Anonymous

δημοτικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ή, όν :<br /><b>A.</b> ([[δῆμος]], peuple) :<br /><b>I.</b> qui concerne les gens du peuple :<br /><b>1</b> populaire, plébéien : δημοτικὰ γράμματα HDT l'écriture démotique, <i>càd</i> à l'usage des gens du peuple, l'écriture commune, <i>en Égypte</i> démotique <i>(p. opp. à l'écriture sacrée, hiéroglyphes)</i>;<br /><b>2</b> partisan du peuple, qui a un caractère <i>ou</i> des sentiments démocratiques;<br /><b>3</b> <i>p. ext.</i> qui a des sentiments d'humanité, philanthrope ; τὸ δημοτικόν, sentiments d'humanité;<br /><b>II.</b> qui concerne l'État, de l'État;<br /><b>B.</b> ([[δῆμος]], dème) qui concerne un dème.<br />'''Étymologie:''' [[δημότης]].
|btext=ή, όν :<br /><b>A.</b> ([[δῆμος]], peuple) :<br /><b>I.</b> qui concerne les gens du peuple :<br /><b>1</b> populaire, plébéien : δημοτικὰ γράμματα HDT l'écriture démotique, <i>càd</i> à l'usage des gens du peuple, l'écriture commune, <i>en Égypte</i> démotique <i>(p. opp. à l'écriture sacrée, hiéroglyphes)</i>;<br /><b>2</b> partisan du peuple, qui a un caractère <i>ou</i> des sentiments démocratiques;<br /><b>3</b> <i>p. ext.</i> qui a des sentiments d'humanité, philanthrope ; τὸ δημοτικόν, sentiments d'humanité;<br /><b>II.</b> qui concerne l'État, de l'État;<br /><b>B.</b> ([[δῆμος]], dème) qui concerne un dème.<br />'''Étymologie:''' [[δημότης]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''δημοτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ [[κατάλληλος]] διὰ τὸν λαόν, ἐν [[κοινῇ]] χρήσει, [[κοινός]], δ. γράμματα, ἐν Αἰγύπτῳ, ἀντίθ. τῷ ἱρά, Ἡρόδ. 2. 36 (ἴδε ἐν λ. [[ἱερογλυφικός]])· ἐπὶ γνωμῶν ἢ ἰδεῶν κττ., [[κοινός]], [[γνωστός]], Ἀριστ. Μεταφ. 1. 8. 6. 2) [[κοινός]], = [[δημόσιος]], Διον. Ἁλ. 7. 63· ― τὰ δημοτικά, δημόσια πράγματα, δημόσιαι ὑποθέσεις, Ἀλκίφρων 1. 4. ΙΙ. ὁ εἰς τὸν λαὸν ἀνήκων, εἷς ἐκ τῶν πολλῶν, Λατ. plebeius, Ξεν. Κύρ. 2. 3, 6, Δημ. 581. 24 2) ὁ φρονῶν τὰ τοῦ λαοῦ ἢ τοῦ δήμου, [[δημοκρατικός]], Λατ. popularis, Ἀριστοφ. Νεφ. 205, Ὄρν. 1584· τὴν οὐ δ. παρανομίαν Θουκ. 6. 28· λέγεις ἃ δεῖ προσεῖναι τῷ δημοτικῷ Δημ. 286, 9· οὐδὲν δ. πράττειν, οὐδὲν [[πράττω]] διὰ τὸν λαόν, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 39· [[καθόλου]], ἀγαπητὸς εἰς τὸν λαόν, ἢ ἀγαπῶν τὸν λαόν, εὔνους αὐτῷ, δ. καὶ [[φιλάνθρωπος]] ὁ αὐτ. Ἀπομν. 1. 2, 60· τῶν μετρίων τινὰ καὶ δ. Δημ. 573 ἐν τέλ.· τῶν πολλῶν καὶ δ. ὁ αὐτ. 581. 24· δημοτικὸν τοῦτο δρᾷ Ἀντιφ. Πλουσ. 1. 19· ― [[συχνάκις]] ἐν τῷ ἐπίρρ. [[δημοτικῶς]], [[πράως]], μετ’ ἀγαθότητος, [[καλῶς]] καὶ δ. Δημ. 719. 8. 3) ἐπὶ πολιτευμάτων ἢ κυβερνήσεων, [[λαϊκός]], [[δημοκρατικός]], Ἰσοκρ. 185Ε, Ἀριστ. Πολ. 4. 3, 8 καὶ 5, 3.― Ἐπίρρ., χρῆσθαι ἀλλήλοις δ., ὡς [[μέλη]] ἐλευθέρας πολιτείας, [[αὐτόθι]] 5. 8, 5, πρβλ. 5. 9, 2. ΙΙΙ. ὁ ἔκ τινος δήμου ἢ εἴς τινα δῆμον ἀνήκων, ἀντίθ. τῷ [[δημόσιος]], παρὰ Δημ. 1074. 20.
|elnltext=δημοτικός -ή -όν [δημότης] volks, vulgair, gewoon:. δ. οἶνος goedkope wijn Plut. Mar. 44.2; ὀνόματα δημοτικά vulgaire woorden Luc. 59.22. het volk goedgezind, democratisch:. τὸ... σόφισμα δημοτικόν die truc is democratisch! Aristoph. Nub. 205; οὐδὲν δημοτικὸν πράττειν geen democratische gezindheid tonen Xen. Hell. 2.3.39; ἐξίστατο τοῦ δημοτικοῦ hij gaf zijn democratische houding op Plut. Rom. 26.1. vriendelijk, aardig:; δημοτικόν τι καὶ πρᾶον iets vriendelijks en aardigs Plat. Euthyd. 303d; adv.. χρῆσθαι ἀλλήλοις [[δημοτικῶς]] = vriendelijk met elkaar omgaan Aristot. Pol. 1308a11.
}}
{{elru
|elrutext='''δημοτικός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[народный]], [[общераспространенный]] ([[πρόληψις]] Arst.);<br /><b class="num">2)</b> [[из народа]], [[простого звания]] ([[ἄνθρωπος]] [[πένης]] καὶ δ. Xen., Plut.);<br /><b class="num">3)</b> [[демотический]], [[общедоступный]], [[упрощенный]] (γράμματα Her.);<br /><b class="num">4)</b> [[демократический]] ([[βίος]] Plat.; [[πολιτεία]], νόμοι Arst.);<br /><b class="num">5)</b> [[направленный к благу народа]], [[общеполезный]] (οὐδὲν δημοτικὸν πράττειν Xen.);<br /><b class="num">6)</b> [[народолюбивый]], т. е. [[дружелюбный]] (δ. καὶ [[φιλάνθρωπος]] Xen.; [[πρᾷος]] καὶ δ. Plat., Polyb.);<br /><b class="num">7)</b> [[относящийся к или принадлежащий дему]] ([[ἱερόν]] Dem.);<br /><b class="num">8)</b> [[простонародный]], [[простой]] ([[οἶνος]] Plut.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''δημοτικός:''' -ή, -όν ([[δῆμος]]),·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ανήκει ή προορίζεται για το λαό, αυτός που βρίσκεται σε [[κοινή]] [[χρήση]], [[δημόσιος]], [[λαϊκός]]· <i>δ. γράμματα</i>, στην Αίγυπτο, αντίθ. προς τα ιερογλυφικά, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> αυτός που ανήκει στον όχλο, [[ένας]] από τη [[μάζα]], Λατ. [[plebeius]], σε Ξεν., Δημ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που βρίσκεται στη λαϊκή ή δημοκρατική [[παράταξη]], Λατ. [[popularis]], σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· επίρρ. [[δημοτικῶς]], καταδεκτικά, ευγενικά, με [[φιλανθρωπία]], σε Δημ.
|lsmtext='''δημοτικός:''' -ή, -όν ([[δῆμος]]),·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ανήκει ή προορίζεται για το λαό, αυτός που βρίσκεται σε [[κοινή]] [[χρήση]], [[δημόσιος]], [[λαϊκός]]· <i>δ. γράμματα</i>, στην Αίγυπτο, αντίθ. προς τα ιερογλυφικά, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> αυτός που ανήκει στον όχλο, [[ένας]] από τη [[μάζα]], Λατ. [[plebeius]], σε Ξεν., Δημ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που βρίσκεται στη λαϊκή ή δημοκρατική [[παράταξη]], Λατ. [[popularis]], σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· επίρρ. [[δημοτικῶς]], καταδεκτικά, ευγενικά, με [[φιλανθρωπία]], σε Δημ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''δημοτικός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[народный]], [[общераспространенный]] ([[πρόληψις]] Arst.);<br /><b class="num">2)</b> [[из народа]], [[простого звания]] ([[ἄνθρωπος]] [[πένης]] καὶ δ. Xen., Plut.);<br /><b class="num">3)</b> [[демотический]], [[общедоступный]], [[упрощенный]] (γράμματα Her.);<br /><b class="num">4)</b> [[демократический]] ([[βίος]] Plat.; [[πολιτεία]], νόμοι Arst.);<br /><b class="num">5)</b> [[направленный к благу народа]], [[общеполезный]] (οὐδὲν δημοτικὸν πράττειν Xen.);<br /><b class="num">6)</b> [[народолюбивый]], т. е. [[дружелюбный]] (δ. καὶ [[φιλάνθρωπος]] Xen.; [[πρᾷος]] καὶ δ. Plat., Polyb.);<br /><b class="num">7)</b> [[относящийся к или принадлежащий дему]] ([[ἱερόν]] Dem.);<br /><b class="num">8)</b> [[простонародный]], [[простой]] ([[οἶνος]] Plut.).
|lstext='''δημοτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ [[κατάλληλος]] διὰ τὸν λαόν, ἐν [[κοινῇ]] χρήσει, [[κοινός]], δ. γράμματα, ἐν Αἰγύπτῳ, ἀντίθ. τῷ ἱρά, Ἡρόδ. 2. 36 (ἴδε ἐν λ. [[ἱερογλυφικός]])· ἐπὶ γνωμῶν ἢ ἰδεῶν κττ., [[κοινός]], [[γνωστός]], Ἀριστ. Μεταφ. 1. 8. 6. 2) [[κοινός]], = [[δημόσιος]], Διον. Ἁλ. 7. 63· ― τὰ δημοτικά, δημόσια πράγματα, δημόσιαι ὑποθέσεις, Ἀλκίφρων 1. 4. ΙΙ. ὁ εἰς τὸν λαὸν ἀνήκων, εἷς ἐκ τῶν πολλῶν, Λατ. plebeius, Ξεν. Κύρ. 2. 3, 6, Δημ. 581. 24 2) ὁ φρονῶν τὰ τοῦ λαοῦ ἢ τοῦ δήμου, [[δημοκρατικός]], Λατ. popularis, Ἀριστοφ. Νεφ. 205, Ὄρν. 1584· τὴν οὐ δ. παρανομίαν Θουκ. 6. 28· λέγεις ἃ δεῖ προσεῖναι τῷ δημοτικῷ Δημ. 286, 9· οὐδὲν δ. πράττειν, οὐδὲν [[πράττω]] διὰ τὸν λαόν, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 39· [[καθόλου]], ἀγαπητὸς εἰς τὸν λαόν, ἢ ἀγαπῶν τὸν λαόν, εὔνους αὐτῷ, δ. καὶ [[φιλάνθρωπος]] ὁ αὐτ. Ἀπομν. 1. 2, 60· τῶν μετρίων τινὰ καὶ δ. Δημ. 573 ἐν τέλ.· τῶν πολλῶν καὶ δ. ὁ αὐτ. 581. 24· δημοτικὸν τοῦτο δρᾷ Ἀντιφ. Πλουσ. 1. 19· ― [[συχνάκις]] ἐν τῷ ἐπίρρ. [[δημοτικῶς]], [[πράως]], μετ’ ἀγαθότητος, [[καλῶς]] καὶ δ. Δημ. 719. 8. 3) ἐπὶ πολιτευμάτων ἢ κυβερνήσεων, [[λαϊκός]], [[δημοκρατικός]], Ἰσοκρ. 185Ε, Ἀριστ. Πολ. 4. 3, 8 καὶ 5, 3.― Ἐπίρρ., χρῆσθαι ἀλλήλοις δ., ὡς [[μέλη]] ἐλευθέρας πολιτείας, [[αὐτόθι]] 5. 8, 5, πρβλ. 5. 9, 2. ΙΙΙ. ὁ ἔκ τινος δήμου ἢ εἴς τινα δῆμον ἀνήκων, ἀντίθ. τῷ [[δημόσιος]], παρὰ Δημ. 1074. 20.
}}
{{elnl
|elnltext=δημοτικός -ή -όν [δημότης] volks, vulgair, gewoon:. δ. οἶνος goedkope wijn Plut. Mar. 44.2; ὀνόματα δημοτικά vulgaire woorden Luc. 59.22. het volk goedgezind, democratisch:. τὸ... σόφισμα δημοτικόν die truc is democratisch! Aristoph. Nub. 205; οὐδὲν δημοτικὸν πράττειν geen democratische gezindheid tonen Xen. Hell. 2.3.39; ἐξίστατο τοῦ δημοτικοῦ hij gaf zijn democratische houding op Plut. Rom. 26.1. vriendelijk, aardig:; δημοτικόν τι καὶ πρᾶον iets vriendelijks en aardigs Plat. Euthyd. 303d; adv.. χρῆσθαι ἀλλήλοις [[δημοτικῶς]] = vriendelijk met elkaar omgaan Aristot. Pol. 1308a11.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj