Anonymous

προσφωνέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> adresser la parole à : τινα, <i>postér.</i> τινι à qqn ; προσφωνεῖν [[τι]] prononcer une parole ; <i>avec double rég.</i> τινά τινι <i>ou</i> τινά [[τι]] dire qch à qqn;<br /><b>2</b> appeler d'un nom <i>ou</i> d'un titre : τινα βασιλέα, proclamer qqn roi ; dédier : τινί [[τι]] qch à qqn.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[φωνέω]].
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> adresser la parole à : τινα, <i>postér.</i> τινι à qqn ; προσφωνεῖν [[τι]] prononcer une parole ; <i>avec double rég.</i> τινά τινι <i>ou</i> τινά [[τι]] dire qch à qqn;<br /><b>2</b> appeler d'un nom <i>ou</i> d'un titre : τινα βασιλέα, proclamer qqn roi ; dédier : τινί [[τι]] qch à qqn.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[φωνέω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προσφωνέω''': φωνῶ [[πρός]] τινα, λαλῶ, ὁμιλῶ, [[προσαγορεύω]], τινα Ἰλ. Β. 22, Ὀδ. Δ. 69, κτλ., καὶ Ἀττ.· ἀπολ., Ὀδ. Ε. 159, Κ. 109, κτλ.· [[ὅταν]] ὑπὸ τοῦ Ὁμ. προστίθεται δοτική, [[οἷον]] ἐν τῷ τοῖσιν προσεφώνεε (Ὀδ. Χ. 69), ἡ δοτ. τοῖσιν δὲν [[εἶναι]] ἀντικείμενον, πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ δοτικ. τοῦ ὀργάνου, μὲ τοὺς λόγους τούτους· ― ἀλλὰ μετὰ δοτ. πρσώπου, Διογ. Λ. 7. 7, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ια’, 16, Πράξ. Ἀποστ. κβ´, 2· ― μετὰ διπλῆς αἰτ., [[ἀποτείνω]] λόγους εἴς τινα, οὐδὲ τί μιν προσεφώνεον Ἰλ. Α. 332. πρβλ. Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 155, Εὐρ. Μήδ. 664. 2) καλῶ κατ’ [[ὄνομα]], ποδαπὸν ὅμιλον τόνδε… προσφωνοῦμεν Αἰσχύλ. Ἱκ. 234· ὀνόματι πρ. τινα Εὐρ. Τρῳ. 942· πρ. τινὰ βασιλέα, [[χαιρετίζω]] τινά, [[προσαγορεύω]] ὡς βασιλέα, Πολύβ. 10. 38, 3, κτλ. ΙΙ. μετ’ αἰτ. πράγμ., [[προσφέρω]] [[λέγω]], τήνδε πρ. φάτιν Σοφ. Ἠλ. 1213· ἀφιερώνω, [[βιβλίον]] τινὶ Ἀθήν. 313F, Πλουτ. Λούκουλ. 1, κτλ. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «προσφωνεῖ· προσαγορεύει».
|elnltext=προσ-φωνέω, ep. imperf. 3 sing. προσεφώνεε, 3 plur. προσεφώνεον, toespreken; met acc..; τὴν δὲ χολωσαμένη προσεφώνεε δῖ’ Ἀφροδίτη boos sprak de stralende Aphrodite haar toe Il. 3.413; κάλλιον οὐδεὶς οἶδε προσφωνεῖν φίλους geen ander weet zijn vrienden fraaier toe te spreken Eur. Med. 664; met dubb. acc..; εἴτε Ἀλέξανδρον θέλεις ὀνόματι προσφωνεῖν νιν of je hem bij de naam Alexander wilt noemen Eur. Tr. 942; met acc. en acc. v. h. inw. obj..; οὐδε τί μιν προσεφώνεον zij spraken geen woord meer tegen hem Il. 1.332; met acc. v. h. inw. obj..; τήνδε προσφωνεῖν φάτιν (de urn) op deze manier toe te spreken Soph. El. 1213; later ook met dat..; προσφωνοῦντα τοῖς ἑτέροις (kinderen) die de anderen toespreken NT Mt. 11.16; overdr. opdragen:. Σύλλας... ἐκείνῳ προσεφώνησεν Sulla droeg het werk aan hem op Plut. Luc. 1.4.
}}
{{elru
|elrutext='''προσφωνέω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[обращаться с речью]], [[заговаривать]] (τινα Hom. и τινι Diog. L., NT, π. τινά τι Hom., Aesch., Eur.): τοῖσι προσεφώνεε Hom. он обратился со следующими словами;<br /><b class="num">2)</b> [[произносить]], [[говорить]] (τήνδε φάτιν Soph.);<br /><b class="num">3)</b> [[называть]], [[именовать]] (ὀνόματί τινα Eur.; τινα [[βασιλέα]] Polyb.);<br /><b class="num">4)</b> [[посвящать]] (τινι, sc. [[βιβλίον]] Plut.);<br /><b class="num">5)</b> [[призывать]], [[созывать]] (τινας NT).
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''προσφωνέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[καλώ]] ή [[μιλώ]] σε, [[προσφωνώ]], [[φωνάζω]] σε, απευθύνομαι σε, <i>τινά</i>, σε Όμηρ. κ.λπ.· απόλ., σε Ομήρ. Οδ.· <i>τοῖσιν προσεφώνεε</i>, τους προσφώνησε με αυτές τις λέξεις, στο ίδ.· ([[αλλά]] με δοτ. προσ., σε Καινή Διαθήκη)· με [[διπλή]] αιτ., [[απευθύνω]] λόγους σε κάποιον, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> [[καλώ]] με το όνομα του, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> με αιτ. πράγμ., [[προφέρω]], [[λέγω]], σε Σοφ.
|lsmtext='''προσφωνέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[καλώ]] ή [[μιλώ]] σε, [[προσφωνώ]], [[φωνάζω]] σε, απευθύνομαι σε, <i>τινά</i>, σε Όμηρ. κ.λπ.· απόλ., σε Ομήρ. Οδ.· <i>τοῖσιν προσεφώνεε</i>, τους προσφώνησε με αυτές τις λέξεις, στο ίδ.· ([[αλλά]] με δοτ. προσ., σε Καινή Διαθήκη)· με [[διπλή]] αιτ., [[απευθύνω]] λόγους σε κάποιον, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> [[καλώ]] με το όνομα του, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> με αιτ. πράγμ., [[προφέρω]], [[λέγω]], σε Σοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προσφωνέω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[обращаться с речью]], [[заговаривать]] (τινα Hom. и τινι Diog. L., NT, π. τινά τι Hom., Aesch., Eur.): τοῖσι προσεφώνεε Hom. он обратился со следующими словами;<br /><b class="num">2)</b> [[произносить]], [[говорить]] (τήνδε φάτιν Soph.);<br /><b class="num">3)</b> [[называть]], [[именовать]] (ὀνόματί τινα Eur.; τινα [[βασιλέα]] Polyb.);<br /><b class="num">4)</b> [[посвящать]] (τινι, sc. [[βιβλίον]] Plut.);<br /><b class="num">5)</b> [[призывать]], [[созывать]] (τινας NT).
|lstext='''προσφωνέω''': φωνῶ [[πρός]] τινα, λαλῶ, ὁμιλῶ, [[προσαγορεύω]], τινα Ἰλ. Β. 22, Ὀδ. Δ. 69, κτλ., καὶ Ἀττ.· ἀπολ., Ὀδ. Ε. 159, Κ. 109, κτλ.· [[ὅταν]] ὑπὸ τοῦ Ὁμ. προστίθεται δοτική, [[οἷον]] ἐν τῷ τοῖσιν προσεφώνεε (Ὀδ. Χ. 69), ἡ δοτ. τοῖσιν δὲν [[εἶναι]] ἀντικείμενον, πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ δοτικ. τοῦ ὀργάνου, μὲ τοὺς λόγους τούτους· ― ἀλλὰ μετὰ δοτ. πρσώπου, Διογ. Λ. 7. 7, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ια’, 16, Πράξ. Ἀποστ. κβ´, 2· ― μετὰ διπλῆς αἰτ., [[ἀποτείνω]] λόγους εἴς τινα, οὐδὲ τί μιν προσεφώνεον Ἰλ. Α. 332. πρβλ. Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 155, Εὐρ. Μήδ. 664. 2) καλῶ κατ’ [[ὄνομα]], ποδαπὸν ὅμιλον τόνδε… προσφωνοῦμεν Αἰσχύλ. Ἱκ. 234· ὀνόματι πρ. τινα Εὐρ. Τρῳ. 942· πρ. τινὰ βασιλέα, [[χαιρετίζω]] τινά, [[προσαγορεύω]] ὡς βασιλέα, Πολύβ. 10. 38, 3, κτλ. ΙΙ. μετ’ αἰτ. πράγμ., [[προσφέρω]] [[λέγω]], τήνδε πρ. φάτιν Σοφ. Ἠλ. 1213· ἀφιερώνω, [[βιβλίον]] τινὶ Ἀθήν. 313F, Πλουτ. Λούκουλ. 1, κτλ. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «προσφωνεῖ· προσαγορεύει».
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-φωνέω, ep. imperf. 3 sing. προσεφώνεε, 3 plur. προσεφώνεον, toespreken; met acc..; τὴν δὲ χολωσαμένη προσεφώνεε δῖ’ Ἀφροδίτη boos sprak de stralende Aphrodite haar toe Il. 3.413; κάλλιον οὐδεὶς οἶδε προσφωνεῖν φίλους geen ander weet zijn vrienden fraaier toe te spreken Eur. Med. 664; met dubb. acc..; εἴτε Ἀλέξανδρον θέλεις ὀνόματι προσφωνεῖν νιν of je hem bij de naam Alexander wilt noemen Eur. Tr. 942; met acc. en acc. v. h. inw. obj..; οὐδε τί μιν προσεφώνεον zij spraken geen woord meer tegen hem Il. 1.332; met acc. v. h. inw. obj..; τήνδε προσφωνεῖν φάτιν (de urn) op deze manier toe te spreken Soph. El. 1213; later ook met dat..; προσφωνοῦντα τοῖς ἑτέροις (kinderen) die de anderen toespreken NT Mt. 11.16; overdr. opdragen:. Σύλλας... ἐκείνῳ προσεφώνησεν Sulla droeg het werk aan hem op Plut. Luc. 1.4.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj