Anonymous

κηριτρεφής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> né pour le malheur, infortuné;<br /><b>2</b> qui cause la mort.<br />'''Étymologie:''' κήρ, [[τρέφω]].
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> né pour le malheur, infortuné;<br /><b>2</b> qui cause la mort.<br />'''Étymologie:''' κήρ, [[τρέφω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κηριτρεφής''': -ές, ([[τρέφω]]) συντεθραμμένος ἀθλιότητι, κηριτρεφέων «συντεθραμμένων μοίρᾳ καὶ θανάτῳ» (Σχόλ. Τζέτζ.)· ἄνθρωποι Ἡσιόδ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 416, Χρησμ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 638. 2) ἐπιφέρων θάνατον, [[θανατηφόρος]], Συνέσ. 329C.
|elnltext=κηριτρεφής -ές [κήρ, τρέφω] geboren voor het ongeluk.
}}
{{elru
|elrutext='''κηριτρεφής:''' [[рожденный на погибель]], [[обреченный на смерть]] (ἄνθρωποι Hes.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''κηριτρεφής:''' -ές ([[τρέφω]]), αυτός που έχει συνθραφεί με την [[αθλιότητα]], σε Ησίοδ.
|lsmtext='''κηριτρεφής:''' -ές ([[τρέφω]]), αυτός που έχει συνθραφεί με την [[αθλιότητα]], σε Ησίοδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κηριτρεφής:''' [[рожденный на погибель]], [[обреченный на смерть]] (ἄνθρωποι Hes.).
|lstext='''κηριτρεφής''': -ές, ([[τρέφω]]) συντεθραμμένος ἀθλιότητι, κηριτρεφέων «συντεθραμμένων μοίρᾳ καὶ θανάτῳ» (Σχόλ. Τζέτζ.)· ἄνθρωποι Ἡσιόδ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 416, Χρησμ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 638. 2) ἐπιφέρων θάνατον, [[θανατηφόρος]], Συνέσ. 329C.
}}
{{elnl
|elnltext=κηριτρεφής -ές [κήρ, τρέφω] geboren voor het ongeluk.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=κηρι-τρεφής, ές [[τρέφω]]<br />[[born]] to [[misery]], Hes.
|mdlsjtxt=κηρι-τρεφής, ές [[τρέφω]]<br />[[born]] to [[misery]], Hes.
}}
}}