Anonymous

δημιουργικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ή, όν :<br />d'ouvrier manuel, d'artisan.<br />'''Étymologie:''' [[δημιουργός]].
|btext=ή, όν :<br />d'ouvrier manuel, d'artisan.<br />'''Étymologie:''' [[δημιουργός]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''δημιουργικός''': -ή, -όν, ὁ ἐκ δημιουργοῦ ἢ ἀνήκων εἰς δημιουργόν, [[ἤτοι]] τεχνίτην, Πλάτ. Φαίδρ. 248Ε· ἡ δ. [[τέχνη]] ὁ αὐτ. Πρωτ. 322D· δ. τεχνήματα, βάναυσα ἔργα χειρώνακτος, ὁ αὐτ. Νόμ. 846D. - Ἐπιρρ. -κῶς, ὡς [[τεχνίτης]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 429. ΙΙ. ὁ ἀνήκων ἢ [[κατάλληλος]] εἰς τοὺς ἄρχοντας, τὸ δημιουργικόν, ἡ [[τάξις]] τῶν ἐχόντων ἀξίωμά τι, Ἀριστ. Πολ. 4. 4, 16· δ. τιμαὶ Ἀθήν. 660C.
|elnltext=δημιουργικός -ή -όν [δημιουργία] van handwerkslieden; adv. δημιουργικῶς als een vakman:. φράζε δημιουργικῶς leg het uit als een vakman Aristoph. Pax 429. van overheidsdienaren.
}}
{{elru
|elrutext='''δημιουργικός:''' [[ремесленный]] ([[τέχνη]] Plat.): δημιουργικὸν [[ἔθνος]] Plat. или [[πλῆθος]] Polyb. ремесленники, мастеровые.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''δημιουργικός:''' -ή, -όν, αυτός που χαρακτηρίζει ένα <i>δημιουργόν</i> ή χειροτέχνη, σε Πλάτ.
|lsmtext='''δημιουργικός:''' -ή, -όν, αυτός που χαρακτηρίζει ένα <i>δημιουργόν</i> ή χειροτέχνη, σε Πλάτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''δημιουργικός:''' [[ремесленный]] ([[τέχνη]] Plat.): δημιουργικὸν [[ἔθνος]] Plat. или [[πλῆθος]] Polyb. ремесленники, мастеровые.
|lstext='''δημιουργικός''': -ή, -όν, ὁ ἐκ δημιουργοῦ ἢ ἀνήκων εἰς δημιουργόν, [[ἤτοι]] τεχνίτην, Πλάτ. Φαίδρ. 248Ε· ἡ δ. [[τέχνη]] ὁ αὐτ. Πρωτ. 322D· δ. τεχνήματα, βάναυσα ἔργα χειρώνακτος, ὁ αὐτ. Νόμ. 846D. - Ἐπιρρ. -κῶς, ὡς [[τεχνίτης]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 429. ΙΙ. ὁ ἀνήκων ἢ [[κατάλληλος]] εἰς τοὺς ἄρχοντας, τὸ δημιουργικόν, ἡ [[τάξις]] τῶν ἐχόντων ἀξίωμά τι, Ἀριστ. Πολ. 4. 4, 16· δ. τιμαὶ Ἀθήν. 660C.
}}
{{elnl
|elnltext=δημιουργικός -ή -όν [δημιουργία] van handwerkslieden; adv. δημιουργικῶς als een vakman:. φράζε δημιουργικῶς leg het uit als een vakman Aristoph. Pax 429. van overheidsdienaren.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[from [[δημιουργός]]<br />of or for a [[δημιουργός]] or [[handicraftsman]], Plat.
|mdlsjtxt=[from [[δημιουργός]]<br />of or for a [[δημιουργός]] or [[handicraftsman]], Plat.
}}
}}