3,277,018
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
||
Line 16: | Line 16: | ||
|btext=ῶνος (ὁ) :<br />pointe de terre ; montagne, cap, promontoire.<br />'''Étymologie:''' contr. p. *πραϜόν, *προϜόν de [[πρό]] ; cf. [[πρώων]]. | |btext=ῶνος (ὁ) :<br />pointe de terre ; montagne, cap, promontoire.<br />'''Étymologie:''' contr. p. *πραϜόν, *προϜόν de [[πρό]] ; cf. [[πρώων]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=πρών -ωνός en -ῶνος, ὁ [~ πρό] acc. πρῶνα; plur. πρῶνες, ep. πρώονες, acc. πρῶνας, voorgebergte, uitloper:. κατ’ οὐρείου πρωνός vanaf de bergtop AP 9.328.2. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πρών:''' ῶνος, эп. тж. [[πρώων]], ώονος ὁ [[πρό]]<br /><b class="num">1)</b> [[мыс или]] (небольшой) полуостров: π. [[ἅλιος]] Aesch. морской мыс;<br /><b class="num">2)</b> [[гора]]: πρῶνες Λοκρῶν Soph. горы Локриды. | |||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater | ||
Line 28: | Line 31: | ||
|lsmtext='''πρών:''' ὁ, γεν. και δοτ. <i>πρῶνος</i>, <i>πρῶνι</i>, όχι <i>πρωνός</i>, <i>πρωνί</i> ([[γιατί]] είναι συνηρ. από το [[πρεών]]) ([[πρό]])· [[ακρωτήρι]], [[κάβος]], Λατ. [[promontorium]], σε Ομήρ. Ιλ.· πληθ. <i>πρώονες</i> από εκτεταμ. τύπο [[πρώων]], στο ίδ.· σε Αισχύλ. Πέρσ. 132, <i>ἀμφοτέρας πρῶνα κοινὸν αἴας</i>, η παράλια [[έκταση]] [[ανάμεσα]] στις [[δύο]] ηπείρους είναι πιθ. η [[χερσόνησος]], και στον ίδ. 879, πρὼν [[ἅλιος]], η [[χερσόνησος]] της Μ. Ασίας. | |lsmtext='''πρών:''' ὁ, γεν. και δοτ. <i>πρῶνος</i>, <i>πρῶνι</i>, όχι <i>πρωνός</i>, <i>πρωνί</i> ([[γιατί]] είναι συνηρ. από το [[πρεών]]) ([[πρό]])· [[ακρωτήρι]], [[κάβος]], Λατ. [[promontorium]], σε Ομήρ. Ιλ.· πληθ. <i>πρώονες</i> από εκτεταμ. τύπο [[πρώων]], στο ίδ.· σε Αισχύλ. Πέρσ. 132, <i>ἀμφοτέρας πρῶνα κοινὸν αἴας</i>, η παράλια [[έκταση]] [[ανάμεσα]] στις [[δύο]] ηπείρους είναι πιθ. η [[χερσόνησος]], και στον ίδ. 879, πρὼν [[ἅλιος]], η [[χερσόνησος]] της Μ. Ασίας. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''πρών''': ὁ, γεν. καὶ δοτ. πρῶνος, πρῶνι, οὐχὶ πρωνός, πρωνί, ([[διότι]] [[εἶναι]] συνῃρ. ἐκ τοῦ πρεὼν ἢ πρηὼν ἃ ἴδε), ἂν καὶ παρὰ μεταγεν. δυνάμεθα νὰ δεχθῶμεν πρωνός, [[οἷον]] ἐν Ἀνθ. Π. 9. 328· (πρό). Προεξέχον [[μέρος]] γῆς ἢ ὄρους [[ἐξοχή]], ἢ [[ἀκρωτήριον]], Λατ. promontorium, πρὼν ἰσχάνει [[ὕδωρ]] [[ὑλήεις]] Ἰλ. Ν. 747· πλὴν τοῦ χωρίου τούτου ἡ [[λέξις]] ἀπαντᾷ ἐν τῇ Ἰλ. μόνον ἐν τῷ πληθυν. πρώονες ἐκ τοῦ ἐκτεταμένου τύπου [[πρώων]], Θ. 557, Μ. 282, Π. 299· ([[οὐδέτερος]] τῶν τύπων τούτων ἀπαντᾷ ἐν τῇ Ὀδ.· ὁ Ἡσ. (Ἀσπ. Ἡρ. 437) ἔχει [[πρηών]])· μεθ’ Ὅμ., πρώονες καὶ χαράδραι Ἀλκμὰν 44· πρῶνες ἔξοχοι Πινδ. Ν. 4. 85· πρῶνες Λοκρῶν Σοφ. Τρ. 788· Πόσειδον, ὃς Αἰγαίου μέδεις πρῶνας ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 341· ἔρημοι πρῶνες ἀνθρώπων Εὐρ. Κύκλ. 116· - ἐν Αἰσχύλ. Πέρσ. 132, ἀμφοτέρας ἅλιον πρῶνα κοινὸν αἴας, κατὰ τὴν ἑρμηνείαν τοῦ Blomf. νοεῖται ἡ [[γέφυρα]] ἥτις ἐξετείνετο ἀπὸ τῆς μιᾶς παραλίας τοῦ Ἑλλησπόντου [[μέχρι]] τῆς ἑτέρας, ἢ [[ἴσως]] ἄμεινον (κατὰ τὸν Schütz) ἡ προεξέχουσα γῆ τῆς Θρᾳκικῆς χερσονήσου· οὕτω, πρὼν [[ἅλιος]], [[αὐτόθι]] 879, [[εἶναι]] τὸ [[ἀκρωτήριον]] τῆς Ἰωνίας τὸ [[ἀπέναντι]] τῆς Χίου (Blomf. ἐν τόπῳ), ἢ [[μᾶλλον]] [[ἴσως]] ἡ [[χερσόνησος]] τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὡς τὸ [[ἀκτὴ]] παρ’ Ἡροδ. 4. 38· περὶ τοῦ κάτοπτον πρῶν’ ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 307, ἴδε ἐν λ. [[κάτοπτος]]. | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym |