Anonymous

δώρημα: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> don, présent;<br /><b>2</b> avantage.<br />'''Étymologie:''' [[δωρέω]].
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> don, présent;<br /><b>2</b> avantage.<br />'''Étymologie:''' [[δωρέω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''δώρημα''': τό, τὸ διδόμενον, [[δῶρον]], Ἡρόδ. 7. 38, καὶ Τραγ.· μετὰ δοτ. προσ., Αἰσχύλ. Πέρσ. 523, Εὐμ. 402, Σοφ. Τρ. 668. -Σπάνιον ἐν τῷ Ἀττ. πεζῷ λόγῳ, ὡς Ξεν. Ἱέρ. 8. 4, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 1. 9, 2.
|elnltext=δώρημα -ατος, τό [δωρέω] gift, geschenk; met dat. aan iem.
}}
{{elru
|elrutext='''δώρημα:''' ατος τό Trag., Arph., Xen., Arst. = [[δῶρον]] 1.
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
Line 34: Line 37:
|lsmtext='''δώρημα:''' -ατος, τό, αυτό το οποίο προσφέρεται, [[δώρο]], [[χάρισμα]], σε Ηρόδ., Τραγ.
|lsmtext='''δώρημα:''' -ατος, τό, αυτό το οποίο προσφέρεται, [[δώρο]], [[χάρισμα]], σε Ηρόδ., Τραγ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''δώρημα:''' ατος τό Trag., Arph., Xen., Arst. = [[δῶρον]] 1.
|lstext='''δώρημα''': τό, τὸ διδόμενον, [[δῶρον]], Ἡρόδ. 7. 38, καὶ Τραγ.· μετὰ δοτ. προσ., Αἰσχύλ. Πέρσ. 523, Εὐμ. 402, Σοφ. Τρ. 668. -Σπάνιον ἐν τῷ Ἀττ. πεζῷ λόγῳ, ὡς Ξεν. Ἱέρ. 8. 4, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 1. 9, 2.
}}
{{elnl
|elnltext=δώρημα -ατος, τό [δωρέω] gift, geschenk; met dat. aan iem.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj