Anonymous

προγάστωρ: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ορος (ὁ, ἡ)<br />au ventre énorme.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[γαστήρ]].
|btext=ορος (ὁ, ἡ)<br />au ventre énorme.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[γαστήρ]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προγάστωρ''': -ορος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων προτεταμένην τὴν κοιλίαν, «κοιλαρᾶς», πιθ. γραφὴ ἐν Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 295, Στράβ. 199, Ἀνθ. Π. παραρτ. 321, Λουκ. Νεκυομ. 11· τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες Ἀντιφάνης ἐν «Χρυσίδι» παρ’ Ἀθηναίῳ 500F.
|elnltext=προγάστωρ -ορος [πρό, γαστήρ] dikbuikig.
}}
{{elru
|elrutext='''προγάστωρ:''' ορος adj. толстобрюхий, пузатый Luc., Anth.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''προγάστωρ:''' -ορος, ὁ, ἡ ([[γαστήρ]]), αυτός που έχει προτεταμένη [[κοιλιά]], [[κοιλαράς]], σε Ανθ.
|lsmtext='''προγάστωρ:''' -ορος, ὁ, ἡ ([[γαστήρ]]), αυτός που έχει προτεταμένη [[κοιλιά]], [[κοιλαράς]], σε Ανθ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προγάστωρ:''' ορος adj. толстобрюхий, пузатый Luc., Anth.
|lstext='''προγάστωρ''': -ορος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων προτεταμένην τὴν κοιλίαν, «κοιλαρᾶς», πιθ. γραφὴ ἐν Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 295, Στράβ. 199, Ἀνθ. Π. παραρτ. 321, Λουκ. Νεκυομ. 11· τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες Ἀντιφάνης ἐν «Χρυσίδι» παρ’ Ἀθηναίῳ 500F.
}}
{{elnl
|elnltext=προγάστωρ -ορος [πρό, γαστήρ] dikbuikig.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=προ-γάστωρ, ορος, ὁ, ἡ, [[γαστήρ]]<br />fat-[[paunch]], Anth.
|mdlsjtxt=προ-γάστωρ, ορος, ὁ, ἡ, [[γαστήρ]]<br />fat-[[paunch]], Anth.
}}
}}