Anonymous

πρέσβευμα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ατος (τό) :<br /><i>collect.</i> les membres d'une ambassade, ambassade.<br />'''Étymologie:''' [[πρεσβεύω]].
|btext=ατος (τό) :<br /><i>collect.</i> les membres d'une ambassade, ambassade.<br />'''Étymologie:''' [[πρεσβεύω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πρέσβευμα''': τό, [[πρεσβευτής]], ἐν τῷ πληθ. (πρβλ. [[παίδευμα]], κτλ.), πρεσβεύματ’ οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια Εὐρ. Ἱκέτ. 173, πρβλ. Ρῆσ. 936· ἐν τῷ πληθ. [[ὡσαύτως]] περιληπτικῶς, οἱ πρέσβεις, Πλουτ. Τιμολ. 9., 2. 541Α.
|elnltext=πρέσβευμα -ατος, τό [πρεσβεύω] gezantschap.
}}
{{elru
|elrutext='''πρέσβευμα:''' ατος τό (только pl.) члены посольства, посольство Eur., Plut.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''πρέσβευμα:''' τό, [[πρεσβεία]], [[σώμα]] πρέσβεων, σε πληθ., σε Ευρ.
|lsmtext='''πρέσβευμα:''' τό, [[πρεσβεία]], [[σώμα]] πρέσβεων, σε πληθ., σε Ευρ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πρέσβευμα:''' ατος τό (только pl.) члены посольства, посольство Eur., Plut.
|lstext='''πρέσβευμα''': τό, [[πρεσβευτής]], ἐν τῷ πληθ. (πρβλ. [[παίδευμα]], κτλ.), πρεσβεύματ’ οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια Εὐρ. Ἱκέτ. 173, πρβλ. Ρῆσ. 936· ἐν τῷ πληθ. [[ὡσαύτως]] περιληπτικῶς, οἱ πρέσβεις, Πλουτ. Τιμολ. 9., 2. 541Α.
}}
{{elnl
|elnltext=πρέσβευμα -ατος, τό [πρεσβεύω] gezantschap.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πρέσβευμα]], ατος, τό,<br />an [[ambassador]], [[embassy]], in plural, Eur.
|mdlsjtxt=[[πρέσβευμα]], ατος, τό,<br />an [[ambassador]], [[embassy]], in plural, Eur.
}}
}}