Anonymous

περιαρμόζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ajuster tout autour : τινί [[τι]] PLUT une chose à une autre.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ἁρμόζω]].
|btext=ajuster tout autour : τινί [[τι]] PLUT une chose à une autre.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ἁρμόζω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιαρμόζω''': [[προσαρμόζω]] τι κύκλῳ, Πλάτ. Ἀξ. 366Α· τοῖς θυρεοῖς π. λεπίδα χαλκῆν Πλουτ. Κάμιλλ. 40. ― Παθ., ἐπὶ προσώπων, πώγωνας περιηρμοσμέναι, ἔχουσαι προσδεδεμένους πώγωνας, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 271· ἐπὶ πραγμάτων, προσαρτῶμαι ἐπί τινος, ἐπιδένομαι, [[περί]] τι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 37. ΙΙ. ἀμετάβ., στενῶς [[ἁρμόζω]] [[πανταχόθεν]], ὁ αὐτ. ἐν Μηχαν. 21, 1.
|elnltext=περι-αρμόζω rondom bevestigen; ook med.: τούτους περιηρμοσμέναι met die (nepbaarden) aan jullie hoofd (vastgemaakt) Aristoph. Eccl. 274.
}}
{{elru
|elrutext='''περιαρμόζω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[прилаживать]], [[прикреплять]], [[приделывать]] (τί τινι Plut.; τι περί τι Arst.): πώγωνας περιηρμοσμέναι Arph. прицепив себе бороды;<br /><b class="num">2)</b> [[плотно прилегать]] (προσμένειν καὶ π. τινί Arst.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''περιαρμόζω:''' [[προσαρμόζω]] [[κάτι]] σε κύκλο, <i>τί τινι</i>, σε Πλούτ.
|lsmtext='''περιαρμόζω:''' [[προσαρμόζω]] [[κάτι]] σε κύκλο, <i>τί τινι</i>, σε Πλούτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιαρμόζω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[прилаживать]], [[прикреплять]], [[приделывать]] (τί τινι Plut.; τι περί τι Arst.): πώγωνας περιηρμοσμέναι Arph. прицепив себе бороды;<br /><b class="num">2)</b> [[плотно прилегать]] (προσμένειν καὶ π. τινί Arst.).
|lstext='''περιαρμόζω''': [[προσαρμόζω]] τι κύκλῳ, Πλάτ. Ἀξ. 366Α· τοῖς θυρεοῖς π. λεπίδα χαλκῆν Πλουτ. Κάμιλλ. 40. ― Παθ., ἐπὶ προσώπων, πώγωνας περιηρμοσμέναι, ἔχουσαι προσδεδεμένους πώγωνας, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 271· ἐπὶ πραγμάτων, προσαρτῶμαι ἐπί τινος, ἐπιδένομαι, [[περί]] τι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 37. ΙΙ. ἀμετάβ., στενῶς [[ἁρμόζω]] [[πανταχόθεν]], ὁ αὐτ. ἐν Μηχαν. 21, 1.
}}
{{elnl
|elnltext=περι-αρμόζω rondom bevestigen; ook med.: τούτους περιηρμοσμέναι met die (nepbaarden) aan jullie hoofd (vastgemaakt) Aristoph. Eccl. 274.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. σω<br />to fit on all [[round]], τί τινι Plut.
|mdlsjtxt=fut. σω<br />to fit on all [[round]], τί τινι Plut.
}}
}}