''ὑψηλός''': ή, όν· συγκρ. καὶ ὑπερθ. -ότερος, -ότατος, καὶ ἀνωμάλως, -έστατος διάφ. γραφ. ἐν Παυσ. 5. 13, 9· (ὕψι, [[ὕψος]])· ― ὡς καὶ νῦν, [[ὑψηλός]], Λατιν. altus, sublimis, Ὅμηρ., Ἡρόδ., Τραγ., κλπ.· [[θάλαμος]] Ὀδ. Α. 426· [[πύργος]] Ἰλ. Γ. 384, κλπ.· ἐπὶ χώρας, [[χώρα]] ὀρεινή… καὶ ὑψηλὴ Ἡρόδ. 1. 110· ὑψηλὰ χωρία Θουκ. 3. 97· καὶ μόνον ὑψηλά, Πλάτ. Νόμ. 732C· ἐφ’ ὑψηλοῦ [[εἶναι]] Ξεν., Λουκ., κλπ.· ἐν ὑψηλῷ [[εἶναι]] Πλουτ. Εὐμεν. 17· ἀφ’ ὑψηλοῦ κρεμασθῆναι Πλάτ. Θεαίτ. 175D· ἀφ’ ὑψηλοτέρου καθορᾶν Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 29· ὑψηλότερον οἰκοδομεῖν [τὸ [[τεῖχος]]] Θουκ. 7. 4. ― Ἐπίρρ., καθήμενον ὑψηλῶς ὑπὸ σκιαδείῳ Φερεκράτης ἐν «Ἱπνῷ» 1. ΙΙ. μεταφορ., [[ὑψηλός]], [[μέγας]], [[λαμπρός]], [[ὄλβος]], ἀρεταί, [[κλέος]] Πινδ. Ο. 2. 38., 5. 1, Π. 3. 196, κλπ.· [[τέχνη]] θεσπεσία τις καὶ ὑψ. Πλάτ. Εὐθύδ. 289Ε· ὑψ. καὶ χαύνη ἐλπὶς ὁ αὐτ. ἐν Ἐπιστ. 341Ε· ὑψηλὰ κομπεῖν Σοφ. Αἴ. 1230. 2) ἐπὶ προσώπων, ἀντίθετ. τῷ [[δυσδαίμων]], Εὐρ. Ἑλ. 418· ἀφ’ ὑψηλῶν βραχὺν ᾤκισε ὁ αὐτ. ἐν Ἡρακλ. 613· ἐπὶ τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ὑψ. [[εἶναι]] ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 730· ἐπὶ τούτοις ὑψ. ἐξαίρειν αὑτὸν Πλάτ. Πολ. 494D· πρβλ. Ἀνδοκ. 24. 18, Αἰσχίν. 51. 24· οὕτω, [[πνεῦμα]] ὑψηλὸν αἴρειν Εὐρ. Ἱκ. 555· ἑαυτὸν ὑψηλότερον λημμάτων παρέχειν Λουκ. Νιγρ. 25· ὑψ. τῷ ἤθει Πλουτ. Δίων 4. 3) ἐπὶ ποιητῶν, ἔχων [[ὕψος]] λόγου ἢ ἐννοιῶν, Λογγῖν. 40. 2· τὰ ὑψηλότερα, αἱ ὑψηλότεραι ἔννοιαι ἢ φράσεις, ὁ αὐτ. 43. 3· ὑψ. [[λέξις]], [[λόγος]] Διον. Ἁλ. π. Λυσ. 13, Πλουτ. Περικλ. 5. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |