Anonymous

κοτυληδών: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|btext=όνος (ἡ) :<br />cavité, creux, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> creux d'une tasse, d'une coupe;<br /><b>2</b> cavité où s'emboîte l'os de la hanche;<br /><b>3</b> sorte de plante, <i>vulg.</i> le nombril de Vénus;<br /><b>4</b> <i>pl. v.</i> [[κοτυληδόνες]].<br />'''Étymologie:''' [[κοτύλη]].
|btext=όνος (ἡ) :<br />cavité, creux, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> creux d'une tasse, d'une coupe;<br /><b>2</b> cavité où s'emboîte l'os de la hanche;<br /><b>3</b> sorte de plante, <i>vulg.</i> le nombril de Vénus;<br /><b>4</b> <i>pl. v.</i> [[κοτυληδόνες]].<br />'''Étymologie:''' [[κοτύλη]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κοτῠληδών''': -όνος, , πᾶσα [[κοιλότης]] ἔχουσα τὸ [[σχῆμα]] ποτηρίου· 1) ἐν τῷ πληθ., αἱ μυζητικαὶ θηλαὶ ἢ ὀφθαλμοὶ ἐπὶ τῶν πλεκτανῶν τοῦ πολύποδος, Ὀδ. Ε. 433, κατ’ Ἐπικ. δοτ., πρὸς κοτυληδονόφιν· πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 1. 9, π. Ζ. Μορ. 4. 9, 13, Ἀθήν. 479Β· ― [[ὡσαύτως]], ἐπὶ τῶν ποδῶν τοῦ καράβου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 2, 27. 2) ἐν τῷ πληθ. [[ὡσαύτως]], ἀγγεῖά τινα κατὰ τὸ [[στόμιον]] τῆς μήτρας, Ἱππ. Ἀφ. 1254, Γαλην. Λεξ., Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 2. 7, 4, κ. ἀλλ.· πρβλ. Föes Oecon. 3) [[κοτύλη]] 2, ἡ [[κοιλότης]], ἐν ᾗ κινεῖται ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ, Ἀριστοφ. Σφ. 1495, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 13, 2. 4) τὸ [[κοίλωμα]] ποτηρίου, Νικ. Ἀλεξιφ. 547. 5) [[φυτόν]] τι, πιθαν. ὀμφαλοβοτάνη, Νικ. Θηρ. 681, Διοσκ. 4. 92.
|elnltext=κοτυληδών -όνος, ἡ [κοτύλη] kom (van het heupgewricht). zuignap (aan tentakels van een octopus). anat. vruchtvlies (rondom een embryo)
}}
{{elru
|elrutext='''κοτῠληδών:''' όνος ἡ<br /><b class="num">1)</b> Arph., Arst. = [[κοτύλη]] 3;<br /><b class="num">2)</b> Hom., Arst. = [[κοτύλη]] 5;<br /><b class="num">3)</b> pl. анат. сосочки при устье матки у жвачных Arst.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 22: Line 25:
|lsmtext='''κοτῠληδών:''' -όνος, ἡ, οποιαδήποτε [[κοιλότητα]] έχει το [[σχήμα]] κυπέλου.<br /><b class="num">I. 1.</b> στον πληθ., οι μυζητικές θηλές (<i>πλεκτάναι</i>) στο [[χταπόδι]], στον πολύποδα, σε Ομήρ. Οδ.· στην Επικ. δοτ. πληθ. <i>κοτυληδονόφιν</i>. 2. = [[κοτύλη]] 2, [[κοίλωμα]] μηρού, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''κοτῠληδών:''' -όνος, ἡ, οποιαδήποτε [[κοιλότητα]] έχει το [[σχήμα]] κυπέλου.<br /><b class="num">I. 1.</b> στον πληθ., οι μυζητικές θηλές (<i>πλεκτάναι</i>) στο [[χταπόδι]], στον πολύποδα, σε Ομήρ. Οδ.· στην Επικ. δοτ. πληθ. <i>κοτυληδονόφιν</i>. 2. = [[κοτύλη]] 2, [[κοίλωμα]] μηρού, σε Αριστοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κοτῠληδών:''' όνος ἡ<br /><b class="num">1)</b> Arph., Arst. = [[κοτύλη]] 3;<br /><b class="num">2)</b> Hom., Arst. = [[κοτύλη]] 5;<br /><b class="num">3)</b> pl. анат. сосочки при устье матки у жвачных Arst.
|lstext='''κοτῠληδών''': -όνος, , πᾶσα [[κοιλότης]] ἔχουσα τὸ [[σχῆμα]] ποτηρίου· 1) ἐν τῷ πληθ., αἱ μυζητικαὶ θηλαὶ ἢ ὀφθαλμοὶ ἐπὶ τῶν πλεκτανῶν τοῦ πολύποδος, Ὀδ. Ε. 433, κατ’ Ἐπικ. δοτ., πρὸς κοτυληδονόφιν· πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 1. 9, π. Ζ. Μορ. 4. 9, 13, Ἀθήν. 479Β· ― [[ὡσαύτως]], ἐπὶ τῶν ποδῶν τοῦ καράβου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 2, 27. 2) ἐν τῷ πληθ. [[ὡσαύτως]], ἀγγεῖά τινα κατὰ τὸ [[στόμιον]] τῆς μήτρας, Ἱππ. Ἀφ. 1254, Γαλην. Λεξ., Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 2. 7, 4, κ. ἀλλ.· πρβλ. Föes Oecon. 3) [[κοτύλη]] 2, ἡ [[κοιλότης]], ἐν ᾗ κινεῖται ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ, Ἀριστοφ. Σφ. 1495, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 13, 2. 4) τὸ [[κοίλωμα]] ποτηρίου, Νικ. Ἀλεξιφ. 547. 5) [[φυτόν]] τι, πιθαν. ὀμφαλοβοτάνη, Νικ. Θηρ. 681, Διοσκ. 4. 92.
}}
{{elnl
|elnltext=κοτυληδών -όνος, [κοτύλη] kom (van het heupgewricht). zuignap (aan tentakels van een octopus). anat. vruchtvlies (rondom een embryo)
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj