Anonymous

βρότειος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ος <i>ou</i> α, ον :<br />des mortels, des hommes.<br />'''Étymologie:''' [[βροτός]].
|btext=ος <i>ou</i> α, ον :<br />des mortels, des hommes.<br />'''Étymologie:''' [[βροτός]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''βρότειος''': -ον, [[ὡσαύτως]] α, ον, Ἀρχίλ. 13, Εὐρ. Ἱππ. 19· ― ποιητ. ἐπὶθ., [[θνητός]], Αἰσχύλ. Πρ. 116, κτλ.· βρ. γένος Σοφ. Ἀποσπ. 132· ψυχὴν [[βρότειος]] Εὐρ. Ἱκέτ. 777· βρ. πόνοι, τῶν θνητῶν, Ἄλεξ. Ὑπν. 1. 9· ― παρ’ Ὁμ. μόνον βρότεος, η, ον, Ὀδ. Τ. 345, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀφρ. 47· οὕτω καὶ παρὰ Πινδ. Ο. 9. 52, κτλ., Αἰσχύλ. Εὐμ. 171.
|elnltext=[[βρότειος]] -α -ον en -ος -ον, ook [[βρότεος]] -α -ον [[βροτός]] Ion. f. βροτέη, van stervelingen, menselijk.
}}
{{elru
|elrutext='''βρότειος:''' и 3 [[смертный]], т. е. [[человеческий]] Trag., Plut.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[βροτός]]<br />[[mortal]], [[human]], of [[mortal]] [[mould]], Trag.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 28: Line 34:
|lsmtext='''βρότειος:''' -ον, ή -α, -ον ([[βροτός]]), ποιητ. επίθ., [[θνητός]], [[ανθρώπινος]], αυτός που έχει ανθρώπινη [[καταγωγή]], σε Τραγ.
|lsmtext='''βρότειος:''' -ον, ή -α, -ον ([[βροτός]]), ποιητ. επίθ., [[θνητός]], [[ανθρώπινος]], αυτός που έχει ανθρώπινη [[καταγωγή]], σε Τραγ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''βρότειος:''' и 3 [[смертный]], т. е. [[человеческий]] Trag., Plut.
|lstext='''βρότειος''': -ον, [[ὡσαύτως]] α, ον, Ἀρχίλ. 13, Εὐρ. Ἱππ. 19· ― ποιητ. ἐπὶθ., [[θνητός]], Αἰσχύλ. Πρ. 116, κτλ.· βρ. γένος Σοφ. Ἀποσπ. 132· ψυχὴν [[βρότειος]] Εὐρ. Ἱκέτ. 777· βρ. πόνοι, τῶν θνητῶν, Ἄλεξ. Ὑπν. 1. 9· ― παρ’ Ὁμ. μόνον βρότεος, η, ον, Ὀδ. Τ. 345, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀφρ. 47· οὕτω καὶ παρὰ Πινδ. Ο. 9. 52, κτλ., Αἰσχύλ. Εὐμ. 171.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[βροτός]]<br />[[mortal]], [[human]], of [[mortal]] [[mould]], Trag.
}}
{{elnl
|elnltext=[[βρότειος]] -α -ον en -ος -ον, ook [[βρότεος]] -α -ον [[βροτός]] Ion. f. βροτέη, van stervelingen, menselijk.
}}
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized