Anonymous

κιθαρῳδικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ή, όν :<br />qui concerne l'art de chanter en s'accompagnant de la cithare.<br />'''Étymologie:''' [[κιθαρῳδός]].
|btext=ή, όν :<br />qui concerne l'art de chanter en s'accompagnant de la cithare.<br />'''Étymologie:''' [[κιθαρῳδός]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κῐθᾰρῳδικός''': -ή, -όν, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς τὴν κιθαρῳδίαν, νόμοι Ἀριστοφ. Βάτρ. 1282· ᾠδὴ Πλάτ. Νόμ. 722D· ὑποδωριστὶ κιθαρῳδικωτάτη τῶν ἁρμονιῶν Ἀριστ. Προβλ. 19, 48, 1. 2) ἡ -κὴ (ἐνν. [[τέχνη]]) = [[κιθαρῳδία]], Πλάτ. Γοργ. 502Α.
|elnltext=κιθαρῳδικός --όν [κιθαρῳδός] voor de citer, met citerbegeleiding. subst. ἡ κιθαρῳδική ( sc. τέχνη) kunst van het citerspelen.
}}
{{elru
|elrutext='''κῐθᾰρῳδικός:''' [[касающийся пения под звуки кифары]], [[кифарный]] (νόμοι Arph.; [[ᾠδή]] Plut.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''κῐθᾰρῳδικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[παίξιμο]] της άρπας, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἡ -κή</i> (ενν. [[τέχνη]]) = [[κιθαρῳδία]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''κῐθᾰρῳδικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[παίξιμο]] της άρπας, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἡ -κή</i> (ενν. [[τέχνη]]) = [[κιθαρῳδία]], σε Πλάτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κῐθᾰρῳδικός:''' [[касающийся пения под звуки кифары]], [[кифарный]] (νόμοι Arph.; [[ᾠδή]] Plut.).
|lstext='''κῐθᾰρῳδικός''': -ή, -όν, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς τὴν κιθαρῳδίαν, νόμοι Ἀριστοφ. Βάτρ. 1282· ᾠδὴ Πλάτ. Νόμ. 722D· ἡ ὑποδωριστὶ κιθαρῳδικωτάτη τῶν ἁρμονιῶν Ἀριστ. Προβλ. 19, 48, 1. 2) ἡ -κὴ (ἐνν. [[τέχνη]]) = [[κιθαρῳδία]], Πλάτ. Γοργ. 502Α.
}}
{{elnl
|elnltext=κιθαρῳδικός -ή -όν [κιθαρῳδός] voor de citer, met citerbegeleiding. subst. ἡ κιθαρῳδική ( sc. τέχνη) kunst van het citerspelen.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj