Anonymous

περιπλοκή: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ῆς (ἡ) :<br />enlacement, embrassement.<br />'''Étymologie:''' [[περιπλέκω]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br />enlacement, embrassement.<br />'''Étymologie:''' [[περιπλέκω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιπλοκή''': , τὸ περιπλέκειν, ἐμπλέκειν, [[ἐμπλοκή]], Ἀριστ. περ. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 4· περιπλοκαὶ γυναικῶν Πολύβ. 2. 56, 7, κτλ.· περιπλοκῆς δεῖται [ὁ κιττὸς] Πλούτ. 2. 649Β. 2) ἐπὶ λόγων, περιπλοκὰς λόγων, περιφράσεις, Εὐρ. Φοίν. 497· περιπλοκὰς [[λίαν]] ἐρωτᾷς Ἀντιφάνης ἐν «Γανυμήδει» 2. 1· τί οὖν περιπλοκὰς λέγεις; Στράτων ἐν «Φοινικίδῃ» 1. 35. ἴδε [[περιπλέκω]] ΙΙ. 2.
|elnltext=περιπλοκή -ῆς, ἡ [περιπλέκω] omhelzing:; φιλήματά τε ἐγίγνετο... καὶ περιπλοκαί er waren kussen en omhelzingen Luc. 42.39; in sport houdgreep; Luc. 37.24; omslachtigheid:. περιπλοκὰς λόγων ἀθροίζειν een ingewikkeld betoog bijeenharken Eur. Phoen. 494.
}}
{{elru
|elrutext='''περιπλοκή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[сплетение]], [[переплетение]] (sc. τῶν ὄφεων Arst.);<br /><b class="num">2)</b> [[объятие]] (τῶν γυναικῶν Polyb.);<br /><b class="num">3)</b> [[запутанность]], [[сложность]] (περιπλοκαὶ λόγων Eur.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''περιπλοκή:''' ἡ ([[περιπλέκω]]), [[περιστροφή]], [[εμπλοκή]], περιπλέξιμο, σε Ευρ.
|lsmtext='''περιπλοκή:''' ἡ ([[περιπλέκω]]), [[περιστροφή]], [[εμπλοκή]], περιπλέξιμο, σε Ευρ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιπλοκή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[сплетение]], [[переплетение]] (sc. τῶν ὄφεων Arst.);<br /><b class="num">2)</b> [[объятие]] (τῶν γυναικῶν Polyb.);<br /><b class="num">3)</b> [[запутанность]], [[сложность]] (περιπλοκαὶ λόγων Eur.).
|lstext='''περιπλοκή''': , τὸ περιπλέκειν, ἐμπλέκειν, [[ἐμπλοκή]], Ἀριστ. περ. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. περιπλοκαὶ γυναικῶν Πολύβ. 2. 56, 7, κτλ.· περιπλοκῆς δεῖται [ὁ κιττὸς] Πλούτ. 2. 649Β. 2) ἐπὶ λόγων, περιπλοκὰς λόγων, περιφράσεις, Εὐρ. Φοίν. 497· περιπλοκὰς [[λίαν]] ἐρωτᾷς Ἀντιφάνης ἐν «Γανυμήδει» 2. 1· τί οὖν περιπλοκὰς λέγεις; Στράτων ἐν «Φοινικίδῃ» 1. 35. ἴδε [[περιπλέκω]] ΙΙ. 2.
}}
{{elnl
|elnltext=περιπλοκή -ῆς, [περιπλέκω] omhelzing:; φιλήματά τε ἐγίγνετο... καὶ περιπλοκαί er waren kussen en omhelzingen Luc. 42.39; in sport houdgreep; Luc. 37.24; omslachtigheid:. περιπλοκὰς λόγων ἀθροίζειν een ingewikkeld betoog bijeenharken Eur. Phoen. 494.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[περιπλοκή]], ἡ, [[περιπλέκω]]<br />a twining [[round]], [[entanglement]], [[intricacy]], Eur.
|mdlsjtxt=[[περιπλοκή]], ἡ, [[περιπλέκω]]<br />a twining [[round]], [[entanglement]], [[intricacy]], Eur.
}}
}}