Anonymous

παλιντριβής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ής, ές :<br />rusé, fourbe ; τὰ παλιντριβῆ SOPH les fourbes.<br />'''Étymologie:''' [[πάλιν]], [[τρίβω]].
|btext=ής, ές :<br />rusé, fourbe ; τὰ παλιντριβῆ SOPH les fourbes.<br />'''Étymologie:''' [[πάλιν]], [[τρίβω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πᾰλιντρῐβής''': -ές, ὁ ἐκ νέου ἢ συνεχῶς τριβόμενος, ἐπὶ τοῦ ὄνου, [[σκληροτράχηλος]], [[ἐπίμονος]], ἀνθιστάμενος πρὸς ὅλα τὰ κτυπήματα, Σιμωνίδ. Ἰαμβογρ. 6. 43. 2) [[πανοῦργος]], [[δόλιος]], τὰ ... πανοῦργα καὶ π. Σοφ. Φιλ. 448. - Καθ’ Ἡσύχ.: «παλιντριβῆ· κακεντρεχῆ».
|elnltext=παλιντριβής -ές [πάλιν, τρίβω] geslepen, doortrapt.
}}
{{elru
|elrutext='''πᾰλιντρῐβής:''' много тертый, т. е. хитрый, пронырливый: τὰ πανοῦργα καὶ παλιντριβῆ Soph. обман и хитрость.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''πᾰλιντρῐβής:''' -ές ([[τρίβω]]), αυτός που τρίβεται [[ξανά]] και [[ξανά]]· απ' όπου, [[πανούργος]], [[δόλιος]], σε Σοφ.
|lsmtext='''πᾰλιντρῐβής:''' -ές ([[τρίβω]]), αυτός που τρίβεται [[ξανά]] και [[ξανά]]· απ' όπου, [[πανούργος]], [[δόλιος]], σε Σοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πᾰλιντρῐβής:''' много тертый, т. е. хитрый, пронырливый: τὰ πανοῦργα καὶ παλιντριβῆ Soph. обман и хитрость.
|lstext='''πᾰλιντρῐβής''': -ές, ὁ ἐκ νέου ἢ συνεχῶς τριβόμενος, ἐπὶ τοῦ ὄνου, [[σκληροτράχηλος]], [[ἐπίμονος]], ἀνθιστάμενος πρὸς ὅλα τὰ κτυπήματα, Σιμωνίδ. Ἰαμβογρ. 6. 43. 2) [[πανοῦργος]], [[δόλιος]], τὰ ... πανοῦργα καὶ π. Σοφ. Φιλ. 448. - Καθ’ Ἡσύχ.: «παλιντριβῆ· κακεντρεχῆ».
}}
{{elnl
|elnltext=παλιντριβής -ές [πάλιν, τρίβω] geslepen, doortrapt.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj