Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

βραχύβιος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ος, ον :<br />dont la vie est courte.<br />'''Étymologie:''' [[βραχύς]], [[βίος]].
|btext=ος, ον :<br />dont la vie est courte.<br />'''Étymologie:''' [[βραχύς]], [[βίος]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''βρᾰχύβιος''': -ον, ὁ βραχὺν ἔχων βίον, ὀλιγόζωος, Πλάτ. Πολ. 546A, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 1. 15, 4, κτλ.· -συγκρ., Ἱππ. Ἄρθρ. 807, Ἀριστ.· -οὐσιαστ. βρᾰχῠβιότης, ητος, ἡ βραχυχρονιότης ζωῆς, Ἀριστ. Προβλ. 34. 10 (ἔγραψεν [[ὡσαύτως]] καὶ περὶ μακρο- καὶ βραχυβιότητος)· ἐπὶ φυτῶν, Θεόφρ. Ι. Φ. 4. 13, 1.
|elnltext=[[βραχύβιος]] -ον [[βραχύς]], [[βίος]] kort levend.
}}
{{elru
|elrutext='''βρᾰχύβιος:''' [[недолго живущий]], [[недолговечный]] Plat., Arst.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[short]]-lived, Plat.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 28: Line 34:
|lsmtext='''βρᾰχύβιος:''' -ον, αυτός που έχει σύντομη [[ζωή]], βραχύ βίο, σε Πλάτ.
|lsmtext='''βρᾰχύβιος:''' -ον, αυτός που έχει σύντομη [[ζωή]], βραχύ βίο, σε Πλάτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''βρᾰχύβιος:''' [[недолго живущий]], [[недолговечный]] Plat., Arst.
|lstext='''βρᾰχύβιος''': -ον, ὁ βραχὺν ἔχων βίον, ὀλιγόζωος, Πλάτ. Πολ. 546A, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 1. 15, 4, κτλ.· -συγκρ., Ἱππ. Ἄρθρ. 807, Ἀριστ.· -οὐσιαστ. βρᾰχῠβιότης, ητος, ἡ βραχυχρονιότης ζωῆς, Ἀριστ. Προβλ. 34. 10 (ἔγραψεν [[ὡσαύτως]] καὶ περὶ μακρο- καὶ βραχυβιότητος)· ἐπὶ φυτῶν, Θεόφρ. Ι. Φ. 4. 13, 1.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[short]]-lived, Plat.
}}
{{elnl
|elnltext=[[βραχύβιος]] -ον [[βραχύς]], [[βίος]] kort levend.
}}
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[short-lived]]
|woodrun=[[short-lived]]
}}
}}