Anonymous

ποιονόμος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ος, ον :<br />qui broute l'herbe.<br />'''Étymologie:''' [[ποία]], [[νέμω]].
|btext=ος, ον :<br />qui broute l'herbe.<br />'''Étymologie:''' [[ποία]], [[νέμω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''ποιονόμος''': -ον, ([[νέμω]]) ὁ νεμόμενος πόαν, τρώγων πόαν, βοτὰ Αἰσχύλ. Ἀγ. 1169, ΙΙ. προπαροξ. ποιόνομος, ον, ([[νομή]]) ὁ ἔχων νομὰς πλήρεις πόας, τόποι ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 50.
|elnltext=ποιονόμος -ον [ποία, νέμω] grasetend.
}}
{{elru
|elrutext='''ποιονόμος:''' [[поедающий траву]] (βοτά Aesch.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''ποιονόμος:''' -ον ([[νέμω]]), αυτός που τρέφεται με [[πρασινάδα]] ή χόρτα, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ποιονόμος:''' -ον ([[νέμω]]), αυτός που τρέφεται με [[πρασινάδα]] ή χόρτα, σε Αισχύλ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''ποιονόμος:''' [[поедающий траву]] (βοτά Aesch.).
|lstext='''ποιονόμος''': -ον, ([[νέμω]]) ὁ νεμόμενος πόαν, τρώγων πόαν, βοτὰ Αἰσχύλ. Ἀγ. 1169, ΙΙ. προπαροξ. ποιόνομος, ον, ([[νομή]]) ὁ ἔχων νομὰς πλήρεις πόας, τόποι ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 50.
}}
{{elnl
|elnltext=ποιονόμος -ον [ποία, νέμω] grasetend.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ποιο-[[νόμος]], ον, [[νέμω]]<br />[[feeding]] on [[grass]] or herbs, Aesch.
|mdlsjtxt=ποιο-[[νόμος]], ον, [[νέμω]]<br />[[feeding]] on [[grass]] or herbs, Aesch.
}}
}}