Anonymous

κάχληξ: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ηκος (ὁ) :<br />sable mêlé de cailloux du bord de l'eau.<br />'''Étymologie:''' LSJ : onomatopée.
|btext=ηκος (ὁ) :<br />sable mêlé de cailloux du bord de l'eau.<br />'''Étymologie:''' LSJ : onomatopée.
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κάχληξ''': ηκος, ὁ, πετράδιον ἐν τῇ κοίτῃ τοῦ ποταμοῦ ἢ ἐντὸς τῆς θαλάσσης, «χαλίκι», Σουΐδ. «λίθακες ἐν τοῖς ὕδασιν», Στράβ. 182·- περιληπτικῶς, «χαλίκια», Θουκ. 4. 26. (Πιθανῶς συγγενὲς τῷ [[χάλιξ]], calx, calculus).
|elnltext=κάχληξ -ηκος, ὁ [~ κλάζω en χάλιξ] kiezelsteen; collect. grint.
}}
{{elru
|elrutext='''κάχληξ:''' ηκος ὁ крупный песок, гравий (διαμᾶσθαι τὸν κάχληκα ἐπὶ τῇ θαλάσσῃ Thuc.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''κάχληξ:''' -ηκος, ὁ, [[πετραδάκι]] στον πυθμένα, στην [[κοίτη]] των ποταμών· περιληπτικά, [[χαλίκι]], σε Θουκ. ([[πιθαν]]. συγγενές προς το [[χάλιξ]], Λατ. [[calx]], [[calculus]]).
|lsmtext='''κάχληξ:''' -ηκος, ὁ, [[πετραδάκι]] στον πυθμένα, στην [[κοίτη]] των ποταμών· περιληπτικά, [[χαλίκι]], σε Θουκ. ([[πιθαν]]. συγγενές προς το [[χάλιξ]], Λατ. [[calx]], [[calculus]]).
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κάχληξ:''' ηκος ὁ крупный песок, гравий (διαμᾶσθαι τὸν κάχληκα ἐπὶ τῇ θαλάσσῃ Thuc.).
|lstext='''κάχληξ''': ηκος, ὁ, πετράδιον ἐν τῇ κοίτῃ τοῦ ποταμοῦ ἢ ἐντὸς τῆς θαλάσσης, «χαλίκι», Σουΐδ. «λίθακες ἐν τοῖς ὕδασιν», Στράβ. 182·- περιληπτικῶς, «χαλίκια», Θουκ. 4. 26. (Πιθανῶς συγγενὲς τῷ [[χάλιξ]], calx, calculus).
}}
{{elnl
|elnltext=κάχληξ -ηκος, [~ κλάζω en χάλιξ] kiezelsteen; collect. grint.
}}
}}
{{etym
{{etym