Anonymous

πομπικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qui concerne les processions, pompes <i>ou</i> cérémonies publiques;<br /><b>2</b> pompeux, de montre, d'apparat.<br />'''Étymologie:''' [[πομπή]].
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qui concerne les processions, pompes <i>ou</i> cérémonies publiques;<br /><b>2</b> pompeux, de montre, d'apparat.<br />'''Étymologie:''' [[πομπή]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πομπικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς δημοτελῆ πομπήν, π. [[ἵππος]], [[ἵππος]] τῆς πόλεως εἰς πομπὰς [[χρήσιμος]], Ξεν. Ἱππ. 11, 1, πρβλ. Πολυδ. Α΄, 211· [[στέμμα]] Διόδ. 18. 26· ἅρμα Δίων Κ. 50. 34· [[μέλος]] Πλουτ. Αἰμίλ. 33, κτλ.· ― μεταφορ., πομπώδης, ἐπιδεικτικός, [[ὄψις]] Πλουτ. Μάρ. 22· ἐπὶ τοῦ ὕφους τοῦ Ἰσοκράτους, Διον. Ἁλ. π. Ἰσαί. 19, πρβλ. Λογγῖν. 8. Ἐπίρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 32, κτλ.
|elnltext=πομπικός -ή -όν [πομπή] triomf-:. μέλος... πομπικόν triomfgezang Plut. Aem. 33.1. prachtig:. πομπικὴ ὄψις een prachtige aanblik Plut. Mar. 22.1.
}}
{{elru
|elrutext='''πομπικός:''' [[торжественный]], [[парадный]] ([[ἵππος]] Xen.; [[στέμμα]] Diod.; [[μέλος]] Plut.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''πομπικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε [[ιερή]] [[πομπή]], πομπικὸς [[ἵππος]], ο [[ίππος]] της πόλης (χρήσιμ. στις πομπές), σε Ξεν.· μεταφ., [[πομπώδης]], [[επιδεικτικός]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''πομπικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε [[ιερή]] [[πομπή]], πομπικὸς [[ἵππος]], ο [[ίππος]] της πόλης (χρήσιμ. στις πομπές), σε Ξεν.· μεταφ., [[πομπώδης]], [[επιδεικτικός]], σε Πλούτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πομπικός:''' [[торжественный]], [[парадный]] ([[ἵππος]] Xen.; [[στέμμα]] Diod.; [[μέλος]] Plut.).
|lstext='''πομπικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς δημοτελῆ πομπήν, π. [[ἵππος]], [[ἵππος]] τῆς πόλεως εἰς πομπὰς [[χρήσιμος]], Ξεν. Ἱππ. 11, 1, πρβλ. Πολυδ. Α΄, 211· [[στέμμα]] Διόδ. 18. 26· ἅρμα Δίων Κ. 50. 34· [[μέλος]] Πλουτ. Αἰμίλ. 33, κτλ.· ― μεταφορ., πομπώδης, ἐπιδεικτικός, [[ὄψις]] Πλουτ. Μάρ. 22· ἐπὶ τοῦ ὕφους τοῦ Ἰσοκράτους, Διον. Ἁλ. π. Ἰσαί. 19, πρβλ. Λογγῖν. 8. Ἐπίρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 32, κτλ.
}}
{{elnl
|elnltext=πομπικός -ή -όν [πομπή] triomf-:. μέλος... πομπικόν triomfgezang Plut. Aem. 33.1. prachtig:. πομπικὴ ὄψις een prachtige aanblik Plut. Mar. 22.1.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πομπικός]], ή, όν [from [[πομπή]]<br />of or for a [[solemn]] [[procession]], π. [[ἵππος]] a [[horse]] of [[state]], Xen.:—metaph. [[pompous]], [[showy]], Plut.
|mdlsjtxt=[[πομπικός]], ή, όν [from [[πομπή]]<br />of or for a [[solemn]] [[procession]], π. [[ἵππος]] a [[horse]] of [[state]], Xen.:—metaph. [[pompous]], [[showy]], Plut.
}}
}}